Δευτέρα, Ιανουαρίου 11, 2010

6. "Ιπτάμενοι νομάδες του σερφ"

Προηγούμενα:
1. "Ένα κωλάμαξο με κάτι κερατάδες"
2. "Η καλή νεράιδα ονόματι Δαβίδ"
3. Τρέχεις, τρέχεις -κυνηγάω"
4. "Δουλεύει καλά η Γουόρνερ Μπράδερς;"
5. "Ανώμαλα ρήματα"

Γ΄ ΠΡΑΞΗ

Πρόσωπα:
ΓΡΗΓΟΡΗΣ
ΤΑΚΗΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ
ΚΑΤΕΡΙΝΑ
ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ (Κοντά στα 60)
ΑΝΘΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ (Κοντά στα 30)

(Εσωτερικό σπιτιού, σαλόνι με σκάλα που οδηγεί στα υπνοδωμάτια – το σπίτι της παρέας, το ίδιο ακριβώς με την πρώτη σκηνή, όμως τώρα τα πάντα έχουν εμφανώς ψαχτεί, σπασμένοι δίσκοι, αναποδογυρισμένα έπιπλα, ακαταστασία -δεν υπάρχει κανένας μέσα, ακούγονται παράσιτα ασυρμάτων από δεξιά κι αριστερά της σκηνής).

(Διάλογος από ασύρματο).
Υπ.: Η περίμετρος εξακολουθεί αποκλεισμένη –επαναλάβατε!
Ανθ.: Η περίμετρος αποκλεισμένη –θετικόν.
Υπ.: Γνωρίσατέ μας θέσεις κρατουμένων.
Ανθ.: Ο υπ’ αρίθμ. Ένα ήδη εντός της οικίας –αναμένουμε εντολή για τους υπόλοιπους.
Υπ.: Οικία ασφαλής;
Ανθ.: Οικία ασφαλής –θετικόν.
Υπ.: Χρόνος Αριθμού Ένα εντός της οικίας;
Ανθ.: 10 λεπτά, κατά προσέγγιση.
Υπ.: Οδηγήσατε υπολοίπους εντός, κατά μόνας και ανά τακτά διαστήματα.
Ανθ.: Ανά τακτά διαστήματα –θετικόν. Ο υπ’ αριθμ. Δυο έτοιμος.
Υπ.: Αναμείνατε.
Ανθ.: Αναμένουμε –θετικόν.
(Σταδιακή διακοπή ήχων ασυρμάτων μέσω παρασίτων –λίγη ησυχία. Πνιχτοί θόρυβοι από τον πάνω όροφο. Ο Γρηγόρης κατεβαίνει τη σκάλα κρατώντας σακ βουαγιάζ. Διασχίζει το δωμάτιο, φτάνει στην κουρτίνα, την ανοίγει λίγο, κοιτάζει έξω).
Γ.: (χαμογελάει) Κουφάλες!
(Αρχίζει να σηκώνει τα αναποδογυρισμένα έπιπλα –μετά πηγαίνει στο πικάπ, σκαλίζει θλιμμένα τους σπασμένους δίσκους, βρίσκει έναν άθικτο –τον βάζει να παίξει. Blind Faith –Can’t find my way home. Μετά πηγαίνει προς την κουζίνα, θόρυβοι από καφετιέρα που γεμίζει με νερό. Επιστρέφει, κάθεται, ανάβει τσιγάρο).
Γ.: (μουρμουρίζει) «Αλλά είμαι κοντά στο τέλος και δεν έχω χρόνο/ είμαι ξοδεμένος και δεν βρίσκω το δρόμο να γυρίσω σπίτι μου» -σωστός ο μαλλιάς! Και να γυρίσεις σπίτι σου δηλαδή... άμα στο έχουν μαγαρίσει, μόνο σπίτι σου δεν είναι... (σηκώνεται, πάει στην κουζίνα, επιστρέφει με μια κούπα καφέ) Γενικώς μιλάμε –περί οικογενειακής αστείας, εντάξει;

(Ανοίγει η πόρτα, μπαίνει ο Τάκης αλαφιασμένος).
Γ.: Καλώς τ΄αρχίδια μας τα δυο!
(Ο Τάκης κλείνει την πόρτα πίσω του, κοιτάζει τριγύρω, μετά κοιτάζει έξω από το παράθυρο προσεκτικά).
Τ.: Τι γίνεται εδώ ρε πούστη;
Γ.: Καφεδάκι;
Τ.: Καφεδάκι;
Γ.: Ρωτάω αν θέλεις να σου βάλω...
Τ.: Έτσι θα το παίξουμε δηλαδή;
Γ.: Ε, πως αλλιώς;
Τ.: Τότε βάλε μου...
Γ.: Έφτασεεεε (δεν σηκώνεται από τη θέση του).
Τ.: Εντάξει, κατάλαβα... (πηγαίνει μόνος του στην κουζίνα, επιστρέφει με μια κούπα καφέ, κάθεται).
Γ.: Τσιγαράκι;
Τ.: Άσε, έχω τα δικά μου (ψάχνεται, βγάζει πακέτο και αναπτήρα, ανάβει –ο Γρηγόρης τον κοιτάζει περιμένοντας, ο Τάκης του τα πετάει στον αέρα, ο άλλος τα πιάνει χαλαρά).
Γ.: Τι άλλα νέα;
Τ.: Ε.. όπως τα’ξερες... αλλάζουν ποτέ τα δικά μας;
Γ.: Σωστός. Και για το άλλο...
Τ.: Λες για...
Γ.: Ναι, για...
Τ.: Μη δίνεις σημασία... Ιχ μπιν άιν Μπάαντερ Μάινχοφ...
Γ.: Γεγονός;
Τ.: Πως αλλιώς;
Γ.: Ακούστηκε κάτι περί αμοιβής...
Τ.: Τριάκοντα αργύρια κι έτσι, να πούμε;
Γ.: Και στο ρόλο του Χριστού...
Τ.: Οι τέσσερις άχρηστοι.
Γ.: Κάντους τρεις τους άχρηστους...
Τ.: Ποιος βγαίνει;
Γ.: Ποια –θες να πεις.
Τ.: Μια ζωή οι ίδιες μαλακίες...
Γ.: Κάπως αργά να αλλάξουμε, δε νομίζεις;
Τ.: Μέτρα με έξω απ΄αυτό.
Γ.: Δεν υπάρχει τέτοια προοπτική.
Τ.: Ναι ε; Λοιπόν θα σου πω εγώ τι δεν υπάρχει. Να ξανακάνω φυλακή –αυτό δεν υπάρχει!
Γ.: Γιατί τα σκαλίζεις τώρα; Παίξαμε –χάσαμε –μας πληρώνουν κι από πάνω...
Τ.: Πότε παίξαμε ρε πούστη; Εγώ πάντως δεν το πήρα είδηση...
Γ.: Πότε παίξαμε ρωτάει ο κρετίνος! Να σου θυμίσω λοιπόν –κόσμος μαζεμένος στα πέριξ της πλατείας, μπάτσοι, κλούβες –τα ασθενοφόρα ακούγονται από μακριά, θυμάσαι τίποτα;
Τ.: (κοιτάζει τριγύρω) Τώρα μας ακούνε; Μας γράφουν;
Γ.: Πάντα μας ακούγανε ηλίθιε –εκτός από τώρα. Επειδή τώρα μας έχουν, δεν τους νοιάζουν τα ντεσού...
Τ.: Πάντα μας είχαν νομίζω...
Γ.: Σωστός, αλλά δεν είναι εκεί το θέμα.
Τ.: Και που είναι το θέμα δηλαδή;
Γ.: Πρόσεξέ με –όλοι μαζεμένοι στα πέριξ της πλατείας, γνωστοί, φίλοι, συν κάμποσα ρεμάλια που αποφεύγουμε να χαιρετήσουμε καθότι πιθανοί να σου βουτήξουν κάνα δάχτυλο την ώρα της χειραψίας...
Τ.: Κάποιο πανηγύρι...
Γ.: Το τελευταίο πανηγύρι. Μόνο που η μουσική σκέτη απελπισία, γκλοπς που κοπανάνε στους τοίχους κι ασπίδες...
Τ.: Κι εμείς έτοιμοι να χορέψουμε με δάκρυα στα μάτια...
Γ.: Επειδή έχουν αρχίσει τα δακρυγόνα...
Τ: Οι μπροστινοί αρκετά τσαμπουκαλεμένοι...
Γ.: Μη μασάτε ρε μαλάκες, σήμερα θα τους πηδήξουμε! Κι άλλα πολλά επαναστατικά...
Τ.: Οι γύρω δρόμοι να φορτώνουν συνέχεια –μπλε και πράσινοι κόκκοι, κράνη, ασπίδες...
Γ.: Κανονική διαφήμιση απορρυπαντικού...
Τ.: Κι εμείς στη μέση της πλύσης...
Γ.: Θυμάσαι παρακάτω;
Τ.: Τι να θυμάμαι;
Γ.: Αυτούς που αποχώρησαν συντεταγμένοι επειδή δεν είχαν ωριμάσει οι συνθήκες... τους θυμάσαι;
Τ.: Προχώρα...
Γ.: Τους άλλους που χώθηκαν μπαρουτιασμένοι στα στενά ψιθυρίζοντας κάτι για εκδίκηση; Τους θυμάσαι κι αυτούς;
Τ.: Έλα, τελείωνε...
Γ.: Κι όσους πέσανε με τα δόντια στις ασπίδες χεσμένοι στα κόκκινα –υπήρχαν και τέτοιοι, θυμάσαι;
Τ.: Που θες να καταλήξεις;
Γ.: Τι κάναμε εμείς τότε; Με ποιους πήγαμε; Εκεί θέλω να καταλήξω.
Τ.: Με ποιους πήγαμε;
Γ.: Το χαζό παριστάνεις; Εκεί ήμασταν, μαζί τα είδαμε όλα αυτά –σκίστηκε το καταπέτασμα, χωρίστηκε η θάλασσα κι ο περιούσιος λαός...
Τ.: Δεν πρόλαβε να περάσει επειδή είχε ουρά ο πάγκος με τα σουβλάκια...
Γ.: Λουκάνικα! Καυτεροί Σκύλοι για την ακρίβεια!
Τ.: Περί ορέξεως...
Γ.: Όταν αναφερόμαστε σε ιστορικά γεγονότα οι λεπτομέρειες μετράνε!
Τ.: Ωραία -και λοιπόν;
Γ.: Έχω κάνει μια ερώτηση...
Τ.: Εντάξει –μας γκάστρωσες! Εκεί ήμουνα και ξέρω τι θες ν΄ακούσεις... Με κανέναν πούστη δεν πήγαμε, μόνοι μας τραβηχτήκαμε με τα σουβλάκια στο χέρι...
Γ.: Λουκάνικα! Καυτεροί Σκύλοι!
Τ.: Ότι γουστάρεις...
Γ.: Ν΄ακούσω το παρακάτω –αυτό γουστάρω. Επειδή μιλάμε για κάποια επανάσταση εδώ πέρα και την ώρα των αγωνιστικών ζυμώσεων...
Τ.; Εμείς πλακωνόμαστε στο φαΐ –εντάξει. Καθότι υπάρχει εκείνη η κοπέλα που μας έχει καλέσει σπίτι της το βράδυ και θα είναι διάφοροι μαζεμένοι, για τα γενέθλιά της...
Γ.: Έχουμε πληροφορίες οτι θα παραστεί αυτοπροσώπως ο παππούς που σουφρώνει δισκάκια από το σούπερ μάρκετ της Αμερικάνικης Βάσης –φρέσκο πράμα, ακυκλοφόρητο στα δισκάδικα...
Τ.: Και όλες οι γκόμενες του κόσμου θα είναι εκεί –παρφουμαρισμένες, έτοιμες να γοητευτούν από τα σκισμένα μας τζιν, πρόθυμες να πιουν το καταπέτασμα...
Γ.: Και να ρουφήξουν τη θάλασσα...
Τ.: Είμαστε 17 χρονών και όλα μοιάζουν υπέροχα...
Γ.: Αλλά πεινάμε του κερατά! Πως θα πιούμε με άδεια στομάχια;
Τ.: Γι΄αυτό στημένοι στον πάγκο, στην ουρά...
Γ.: Για Καυτερούς Σκύλους...
Τ.: Άνευ σημασίας...
Γ.: Τότε πέφτουν οι πρώτες μολότοφ –αυτό έχει τη σημασία του, όσο να πεις...
Τ.: Άνευ σημαντικής σημασίας –εφόσον έχει σχεδόν φτάσει η σειρά μας να αγοράσουμε...
Γ.: Οι κανίβαλοι παθαίνουν παράκρουση, οι μπάτσοι αποφασίζουν να διαλύσουν αυτό το πανηγύρι...
Τ.: Όμως όλα αυτά δεν μας αφορούν –εμείς την έχουμε δει τουρίστες...
Γ.: Με τους Καυτερούς Σκύλους ανά χείρας όσο ο κόσμος τρέχει...
Τ.: Εμείς δεν έχουμε σχέση –γιατί να τρέξουμε;
Γ.: Λόγω του οτι οι μπάτσοι σκέτα ρομπότ –θωρακισμένοι κι αργοκίνητοι...
Τ.: Μας βρίσκουν εύκαιρους και μας βουτάνε...
Γ.: Κάποιο ξύλο, τσαλαπατάνε και το φαγητό μας...
Τ.: Τι περίμενες δηλαδή από μπάτσους;
Γ.: Είμαι 17 χρονών και περιμένω λίγη γαμημένη λογική –να μη μου πετάνε τη μπάλα όταν έχω δηλώσει οτι δεν παίζω άλλο. Θα μου σπάσουν κάνα δόντι...
Τ.: Για τη δική σου λογική μιλάς!
Γ.: Γιατί; Υπάρχει κι άλλη;
Τ.: Είμαστε 17 χρονών και δεμένοι με χειροπέδες. Κρατητήριο, σολάριουμ στο ανακριτικό, πιανάκι, πασαρέλα για χάρη των φωτογράφων, δικαστήρια... Πάει το πάρτι, πάει η κοπέλα με τα γενέθλια, χάσαμε και τις μουσικές του παππού...
Γ.: Είδες που στο ίδιο καταλήγουμε; Το είπες και μόνος σου –χάσαμε. Παίξαμε και χάσαμε.
Τ.: Δεν είναι έτσι...
Γ.: Καλά, τραγούδα τώρα...
Τ.: Δεν είναι έτσι ρε μαλάκα!
Γ.: Και πως είναι δηλαδή; Δεύτερες ευκαιρίες και συγνώμη λάθος να το ξαναπάμε άλλη μια απ΄την αρχή;
Τ.: Αυτό που γουστάρουμε, αυτό είναι -κι εγώ δε συμφωνώ με το σενάριό σου φίλε. Άκου εκεί –παίξαμε και χάσαμε! Χαμένοι ήμασταν από την αρχή, έτσι γεννηθήκαμε ρε βλάκα –και τι σημαίνει αυτό;
Γ.: Ξέρω ΄γω; Πες μου εσύ τι σημαίνει που είσαι ο Φωτεινός Παντογνώστης!
Τ.: Σημαίνει οτι θα χάσω όπως γουστάρω εγώ, δεν πρόκειται ν΄αφήσω να με ξεβρακώσουν κιόλας –έχω κάποια γαμημένη αξιοπρέπεια!
Γ.: Εντάξει –αυτά μας τα ΄παν κι άλλοι...

(Ανοίγει η πόρτα, μπαίνει ο Μιχάλης με στυλάκι Τζον Τραβόλτα.)
Μ.: Ταράαααααα!
Γ.: (τον δείχνει στον Τάκη) Για ξανασκέψου αυτά τα περί αξιοπρέπειας...
Τ.: Είπαμε –γαμημένη!
Μ.: Τι έγινε; Δεν με περιμένατε ε; Κουφάλες –νομίζατε οτι θα τη βγάλετε καθαρή; Που είναι τα διαμάντια ρε; Που κρύψατε τον Ροζ Πάνθηρα; Αρχίστε να μιλάτε πριν αρχίσω τα χαστούκια!
Γ.: Τραβήξου εσύ μαζί του, εγώ πάω να παρακαλέσω μπας και με κλείσουν στα κάγκελα μια ώρα αρχύτερα...
Μ.: (κοιτάζει τριγύρω υποψιασμένα) Μόνοι μας είμαστε;
Τ.: Γιατί; Σκέφτεσαι να το εκμεταλλευτείς;
Μ.; Μπα –δεν είσαι ο τύπος μου. Πολύ μπρουτάλ χρυσέ μου, εγώ προτιμώ τα πιο παρφουμέ αγόρια...
Γ.: Όπως, ας πούμε;
(Ο Μιχάλης κουνάει τα χέρια ασυντόνιστα, όσο βολτάρει στο δωμάτιο –φτάνει στην πόρτα της κουζίνας, χρησιμοποιεί το φως που είναι αναμμένο εκεί μέσα και κάνει σκιές με τα δάχτυλά του στο πάτωμα. Οι άλλοι κοιτάζουν προσπαθώντας να μην καρφωθούν).
Γ.: (στον Τάκη) Πες του οτι μας έχουν γράψει στ΄αρχίδια τους κανονικά, από τη στιγμή που μας έχουν δεμένους και περικυκλωμένους...
Τ.: Άστον λίγο ακόμα –μην του το χαλάσω...
Γ.: Πάντως πρέπει να ξεμπερδεύουμε...
Τ.: Δε σε κρατάει κανείς.
Γ.: Πρέπει να είμαστε όλοι...
Τ.: Ποιος το λεει αυτό;
Γ.: Εγώ το λεω.
Τ.: Και η γκόμενα;
Γ.: Βγάλτην απέξω αυτή –είναι δικιά μας η υπόθεση.
Τ.: Έτσι ε;
Μ.: (γυρίζει απότομα προς το μέρος τους) Ρε μαλάκες, θα κάνω πολλή ώρα ακόμα τον Σπαθάρη;
Τ.: Ξέρω ΄γω; Άμα σε ευχαριστεί...
Γ.: Δεν υπάρχει λόγος ρε Μάικλ –μας έχουν στο φτύσιμο...
Μ.: Τόσο πολύ;
Γ.: Η υπόθεσή μας θεωρείται λήξασα...
Μ.: Καταλαβαίνουν αυτοί από ημερομηνίες λήξης;
Γ.: Καταλαβαίνουν μια χαρά αγόρι μου. Επειδή εδώ πέρα το έχουμε κάνει ενεχυροδανειστήριο –αν βγει βρώμα όλοι καίγονται.
Μ.: Μήπως τα κρατήσουν για ιδιωτική χρήση λέω...
Γ.: Τι ιδιωτική χρήση τώρα; Δεμένους μας έχουν και με τη βούλα. Αν καθίσουν να σκαλίσουν τα κάρβουνα θα τους πνίξει το ντουμάνι –άσε που μπορεί να εμφανιστεί κανένας αδέκαστος σε στυλ Σέρπικο και να απορήσει περί του πως γίνεται η αστυνομία να πληρώνει ενόχους...
Τ.: Ναι, καλά! Σιγά μη σκάσει κι ο Φεγγαροκέφαλος από καμιά γωνιά!
Γ.: Τέλος πάντων –αδιάφορο το όλο θέμα...
Μ.: Καφεδάκι;
Τ.: Βάλε μόνος σου.
(Ο Μιχάλης πηγαίνει προς την κουζίνα, όταν φτάνει στην πόρτα τους κάνει κάποια νοήματα του απαντάνε και οι δυο με κωλοδάχτυλο).
Γ.: (κάθεται στον καναπέ απολαμβάνοντας τον καφέ του) Να τελειώνουμε όμως –εντάξει;
Τ.: (κάθεται απέναντί του) Τελειωμένοι είμαστε.
Γ.: Λέω για...
(Έρχεται κι ο Μιχάλης, κάθεται στον καναπέ).
Μ.: Λοιπόν; Τι σύστημα θα παίξουμε κόουτς;
Γ.: Πεντακόσα άμα τη αποφυλακίσει...
Μ.: Εγγυητικές;
Γ.: Δεσμευμένα σε ονομαστικούς λογαριασμούς –θα κάνουμε πληρεξούσια στην Κατερίνα...
Μ.: Κανόνισες;
Γ.: Ναι. Καθαρή σαν γαμπριάτικο πουκάμισο.
Μ.: Ωραίος. Και τελικά;
Γ.: Θα δούμε τα βιβλιάρια πριν υπογράψουμε τις καταθέσεις –όταν γίνει η δίκη θα απελευθερωθούν οι λογαριασμοί...
Μ.: Κι αν δεν;
Γ.: Αφελής παρατήρηση! Ποιος καρφώνεται από τα εμβάσματα στους λογαριασμούς μας; Θα τους κάνουμε βούκινο!
Τ.: Πόσα κιλά κορόιδα είσαστε; Θα σας τυλίξουν σε μια κόλα χαρτί και μετά θα το παίξουν Κινέζοι...
Γ.: Δεν τους παίρνει. Θα πέσει κράξιμο!
Τ.: Ναι ε; Δηλαδή θα βγεις να πεις οτι οι μπάτσοι σε πληρώσανε να το παίξεις Ψυχρός Εκτελεστής κι αυτό θα το δημοσιεύσει καμιά από τις φυλλάδες τους! Που ζεις ρε φίλε; Στην Αρνητική Ζώνη να πούμε;
Μ.: Όπα, πάρτο αλλιώς γιατί θα βρεις! Τζάμπα τρως φρίκες Τακούλη –δεν υπάρχει λόγος να το κάνουν έτσι. Γιατί δηλαδή; Για να γλιτώσουν τα φράγκα; Μήπως δικά τους είναι; Ο φορολογούμενος πληρώνει! Ποιος να το σκαλίσει και για ποιο λόγο; Να κλείσουν την υπόθεση στα γρήγορα –αυτό δε θέλουν;
Γ.: Απρόσμενα εύστοχος από τη γραμμή των έξι κι εικοσιπέντε ο Μιχάλης!
Τ.: Πείτε οτι θέλετε –εγώ δεν υπογράφω.
Μ.: Και πως θα γίνει; Θα το παίξουμε ενδοφραξιονιστικές διαφωνίες;
Τ.: Δεν πα’να το παίξετε και τριπλή παραλλαγή; Εγώ είμαι εκτός –τελείωσε το θέμα.
Μ.: Όπως τα βλέπω εγώ...
Τ.: Χέστηκα περί του πως τα βλέπεις εσύ.
Γ.: Δεν υπάρχει λόγος να πλακωνόμαστε μεταξύ μας. Καλύτερα να ρολάρουμε τα ζάρια ακόμα μία....
Τ.: Δεν βαρέθηκες τα ασσόδυα;
Γ.: Και τις εξάρες μη σου πω! Βαρέθηκα να τις περιμένω...
Μ.: Αρτιφίσιαλ αγωνία κι έτσι; Αφού ήταν ανέκαθεν πειραγμένα τα ζάρια –γνωστό αυτό...
Γ.: Σωστός. Να δούμε λοιπόν τι άλλο υπάρχει στον κατάλογο πριν παραγγείλουμε...
Τ.: Μην το κουράζεις....
Γ.: Κι απ΄ότι βλέπω έχουμε μόνο την περίπτωση Αμετανόητος με Αγριεμένο Μάτι –κάποιες ροχάλες στις κάμερες ίσως... Με έναν πρόχειρο υπολογισμό, όλο αυτό μας κάνει (σκέφτεται)... μείον 15, συν 37, δια 3 κόμμα 14... μάλιστα! Δις ισόβια! Δεν βγαίνεις από εκεί μέσα ούτε με τιρμπουσόν.
Τ.: Άκου κάτι...
Μ.: Κι εμείς πως θα το φτιάξουμε δηλαδή; Τα παίρνουμε όλα πάνω μας;
Γ.: Είναι κι αυτό μια λύση...
Μ.: Και θα μπορέσουν να μας καθαρίσουν όταν έχουμε ομολογήσει τα στυγερά εγκλήματα; Επειδή κάπως περίεργο μου κάνει –εμείς τα κάναμε κύριοι δικαστές, ευχαριστούμε πολύ κατηγορούμενοι, πάρτε 20 έκαστος –εγώ δεν έκανα τίποτα πάντως, ωραία, φάε δις ισόβια για να μάθεις παλιοπούστη!
Τ.: Κόφτε το λίγο ρε μαλάκες! Τζάμπα ψειρίζετε τη μαϊμού –δεν πρόκειται να πάω σε δίκη...
Μ.: Και πως θα γίνει αυτό;
Τ.: Επειδή, εξυπνάκια, δεν πρόκειται να με βγάλουν ζωντανό από δω μέσα.... Δεν ξαναμπαίνω φυλακή.
(Σωπαίνουν, κοιτάζονται).
Γ.: Τελευταία σου λέξη;
Τ.: Απορώ γιατί δεν έχουν ξεκινήσει ήδη οι μεγάλες ορχήστρες!
Γ.: Κάτσε –θα το τακτοποιήσω.
(Σηκώνεται, πάει προς το πικάπ, ψάχνει για δίσκο. Μετά από κάποια ανασκαφή βάζει το Pet sounds των Beach Boys. Γυρίζει στη θέση του).
Τ.: Δεν είσαι σοβαρός!
Γ.: Κάποια ανακάλυψη έκανες τώρα!
Τ.: Μα... «Ιπτάμενους νομάδες του σερφ» και κατσίκια;
Γ.: Τα παράπονά σου στον κύριο πόλισμαν –που μου έκανε τη δισκοθήκη ρημαδιό.
Μ.: «Έρχονται και παριστάνουν τους ειρηνιστές/ αλλά είναι πολύ τσιτωμένοι κατά βάθος/ ταξιδεύουν τις μέρες τους/ και σπαταλάνε τις σκέψεις τους κάθε νύχτα» -καλά το πάω;
Γ.: Ούτε να το είχες γράψει!
Μ.: Εντάξει, ας ασχοληθούμε με τους τσιτωμένους τώρα...
Γ.: Κάποιος πληθυντικός μεγαλοπρέπειας!
Τ.: Ξεκολλάτε –είναι δική μου δουλειά όλο αυτό...
Μ.: «Θα μπορούσα να το κάνω δουλειά μου...»
Τ.: «Κι εγώ θα μπορούσα να κάνω τη δική σου δουλειά, δική μου...»
Μ.: «Μπα, δε θα σου άρεσε. Τα λεφτά που βγάζω είναι πολύ λίγα...»
Γ.: Και μετά τον χτυπάει με την κάνη του Λούγκερ κάτω απ΄τη μύτη...
Μ.: Ο Φίλιπ;
Τ.: Όχι –ο άλλος... Ο Έντι Μαρς νομίζω...
Γ.: Τέλος πάντων, γίνανε αυτά και δεν αλλάζουν. Τα γράψανε ήδη και στα βιβλία της Ιστορίας –Μάσκα, Μυστήριο, Μασκούλα κι όλα τα σχετικά.... Εδώ πώς ξεμπερδεύουμε, μου λες;
Τ.: Εσείς φεύγετε, εγώ μένω –απλό το θέμα.
Μ.: Έτσι σου είπανε;
Τ.: Τι ψάχνεις τώρα;
Γ.: Όχι –δικαίως το ψάχνει ο «Μισέλ, μα μπελ»... Καθότι δεν έχουμε συνηθίσει να αφήνουμε τους δικούς μας πίσω –πως να γίνει δηλαδή; Ξεφτίλες ναι –ξεφτιλισμένοι, όχι!
Τ.: Ωραία λόγια κι από τηγανίτα τίποτα!
Γ.: Κάτσε ν΄ακούσεις και περί τηγανίτα! Ρίχτα Μάικλ!
Μ.: Σε στυλ Σόνυ Βόρτζικ ας πούμε;
Γ.: Πως αλλιώς;
Μ.: (παίρνει υφάκι Αλ Πατσίνο) «Είμαι γαμημένος και είμαι απόβλητος. Αν με πλησιάσεις θα σε κολλήσω κι σένα, θα γαμηθείς μέσα-έξω, πάνω –κάτω...»
Τ.: Καλούτσικο...
Γ.: Σαν μίμηση, με το ζόρι παίρνει τη βάση –σαν σχέδιο όμως...
Τ.: Γάμησέ τα!
Μ.: Η μόνη προοπτική....
Τ.: Και πώς θα γίνει δηλαδή;
Μ.: Φέρνουμε τον έναν μέσα....
Τ.: Ποιον απ΄τους δυο;
Γ.: Τον μικρό. Ο γέρος είναι καμένο χαρτί –χάρη θα τους κάνουμε αν τον καθαρίσουμε, μη σου πω οτι θα τρέξουν αυτοί πρώτοι να τον πυροβολήσουν... Ο μικρός όμως είναι συμπαθητικό πουλέν. Έχει και φωτογραφία ταυτότητας που γράφει στο γυαλί...
Μ.: Άσε που δεν τον κόβω ικανό για διακανονισμό αν μείνει απέξω –ο γέρος έχει το μυαλό γι’ αυτά, βιάζεται κιόλας να ξεμπερδέψει...
Τ.: Εντάξει –τον μικρό, αλλά πως θα τον φέρουμε μέσα;
Μ.: Κάτι θα σκεφτούμε...
Τ.: Δυσκολεύομαι κιόλας να διακρίνω την απειλή... Αφήστε μας να φύγουμε γιατί θα δαγκώσουμε τ΄αυτί του πιτσιρικά; Εδώ έχουν κάνει το σπίτι παιδική χαρά!
Γ.: Μην αγχώνεσαι –έχω κάτι υπόψη...
Τ.: Εσύ;
Γ.: Αν βόηθαγες κι εσύ θα ήταν όλα πιο εύκολα....
Τ.: Σαχλαμάρες!
Γ.: Αυτά ξέρουμε, αυτά κάνουμε –μη μας ζαλίζεις τον έρωτα τώρα!
(Κοιτάζουν όλοι το δίσκο που συνεχίζει να παίζει).
Τ.: Τελευταία ερώτηση. Αν βουτήξουμε τον μικρό θα τον βγάλεις αυτόν τον κωλόδισκο;
Γ.: Αυθωρεί και παραχρήμα!
Τ.: Τότε αξίζει τον κόπο...
(Μένουν σκεπτικοί για λίγο ακόμα).
Μ.: Ποιος θέλει έξτρα καφέ;
Τ.: Εγώ!
Μ.: Εντάξει –αφού θα πας, βάλε μου κι εμένα!
(Κανένας δεν σηκώνεται από τη θέση του).
Τ.: Η Κατερίνα εδώ τριγύρω είναι;
Μ.: Την έχουν έξω μαζί τους. Πρόλαβα να τη δω όσο με φέρνανε...
Γ.: Μέγκλα! Λοιπόν, που είχαμε μείνει;
Τ.: Στο κάτι που έχεις υπόψη...
Γ.: Σωστός! Λέω να πάω για φρι ριφίλ καφεδάκι... Ποιος θα μου κάνει παρέα;
Μ.: Εννοείς....
Γ.: Σπίρτο είσαι σήμερα! Σου δώσανε τίποτα να πιεις στην απομόνωση;
Μ.: Κατσαρίδες α λα πολίτα....
Γ.: Α, γι΄αυτό...
Μ.: Φύγαμε;
Γ.: Απορώ γιατί είμαστε ακόμα εδώ!

7 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:

Ανώνυμος είπε...

μετάφραση δεν έχει;

πρτφ

The Motorcycle boy είπε...

Ε; Δεν έχω πιει ακόμα καφέ και είμαι κάπως αργός...

La koumbara είπε...

O T λέει "μέτρα με έξω απ' αυτό" κατά το count me out και ο Γ λέει "κάποια ανακάλυψη..." και "κάποιος πληθυντικός" από το some. Αλλά δεν μου φαίνονται αγγλοσπουδαγμένοι, οπότε νομίζω ότι δεν τους πάνε αυτές οι εκφράσεις.
Όσο για το στόρυ, περιμένω να ξεμπερδέψει.

The Motorcycle boy είπε...

Χαχαχα, ναι δεν είναι σπουδαγμένοι αλλά έχουν δει πολλές ταινίες φιλενάδα! Φυσικά, τα κομμάτια που σημειώνεις είναι σαφείς αναφορές (διάβαζε αντιγραφές) στους διαλόγους των ταινιών του Νικολαϊδη -κι εκεί οι ήρωες δεν ήταν τίποτα σπουδαγμένοι, μη φανταστείς!

Κι εσύ περιμένεις κι εγώ περιμένω να το ξεμπερδέψω για να το γράψω.

Ανώνυμος είπε...

δε ξερω εχω χασει λιγο τι μπαλα, γιατι να το κανουν αυτο. ασε που με ζαλισαν λιγο τοσες αλλαγες στο διαλογο....

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης είπε...

Νομίζω ότι ρίχνεις πιο πολύ απ' όσο θα έπρεπε το βάρος στη γλώσσα. Το μάγκικο ύφος κινδυνεύει να γίνει μανιέρα. Δεν μπορεί, κάπου πρέπει να ξανοίγεται η γλώσσα των τεσσάρων προσώπων και σε άλλες γλωσσικές ποικιλίες. Αλλιώς είναι μονόχνοτοι. Επίσης, δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω τα πρόσωπα. Μετά από τόσα κεφάλαια θα περίμενα να τους αναγνωρίζω από το ύφος και από τις ιδέες τους χωρίς να έχω την ανάγκη να κοιτώ τα Μ., Γ. κτλ. Επίσης, μου φαίνεται ότι το στόρι υστερεί λίγο. Κατά τι αναμενόμενο στην εξέλιξή του και δεν με εκπλήσσει. Αληθοφανής η επιλογή της συμφωνίας, αλλά δεν υποστηρίζεται επαρκώς, δεν εμφαθύνεις όσο θα ήθελα στις εσωτερικές προεκτάσεις.
Σ' τα γράφω γιατί... μου αρέσει (δε χρυσώνω το χάπι: ούτε έχεις την ανάγκη ούτε έχω το λόγο). Στο έχω πει: η γραφή σου είναι ολοζώντανη, ευέλικτη, μπορεί να τσακίσει και τα θέματά σου δυνατά. Δύο πράγματα νομίζω ότι φταίνε: αφενός ο Νικολαϊδης (σαν να μένεις υπέρμετρα, χωρίς να τον προχωράς) και αφετέρου ότι δε θέλεις να κάνεις τίποτα παραπάνω από αυτό που ήδη κάνεις.
Όλα αυτά με την σημείωση ότι πρόκειται για υποκειμενική - και μόνο - αίσθηση.

The Motorcycle boy είπε...

Ρε συ -αφού άργησες, δεν περίμενες μέχρι το μεσημέρι που θα βγάλω το τελευταίο κομμάτι; Χαχαχα. Την πάτησες νομίζω και τώρα θ' αναγκαστείς να ξανασχολιάσεις!

Παρακάτω:

Επέλεξα να είναι οι ήρωες παραπλήσιες όψεις του ίδιου χαρακτήρα επειδή ήθελα να βγάλω μπροστά μια συγκεκριμένη στάση ζωής κι όχι 3 ή 4 ανθρώπους. Δεν με ενδιέφεραν οι άνθρωποι σ΄αυτό το πράγμα -με ενδιέφερε μόνο η κοινή τους στάση και η περιορισμένη γκάμα των επιλογών τους. Βέβαια, κάποια ψήγματα διαφοροποιήσεων υπάρχουν -επειδή όμως αυτό το πράγμα έχει θεατρική μορφή νομίζω οτι δεν χρειαζόταν να τα μεγενθύνω.

Η γλώσσα είναι απομίμηση της Νικολαϊδικής τεχνοτροπίας -κι αυτό (πέρα από τον γνωστό θαυμασμό μου) αποσκοπεί στο να αποστασιοποιήσει τους ήρωες από την πραγματικότητα. Δεν ήθελα 4 (ή 6) πραγματικούς ανθρώπους, ήθελα καρικατούρες -στυλιζαρισμένες μαριονέτες κι αυτός είναι ο σκοπός του κειμένου. Ένα θέατρο σκιών με κανονικούς ηθοποιούς, ας πούμε.

Δεν υπάρχουν εσωτερικές προεκτάσεις αναφορικά με τη συμφωνία -οι ήρωες είναι μικροαπατεώνες, παρασιτικοί κι απόβλητοι -δεν σκέφτονται τίποτα περισσότερο από το πως να τη βολέψουν ακόμα κι όταν τα πράγματα στραβώνουν. Όσο για τη δομή της ιστορίας... υστερεί λες; Χαχαχαχα. Θα σου πω απλώς οτι την εμπνεύστηκα από μια είδηση που είχα ακούσει στο Σταρ την εποχή που πιάσανε τον Σάββα Ξηρό. Είπαν τότε οτι ανακρίνεται η διευθύντρια του υποκαταστήματος κάποιας τράπεζας επειδή, μετά τη σύλληψη Ξηρού, μετέφερε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό στον λογαριασμό του!

Αυτά -επεξηγηματικά, όχι σε στυλ "κάνεις λάθος", εντάξει;

Δημοσίευση σχολίου

Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Tomboy | Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες και οι άλλοι