Δεν ξέρω αν στο έχω ξαναπεί, αλλά έχω μια κόρη. Πηγαίνει δημοτικό και της αρέσουν οι ταινίες, τα βιβλία... τέτοια πράγματα. Της αρέσουν και οι κούκλες και οι παιχνιδομηχανές αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα. Ας αρκεστούμε στα βιβλία.
Στη μικρή αρέσει ο Τριβιζάς -εμένα πάλι, όχι και τόσο. Υπάρχουν διάφοροι συγγραφείς παιδικών βιβλίων κι εγώ δεν έχω ιδιαίτερη εμπειρία σε όλα αυτά, αν λοιπόν κάποιος από τους δικούς μου αγαπημένους συγγραφείς βγάλει παιδικό βιβλίο τρέχω να το αγοράσω στη μικρή. Έτσι την πάτησα με το βιβλίο του Πέτρου Τατσόπουλου "Ο Σίσυφος στο μπαλκόνι".
Θέλω να σου πω οτι το παιδικό βιβλίο είναι τεχνική, πολύ δύσκολη τεχνική, μπροστά της η μανιέρα της επιστημονικής φαντασίας, για παράδειγμα, μοιάζει με σκέτη προθέρμανση. Υπερβολικός;
Έχω διαβάσει συνεντεύξεις συγγραφέων παιδικών βιβλίων που λένε οτι προσπαθούν να μπουν στην παιδική οπτική αντιμετώπισης της πραγματικότητας, διάβασα κάπου και την συνέντευξη του Τατσόπουλου ο οποίος έλεγε οτι προσπάθησε να παρουσιάσει την δική του οπτική στα παιδιά (και καλά έκανε). Κατά την ταπεινή μου γνώμη, όλα αυτά είναι χάντρες για τους ιθαγενείς (γονείς). Κανένας ενήλικας δεν μπορεί να πλησιάσει την παιδική οπτική (ή ακόμα και την οπτική ενός άλλου ενήλικα) και δεν υπάρχει και λόγος να το κάνει. Αν θέλαμε βιβλία σύμφωνα με την οπτική των παιδιών ας αφήναμε τα παιδιά να τα γράψουν.
Για μένα, το θέμα βρίσκεται αλλού και εξηγούμαι:
Τα παιδιά βαριούνται να διαβάζουν (ή να τους διαβάζουν) κατεβατά χιλίων σελίδων μέσα στα οποία περιγράφεται η ΜΙΑ μέρα, ΕΝΟΣ ανθρώπου -ακόμα κι αν ο άνθρωπος λέγεται Λεοπόλδος Μπλουμ. Συνταρακτική αποκάλυψη; Δε νομίζω. Σκέψου το διαφορετικά, σκέψου οτι παίρνεις το παιδί σου και το βάζεις να παρακολουθήσει μια παρτίδα σκάκι ανάμεσα σε δυο μετρ του είδους -ενώ αυτό γνωρίζει μόνο τα βασικά από σκάκι. Όσο λοιπόν εσύ θαυμάζεις τη μαεστρία και το βάθος σκέψης των μετρ, το παιδί θα αγανακτήσει -"μα γιατί δεν του τρώει τη βασίλισσα να τελειώνουμε;"
Το ίδιο ακριβώς ισχύει για τους λογοτέχνες που επιχειρούν να γράψουν παιδικό βιβλίο.
Δεν έχει σημασία αν κατέχουν άριστα την τέχνη του συμβολισμού, δεν μετράνε τα γλωσσικά τεχνάσματα που μπορούν να χειρίζονται με απίστευτη ευκολία -το παιδί θέλει να μάθει την ιστορία και θέλει το τέλος να είναι ευτυχισμένο. Γι΄αυτό και θέλει να ανησυχήσει κάπου στη μέση -όχι πολύ, όσο ακριβώς χρειάζεται, προκειμένου να απολαύσει το τέλος. Πες του λοιπόν τη ρημάδα την ιστορία και μην κάνεις επίδειξη! Πες την απλά, επειδή το παιδί δεν πρόκειται να κάνει διαλογισμό προκειμένου να αντιληφθεί τα νοήματα που πήγες κι έκρυψες εσύ. "Φάε τη βασίλισσα" να τελειώνουμε!
Έμαθα οτι ο Τομ Ρόμπινς έβγαλε το καινούργιο του βιβλίο -έψαξα σχετικά με αυτό. Και ανακάλυψα οτι πρόκειται για παιδικό βιβλίο! Ή αλλιώς, "ένα παιδικό βιβλίο για μεγάλους κι ένα μεγαλίστικο βιβλίο για παιδιά", όπως λέει στο εξώφυλλο. Ο Τομ Ρόμπινς είναι ο αγαπημένος μου παραμυθάς -λάθος -ο Τομ Ρόμπινς είναι ο μεγαλύτερος παραμυθάς που υπάρχει. Μέχρι σήμερα φρόντιζε να μας πείθει οτι η ανάγκη μας για παραμύθια είναι το ίδιο μεγάλη με αυτή των παιδιών, τώρα αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του απευθυνόμενος ΚΑΙ στα παιδιά. Κι αν νομίζεις οτι αυτό είναι εύκολο, διάλεξε το αγαπημένο σου βιβλίο και προσπάθησε να το διαβάσεις σε ένα παιδί. Σου δίνω δυο σελίδες μέχρι το παιδί να σου γυρίσει την πλάτη αμετάκλητα!
Δεν ξέρω αν πράγματι υπάρχει ο Τομ Ρόμπινς (θα ήμουν πρόθυμος να πιστέψω οτι πρόκειται για αστρική άυλη προβολή από το απέραντο διάστημα που υπαγορεύει τα βιβλία του σε μια έμψυχη γραφομηχανή) αλλά ΑΝ υπάρχει θα ήθελα να τον ευχαριστήσω για την προσπάθεια που κάνει προκειμένου να γνωριστεί με την κόρη μου. Και να του ευχηθώ να τα καταφέρει.
Τι άλλο; Α, ναι! Έχω το κείμενο από το οπισθόφυλλο του βιβλίου καθώς και την εισαγωγή του που την βρήκα εδώ. Ρίχτα Μεγάλε Τομ:
Μια φορά κι έναν καιρό (δηλαδή τώρα) υπήρχε ένας πλανήτης (τι λες γι΄αυτόν εδώ;) του οποίου οι κάτοικοι κατανάλωναν 36 δισεκατομμύρια γαλόνια μπύρας κάθε χρόνο (είναι γεγονός, μπορείς να το βρεις και στο Google). Ανάμεσα σ΄αυτούς που επηρεάστηκαν, ο καθένας με τον τρόπο του, από τις φυσαλίδες, τα ρεψίματα και τους αφρούς, υπήρχε ένα έξυπνο, ανοιχτομάτικο νήπιο που της άρεσε η περιπέτεια και την έλεγαν Γκρέισι, η αφηρημένη μητέρα της, ο αδιάφορος πατέρας της, ο ρέμπελος θείος της και ένας μαγικός, ανακατωσούρας εισβολέας που ερχόταν από έναν κόσμο κρυμμένο μέσα στον δικό μας κόσμο.
Έχεις ποτέ αναρωτηθεί γιατί αρέσει τόσο πολύ η μπύρα στον μπαμπά σου; Έχεις ποτέ αναρωτηθεί, πριν σε πάρει ο ύπνος, γιατί μερικές φορές φέρεται κάπως «περίεργα» αφού έχει πιει μπύρες; Ίσως κιόλας να έχεις αναρωτηθεί από που έρχεται η μπύρα, επειδή είναι σίγουρο πως δεν την φτιάχνουν οι αγελάδες. Λοιπόν, η Γκρέισι Περκλ αναρωτιόταν συχνά για αυτά ακριβώς τα πράγματα.
«Μαμά», ρώτησε η Γκρέισι ένα απόγευμα, «τι είναι αυτό που πίνει ο μπαμπάς;»
«Τον καφέ εννοείς γλυκιά μου;»
«Όχι τον καφέ. Ιικ! Το άλλο πράγμα που είναι κίτρινο και μοιάζει με τσίσα».
«Γκρέισι!»
«Κι εσύ λες ‘τσίσα’!»
«Ναι εντάξει, όταν μιλάω για αυτά που κάνουμε στην τουαλέτα μπορεί να το πω. Αλλά δεν το λέω ποτέ όταν μιλάω για το ποτό κάποιου».
Η Γκρέισι χαχάνισε. Η μητέρα της, ιδιαίτερα απασχολημένη με το σιδέρωμα, μουρμούρισε χωρίς καν να την κοιτάξει, «νομίζω αγάπη μου οτι εννοείς την μπύρα».
«Ω!» τσίριξε η Γκρέισι. «Αυτό είναι. Μπύρα. Αυτό το πράγμα που το δείχνουν συνέχεια στην τηλεόραση». Έκανε τη φωνή της πιο βαριά. «’Καλύτερη γεύση!’ ‘Μικρότερη συσκευασία!’ ’Καλύτερη γεύση!’ ‘Μικρότερη συσκευασία!’». Χαχάνισε για μια ακόμα φορά. «Είναι κάτι σαν Πέπσι για χαζούς γέρους;»
Η κυρία Περκλ χαμογέλασε, αλλά ήταν ένα τόσο αδύναμο και σπαστικό χαμόγελο που ακόμα κι ένα γατάκι θα μπορούσε να του δώσει μια και να το πετάξει από δω μέχρι τα μισά του δρόμου για το Μιλγουόκι. Σταμάτησε για λίγο το σιδέρωμα και κοίταξε έξω από το παράθυρο που βρισκόταν πάνω από το πλυντήριο. Μέχρι και τα σύννεφα έμοιαζαν σαν ένας τεράστιος μπόγος από άπλυτα ρούχα. Αυτό βέβαια δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο, επειδή βλέπεις, η οικογένεια Περκλ ζούσε στο Σιάτλ.
Έχεις ακούσει για την λασπο-ψιχάλα, αυτή τη λεπτή, απαλή βροχή που μπορεί να πέσει πάνω σου και να νομίζεις οτι κόλλησες ιλαρά; Το Σιάτλ είναι το παγκόσμιο αρχηγείο της λασπο-ψιχάλας και το φθινόπωρο τα πάντα γεμίζουν με υγρά γκρι σημάδια λες κι ολόκληρη η πόλη είναι ένα μωρό που το άφησαν πολλή ώρα με βρεγμένη πάνα και μετά πήγε και κυλίστηκε πάνω σε εφημερίδα. Αν μάλιστα υπάρχει και αέρας, όπως υπήρχε εκείνη τη μέρα, ο άνθρωποι στο Σιάτλ νιώθουν σαν να έχουν παγιδευτεί σε φτηνιάρικο Κινέζικο εστιατόριο –σε κάποιο από εκείνα τα κακόγουστα, κακοφωτισμένα μαγαζιά, όπου οι σερβιτόροι είναι αγενείς, τα νουντλς είναι νερουλά, οι τοίχοι είναι λίγο περισσότερο πράσινοι απ΄όσο πρέπει -άσε που, ακόμα κι αν υπάρχει ένα μυστηριώδες ποίημα μέσα σε κάθε τυχερό μπισκότο, αυτό δεν πρόκειται να εμποδίσει το τσάι να χυθεί λερώνοντας το καλύτερό σου πουλόβερ. Η κυρία Περκλ θα έπρεπε να νιώθει κάπως έτσι, επειδή αναστέναξε κοιτάζοντας τα χοιρινά φιλετάκια (ή μήπως ήταν χρησιμοποιημένα Πάμπερς;) που ταξίδευαν στον ουρανό και είπε στην Γκρέισι, «αν θέλεις να μάθεις για τη μπύρα καλύτερα να ρωτήσεις τον πατέρα σου».
Χωρίς να νοιαστεί για τη φασαρία που έκαναν οι φαρδιές, γούνινες, με αυτιά λαγού, παντόφλες της, η Γκρέισι ξεκίνησε να περπατάει στις μύτες των ποδιών της διασχίζοντας τον διάδρομο. Ο μπαμπάς της έβλεπε ποδόσφαιρο στην καινούργια τηλεόρασή του με την οθόνη πλάσμα κι αν το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον έχανε για μια ακόμα φορά θα τον έπιαναν τα νεύρα του. Ωχ, ωχ. Η Γκρέισι άκουσε μια κακιά λέξη. Το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον πάλι έχανε. Αλλά η Γκρέισι ένιωσε πολύ πιο άνετα όταν είδε οτι ο θείος Μο είχε έρθει κι αυτός για να παρακολουθήσει τον αγώνα και, φυσικά, για να πιει μερικές μπύρες με τον μπαμπά της.
Ο θείος Μο δεν έπαιρνε τα σπορ στα σοβαρά. Αποκαλούσε τον εαυτό του φιλόσοφο, αν ξέρεις τι είναι αυτό. Είχε αποφοιτήσει από μια ντουζίνα κολέγια, δούλευε σπάνια και είχε ταξιδέψει σχεδόν σε κάθε μέρος που μπορεί να πάει κάποιος χωρίς να του κόψουν το κεφάλι. Η κυρία Περκλ έλεγε οτι ήταν «τρελάρας», αλλά η Γκρέισι τον συμπαθούσε. Δεν την ένοιαζε που ο θείος Μο είχε ένα πρόσωπο σα νεροχύτη γεμάτο άπλυτα πιάτα, ούτε που το μουστάκι του έμοιαζε με ψόφιο σπουργίτι.
Η Γκρέισι σκούντηξε ντροπαλά τον κύριο Περκλ. Η φωνή της ήταν διακριτική όταν ρώτησε, «μπαμπά μπορώ να δοκιμάσω τη μπύρα σου;»
«Με τίποτα», μούγκρισε ο πατέρας της χωρίς να πάρει τα μάτια του από την οθόνη. «Η μπύρα είναι για μεγάλους».
Η Γκρέισι γύρισε προς τον θείο Μο, ο οποίος της έκανε νόημα να πλησιάσει, όπως ακριβώς το περίμενε. Ο θείος Μο άπλωσε το χέρι του με το κουτάκι της μπύρας –κι έτσι ακριβώς, πίσω από την πλάτη του μπαμπά της, η μικρή Γκρέις Περκλ, ήπιε την πρώτη της γουλιά μπύρας.
«Ιιικ!», έκανε μια γκριμάτσα. «Είναι πικρή».
«Για να σε ξεδιψάει αγαπητή μου».
«Τι την κάνει τόσο πικρή θείε Μο;»
«Επειδή είναι φτιαγμένη από λυκίσκο».
Η Γκρέισι έκανε άλλη μια γκριμάτσα. «Εννοείς τα άγρια ζώα που...;»
«Όχι κουνελάκι, η μπύρα δεν φτιάχνεται από λύκους. Ο λυκίσκος είναι ένα περίεργο φυτό που ούτε τα φυτοφάγα ζώα δεν το τρώνε. Οι αγρότες ξεραίνουν τα λουλούδια απ΄αυτό το φυτό και τα λένε ‘λυκίσκους’. Θα πρέπει να σου πω οτι μόνο τα θηλυκά φυτά χρησιμοποιούνται για να φτιαχτεί η μπύρα κι αυτό είναι ίσως ο λόγος που προσελκύει τους άντρες. Είναι το ένστικτο του ζευγαρώματος».
«Μο!»
Ο θείος αγνόησε τον πατέρα της Γκρέσι. «Τέλος πάντων», συνέχισε, «όταν οι ζυθοποιοί ανακατεύουν λυκίσκο με ζύμη, κριθάρι και νερό κι αφήνουν το μείγμα να ζυμωθεί –να ωριμάσει –με κάποιο μαγικό τρόπο βγαίνει ένα ελιξίριο τόσο πανηγυρικά αεριώδες, τόσο βασιλικά μεγαλοπρεπές, τόσο γαργαλιστικά ξεσηκωτικό, τόσο θριαμβευτικά αναζωογονητικό, που κυριεύει την ψυχή σου και την οδηγεί σ΄εκείνο τον ουράνιο τόπο όπου, για να παραφράσω τον Μποντλέρ, όλες οι ανθρώπινες επιθυμίες επιπλέουν και μεγενθύνονται».
«Μην της λες τέτοιες βλακείες. Είναι ακόμα πέντε χρονών».
«Σχεδόν έξι», υπενθύμισε η Γκρέισι.
«Στην Ιταλία και στη Γαλλία, ένα παιδί στην ηλικία της Γκρέισι μπορεί να μπει σ΄ένα μαγαζί, να παραγγείλει μπύρα και να του τη σερβίρουν μια χαρά».
«Ναι, εντάξει –αυτοί οι άνθρωποι είναι τρελοί».
«Ίσως –αλλά έχουν πολύ λιγότερα προβλήματα αλκοολισμού σε αυτές τις χώρες από ότι έχουμε εδώ στην ασφαλή και συνετή Αμερική μας».
Ο κύριος Περκλ μουρμούρισε κάτι μέσα από τα δόντια του πριν αφοσιωθεί ξανά στην οθόνη όπου το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον έκανε ένα ακόμα χαζό λάθος στο παιχνίδι του. Ο θείος Μο πήρε ακόμα μια μπύρα από το ψυγείο και την κράτησε μπροστά στην Γκρέισι για να τη θαυμάσει. «Η μπύρα ανακαλύφθηκε από τους αρχαίους Αιγύπτιους», είπε.
«Αυτούς που έφτιαξαν τις μούμιες;»
«Ακριβώς αν και δεν πιστεύω να έχει κάποια σχέση το ένα με το άλλο. Έτσι ελπίζω, τουλάχιστον. Το θέμα είναι οτι οι Αιγύπτιοι θα μπορούσαν να ανακαλύψουν τη λεμονάδα –αλλά διάλεξαν να ανακαλύψουν τη μπύρα αντί γι’ αυτό».
Όσο η Γκρέισι τα σκεφτόταν όλα αυτά, ο θείος Μο τράβηξε το μεταλλικό έλασμα του τσίγκινου κουτιού μπύρας. Ακούστηκε ένας θόρυβος κι ακολούθησε ένα σιντριβάνι αφρού που απελευθερώθηκε σφυρίζοντας θριαμβευτικά. Ο θείος Μο ήπιε μια μεγάλη γουλιά, σκούπισε τον αφρό από το τραγικό του μουστάκι και είπε, «μιλώντας για ανακαλύψεις, ξέρεις οτι οι τσίγκινες συσκευασίες ανακαλύφθηκαν το 1811, αλλά τα ανοιχτήρια ανακαλύφθηκαν το 1855; Είναι γεγονός. Σ΄αυτά τα 44 χρόνια οι πεινασμένοι άνθρωποι έπρεπε να ανοίγουν τις κονσέρβες τους με το χοιρινό και τα φασόλια χρησιμοποιώντας σφυρί και καλέμι. Ήταν πολύ τυχεροί που εκείνες τις εποχές δεν έβαζαν τις μπύρες σε τενεκεδένια κουτάκια, δε νομίζεις;»
Εκείνη τη στιγμή έκαναν διάλειμμα στο γήπεδο κι ο κύριος Περκλ σηκώθηκε για να πάει στην τουαλέτα. Όπως κι εσύ μπορει να έχεις παρατηρήσει, η μπύρα κάνει τους μεγάλους δυνατούς άντρες να κατουριούνται σαν κουταβάκια.
«Έχεις ακούσει για τη Τζούλια Τσάιλντ, τη διάσημη μαγείρισσα; Όταν πήγε στο Παρίσι, το 1948, κουβάλησε μαζί της ένα κιβώτιο με αμερικάνικες μπύρες. Η γαλλίδα υπηρέτριά της δεν είχε ξαναδεί μπύρες σε τσίγκινα κουτάκια κι έτσι, προσπάθησε να ξεφορτωθεί τα άδεια κουτάκια ρίχνοντάς τα στην τουαλέτα. Φυσικά, η τουαλέτα βούλωσε. Χρειάστηκαν σχεδόν τρεις μέρες στον υδραυλικό για να ξεβουλώσει τις σωλήνες».
Η Γκρέισι γέλασε. Κοίταξε τα άδεια κουτάκια που ήταν πεταμένα στο τραπέζι και σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να κάνει μια καλή πλάκα στον πατέρα της πετώντας τα στην τουαλέτα. Ή μήπως όχι; Θα έπρεπε να το σκεφτεί περισσότερο αυτό.
Για μια ακόμα φορά, ο θείος Μο έδωσε τη μπύρα του στη Γκρέισι. Εκείνη δίστασε, αλλά, επειδή ήταν ένα μικρό κορίτσι που της άρεσε η περιπέτεια, αποφάσισε να πιει ακόμα μια γουλιά. Αν και δεν είπε πάλι «ιικ», η μπύρα δεν της φάνηκε να έχει καλύτερη γεύση από την πρώτη φορά.
«Ο παιδίατρός σου μάλλον δεν θα στο έχει πει –εκτός φυσικά αν είναι Ιρλανδός –αλλά η μπύρα έχει θρεπτική αξία. Η Κινέζικη ονομασία της μπύρας είναι ‘υγρό ψωμί’», ο θείος Μο σταμάτησε για να πιει μια ακόμα γουλιά. «Ακόμα και η φτηνότερη μπύρα περιέχει ένα πακέτο έξι βιταμινών: θειαμίνη, ριβοφλαβίνη, παντοθενικό οξύ, πυριδοξίνη, βιοτίνη και... α ναι, κυανοκοβαλαμίνη. Μπορεί να πεις κυανοκοβαλαμίνη;»
«Κυνο... κυβο... κυοβαλυμαν... κυ...»
«Εντάξει, κοντά έπεσες. Στο περίπου, όλα τα παραπάνω ανήκουν στην οικογένεια της βιταμίνης Β, αλλά για την ακρίβεια, δεν έχω την παραμικρή ιδέα σχετικά με το γιατί κάνουν καλό στην υγεία κάτι τέτοια πραγματάκια».
Η Γκρέισι αδιαφορούσε για το καλό που κάνουν στην υγεία όλα αυτά. Απ΄όσο ήξερε, οι βιταμίνες ήταν ακόμα πιο ιικ κι από τη μπύρα.
«Θα σου πω τι θα γίνει», είπε σχεδόν ψιθυριστά ο θείος Μο. «Τη Δευτέρα θα πούμε στη μητέρα σου οτι θα σε πάω βόλτα στο Πάρκο Γούντλαντ. Αλλά αντί γι΄αυτό, θα πάρουμε κρυφά το λεωφορείο και θα πάμε στη ζυθοποιεία της Ρεντ Χουκ. Θα πάμε στην ξενάγηση που κάνουν εκεί κι έτσι θα δεις από μόνη σου πως ακριβώς φτιάχνεται η μπύρα. Πολύ εκπαιδευτικό αγαπητή μου, πολύ εκπαιδευτικό. Μετά την ξενάγηση θα τρυπώσουμε στο μπαρ και θα δούμε τον μπάρμαν να ποτίζει τις μαϊμούδες. Θα είναι καλύτερα κι από ζωολογικό κήπο».
Η Γκρέισι έφυγε τρέχοντας από το δωμάτιο, ενώ ρευόταν από συγκίνηση (ή μήπως έφταιγε η μπύρα;) . Τώρα είχε επιτέλους κάτι να περιμένει.
Υ.Γ.: Εντάξει, μην περιμένεις και πολλά από τη μετάφρασή μου -απλά για να πάρεις μια ιδέα έγινε.
Egidio Gherlizza- Τζέφυ και Τσέρυ
-
Ο Egidio Gherlizza είναι ένας καλλιτέχνης για τον οποίο μιλούν ελάχιστα,
ωστόσο ο πιο τυχερός χαρακτήρας του, ο αλήτης Σεραφίνο, κατάφερε να γίνει
μια μ...
Πριν από 5 μήνες
6 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:
tsekare an yparxoun metafrasmenes tpt istories ths Catherine Storr. Kserw oti sigoura yparxei to "agori kai o kyknos" , alla einai gia elafrws megalytera paidia. pera ap auto paradoksws oi ekdoseis patakh exoun kala vivlia. mesa sto mhna en tw metaksy vgazei ki enas filos m paidiko vivlio, eixa dei kati drafts kai kalo m fanhke, ama einai 8a s steilw ena copy.
tom robbins FTW!!!
Νομίζω οτι υπάρχει αυτό το "Αγόρι και ο κύκνος" (αν και κάπως πουστριλέ μου κάνει ο τίτλος).
Αυτός ο Τριβιζάς αδερφούλα είναι ψυχανώμαλος κανονικά μιλάμε! Άσε που κάνει το τόσο τόοοοοοσο για κονομήσει.
Πάντως η μικρή γουστάρει προσφάτως "το Ημερολόγιο ενός σπασίκλα" και το "Πως να εκπαιδεύσετε τους γονείς σας" -αμφότερα αρκούντως ρεμαλοειδή βιβλία. Της διάβασα και το οπισθόφυλλο του "Μπυ" και το περιμένει με αγωνία. Ελπίζω να μη μας κρεμάσει ο Τομ, γιατί πολλά έχουν δει τα μάτια μου.
Αυτη η μια μερα του Λεοπολδου...
Συζητουσα με εναν φιλο για το ποτε θα κυκλοφορησει η μεταφραση [γιατι η εκδοση στα αγγλικα εχει ηδη κυκλοφορησει απο οτι βλεπω στο amazon] και αναρωτιομουν αν θα παρει ας πουμε 6 με 7 χρονια οπως φαινεται να εχουν παρει οι προηγουμενες μεταφρασεις. Η' τουλαχιστον ετσι μου φαινεται πως εχει γινει με τα προηγουμενα βιβλια γιατι η "πρωτη εκδοση στα ελληνικα" οπως αυτη χρονολογειται στα βιβλια που εχω ηδη απο τον κοκκινομαλη απεχει συνηθως τουλαχιστον 5 με 6 χρονια απο την κανονικη εκδοση του βιβλιου.
Αν ισχυει κατι τετοιο και ισχυσει και σε αυτη την περιπτωση [βεβαια εδω το πρωτοτυπο ειναι μονο 130 σελιδες...] ειναι σημαντικο διαστημα να περιμενει κανεις...
Όπως και να 'χει, προσωπικα, εφαγα μια καποια ηττα που ειναι ετσι μικρουλι με αποτελεσμα να μην το εχω διαβασει ακομα.
"Πως να εκπαιδευσετε τους γονεις σας" -χαχα. Αυτο μου θυμιζει ενα αλλο που λεγαμε μικροτεροι "ειναι δυσκολο να μεγαλωνεις γονεις στην εποχη που ζουμε".
Καλησπερες.
Η μέρα που έκανε κι 100 χρόνια να κυκλοφορήσει γιατί κράταγε τα δικαιώματα ο Καψάσκης που το είχε πρωτομεταφράσει -τρέχα γύρευε και τζάμπα ο κόπος του.
Αλλά δε νομίζω να πάρει τόσο πολύ το "Μπυ", θυμάμαι οτι η Βίλα μεταφράστηκε στο οχτάμηνο από τότε που την αγόρασα φρέσκια-φρέσκια. Και είδα το τελευταίο του Κιουρέισι που αγόρασα από το Λονδίνο να πουλιέται ήδη στα βιβλιοπωλεία -άρα, ελπίζω να το διαβάσω στην κόρη μου σχετικά σύντομα το βιβλίο.
Καλησπέρα κιόλας δηλαδή! Χαχαχα
Hmmmmmmmmmmmm Beer
B is for Beer -right?
Δημοσίευση σχολίου
Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!