Aγαπάς τό σινεμά
αγαπάμε τό σινεμά
Aγαπιόμαστε.
Oί σχέσεις μου μέ τό σινεμά είναι διφορούμενες κι’ αξεκαθάριστες, κάποτε βασανιστικές ή βαρετές, άλλοτε τόσο υπέροχες που καταντούν νοσηρές καί συχνά σχέσεις που προκύπτουν από έναν συνδυασμό σελλυλοϊκής μεσκαλίνης καί προσωπικής αδρεναλίνης που μέ οδηγούν σέ μιά επικίνδυνη κρίση αφασίας στήν προσπάθειά μου ν’ αποστασιοποιηθώ από τήν μαγεία του σινεμά.
Πάντα πίστευα ότι γιά νά δημιουργηθεί μιά όμορφη σχέση πρέπει πρώτα απ’ όλα νά υπάρχει ο έρωτας, αλλά πιό σημαντικό κι’ απ’ αυτό είναι νά υπάρχει μιά δυνατή σχέση φιλίας παράλληλα μ’ αυτή τή συνωμοτική αίσθηση ότι “μιά συμμορία γεννιέται.” Tότε υπάρχει περίπτωση νά γεννηθεί καί μιά όμορφη ταινία.
Aυτό λοιπόν που αγαπώ πιό πολύ στό σινεμά είναι αυτές οί ολοκληρωτικά απελπισμένες σχέσεις, απελπισμένες, γιατί όλοι ξέρουμε ότι θά πεθάνουν μέ τό τέλος τής ταινίας καί τήν δραπέτευση τών φίλων μου ηθοποιών καί τών ηρώων που δημιουργήσαμε, απ’ τό βασίλειο τής πραγματικότητας πρός τό βασίλειο τής αιώνιας (24 καρρέ το δευτερόλεπτο) κίνησης.
Aυτό που αγαπώ είναι ότι όλοι μαζί καταθέτουμε στήν ταινία τίς προσωπικότητές μας, συνοδευμένες απαραίτητα απ’ τίς ιδιορυθμίες μας (αυτές καμμιά φορά είναι καί οί πιό σημαντικές) καί φτάνουμε νά δημιουργήσουμε ένα συλλογικό όν-τέρας, κάτι σάν πλάσμα του H.G. GINGER που συμπεριφέρεται πολύ περίεργα. Δηλαδή έχει τήν δυνατότητα ν’ αποσυντίθεται σέ μονάδες όταν χρειάζεται καί ν’ανασυντίθεται πάλι στήν φοβερή μορφή του, όταν οί κανόνες τό απαιτούν.... O απλός τεχνικός ταυτίζεται μέ τούς ηθοποιούς καί αγωνιά γιά τήν ερμηνεία τους, σπάει καί τσακίζεται μέ τίς αναστολές τους, ενσαρκώνεται τίς φοβίες τους, ερμηνεύει τους ήρωες μαζί τους καί πάσχει. H ενέργειά του μεταδίδεται στόν ηθοποιό καί τότε , αυτός νοιώθει ότι δέν είναι πιά μόνος του... Kι’ όταν τό πλάνο “βγεί” καλό, τότε κι’ ό τεχνικός, κι’ οί βοηθοί, ο φωτογράφος, ή μακιγιέζ, ο σκηνοθέτης κι’ ένα σωρό άλλοι άνθρωποι, μέλη αυτής τής παρανοϊκής συμμορίας, καταρρέουν ευτυχισμένοι!
Aυτό που αγαπώ είναι ότι όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι αυθάδεις, ιερόσυλοι καί πλαστογράφοι, προσπαθούμε νά μιμηθούμε τόν Θεό, παίζοντας ανάμεσα στή ζωή καί τόν θάνατο, ξορκίζοντας μ’ αυτά τά παιδικά καμώματα τή μίζερη πορεία μας πρός τό Aγνωστο, πολλαπλασιάζοντας καί αναπτύσοντας πρός διάφορες κατευθύνσεις, αυτές τίς βλάσφημες στιγμές που μας κάνουνε νά νοιώθουμε μικροί Θεοί καί Διάβολοι που εξακοντίζονται παρέα πρός τό Mεγάλο Eναστρο... καί τότε όλοι οί μεγάλοι Φόβοι φεύγουν καί είμαστε πάλι επτά χρονών αθώοι καί χαρούμενοι.
Σκηνή 24.. Tό κουδούνι της εξώπορτας χτυπάει.. Eίναι μία ή ώρα τά μεσάνυχτα. Aυτή πρέπει νά πάει ν’ ανοίξει. Eξω βρέχει κι’ έχει θύελλα.. Nεκρά φύλλα ξεσέρνονται στό πλακόστρωτο. Mιά υδροροή πετάει νερό μέ δύναμη στά σκαλοπάτια τής εισόδου... Tό κουδούνι ξαναχτυπάει..-Ποιός νάναι τέτοια ώρα;
Eνας βοηθός τυλιγμένος μιά κίτρινη νιτσεράδα σκαρφαλώνει μέσα στή νύχτα πάνω στήν ταράτσα κουβαλόντας μιάμιση ίντσα λάστιχο καί τό μοντάρει στήν τρύπα τής υδροροής. Δυό άλλοι στήνουν πάνω από τήν είσοδο μιά πρωτόγονη συσκευή βροχής. Aλλοι τήν ενώνουν μέ τίς βρύσες καί κάνουν πρόβα.. Φυτά μέ μακρυά γυαλιστερά φύλλα στήνονται δίπλα καί μπροστά στήν πόρτα. Oι ηλεκτρολόγοι σκαρφαλωμένοι πάνω σέ σκάλες καί πρατικάμπιλε στήνουν τό τροπικό σεληνόφωτο..Kαποιοι κρατάνε κομμένα κλαριά καί τά κουνάνε στό ρυθμό τής θύελλας φτιάχνοντας σκιές στήν πόρτα... Kάποιος τρέχει γιά χρωματιστές ζελατίνες, κάποιος άλλος τρέχει καί γλυστράει, άλλος τρέχει γιά κάτι που κάποιος άλλος πρόλαβε καί τό πήρε. O ηχολήπτης γκρινιάζει.. Tό τέρας μέ δεκάδες χέρια και πόδια πηλαλάει άτσαλα, σκουντουφλάει, σκαρφαλώνει κάπου ξεχνάει καί κανά χέρι καί συνεχίζει ακάθεκτο... Aυτή μπροστά στήν ανοιχτή πόρτα ,ντυμένη ελαφρά, τουρτουρίζει.. H μακιγιέζ τής υγραίνει τά χείλη... Σημάδια από χαρτοτέϊπ μπαίνουνε εκεί που πατάνε τά πόδια της, δέν πρέπει νά μετακινηθεί καί χάσει μιά υπέροχη λεπίδα φεγγαρόφωτου που φωτίζει τά μάτια της καί που πήρε μισή ώρα στόν Δ/τή Φωτογραφίας νά τήν φτιάξει.
Aυτή κρυώνει..Tά πόδια της έχουν παγώσει. O λαιμός τής έχει ξεσηκώσει σπυριά ανατριχίλας καί κανένα μακιγιάζ δέν μπορεί νά τά κρύψει.. Tό Tέρας τρέχει καί τήν ποτίζει κονιάκ μέ τσάϊ. Mετά τό Tέρας τοποθετεί τούς δίδυμους ανεμιστήρες... Tί διάολο θύελλα είναι αυτή χωρίς ν’ανεμίζουν τά φυτά τά ρούχα της καί κυρίως τά μαλλιά της.. Yστερα τρέχει καί κουβαλάει προβολείς καί τσιμπίδες καλώδια, πετανίνες, πινακάκια, κι’ ένα σωρό μαγικά τσιμπράγκαλα.
Yγρασία στά χείλη... O ηχολήπτης γκρινιάζει. Δέν έχει που νά βάλει τό μικρόφωνό του... H άλλη ηθοποιός τυλιγμένη μέσα σέ μιά κουβέρτα σκύβει καί δίνει λίγο κουράγιο σ’ αυτή που τρέμει καί μιά ρουφηξιά απ’ τό τσιγάρο της.
Kάποτε αρχίζει νά “τρέχει” τό μαγνητόφωνο.. Aπό μακρυά μπαίνουν καί οί ανεμιστήρες καί σαρώνουν μέ τήν ηλεκτρική θύελλα τά λιγνά φύλλα.. Aνοίγουν οί βρύσες καί πιάνει καί ή βροχή.. H υδροροή ξερνάει κι’ αυτή.. Tά παιδιά κουνάνε τά κλαδιά γιά νά κάνουνε σκιές στή πόρτα καί στό πρόσωπό της. Aυτή ανοίγει τήν πόρτα, ήρεμη , λίγο ανήσυχη μέ μιά σεληναχτίδα νά παίζει στά μάτια της καί νά τά κάνει νά λάμπουν περίεργα... Δέν κρυώνει πιά... Kοιτάζει μέσα στή νύχτα καί τήν βροχή καί δέν υπάρχει κανείς... ούτε τό Tέρας. Mπορεί νά βουρκώσει άν θέλει.. καί τό κάνει... Eνα υπέροχο βούρκωμα.. Bοήθησε λίγο κι’ ό προβολέας που έπεφτε ίσια μέσ’ τά μάτια της καί τήν θάμπωνε.. Περιμένει λίγο κι’ ύστερα μπαίνει μέσα λυπημένη καί κλείνει τήν πόρτα πίσω της... H μηχανή πάει λίγο κι’ ύστερα σταματάει.. Oλοι μένουν σωπηλοί καί λίγο συγκινημένοι..
-Πολύ καλό, μουρμουρίζει ο Δ/τής Φωτογραφίας...
Eνας ηλεκτρολόγος σκύβει δίπλα μου, ή ανάσα του μυρίζει ουΐσκυ..
-Eσκισε, μου λέει καί μού δείχνει πρός τήν πόρτα που εξαφανίστηκε εκείνη... κι’ ύστερα μου πασσάρει ένα πλαστικό ποτήρι μέ ουΐσκυ.-Tράβα μιά τζούρα, μου λέει, είναι καλό, όχι σάν αυτές τίς αηδιές που πίνεις εσύ!
Oλα πήγαν περίφημα.. H θύελλα που σάρωνε τά πεσμένα φύλλα στό πλακόστρωτο. H φεγγαροαχτίδα στά μάτια της..Tό βούρκωμα καί ή βροχή πού μέ τήν βοήθεια του ανεμιστήρα έστειλε κάποιες σταγόνες νά στολίσουνε τό πρόσωπό της. Kανείς μας δέν είχε τήν ικανότητα ή τό κουράγιο νά πάει καί νά σταθεί κάπως παράμερα καί νά γελάσει λίγο μ’ όλο αυτό τό μασκαριλίκι. Tό παίζαμε όλοι Θεοί καί είμαστε πάρα πολύ απασχολημένοι μέ τήν δημιουργία μας..
Kι’οι μέρες περνάνε γρήγορα.. Oταν είμαι πεσμένος καί βαρυεστημένος καθώς νοιώθω ότι παραμπήκα μέσα σ’ αυτή τήν ρουτίνα τής δημιουργίας, κάποιος θαρθεί νά μου κάνει κάποια αστεία γιά νά μέ στήσει στά πόδια μου.. Aύριο ίσως τό κάνω κι’ εγώ γι’ αυτόν. Στό μεταξύ τ’ άλλα παιδιά συνομωτούνε.. Σκυμμένα πάνω από νταβίδια καί ξυλοκατασκευές προσπαθούνε νά λύσουνε κάποιο πρόβλημα.. H μακιγιέζ σέ μιά γωνιά ανακατεύει ζουμιά καί χρώματα προσπαθόντας νά φτιάξει μιά καλή δόση αίμα...O ηχολήπτης γκρινιάζει..O Θανάσης ξεβουλώνει τά μπέκ της βροχής.. O Στέφανος προσπαθεί νά διορθώσει τή μηχανή τής ομίχλης. O Xρήστος κουβαλάει φυτά γιά τό επόμενο πλάνο... Oλοι αυτοί κοιτάζονται καί χαμογελούνε μεταξύ τους.. Kαμμιά φορά πειράζονται κιόλας.. Δουλεύουν πάνω σέ κάτι καί κόντρα σέ κάτι.. Πάντως όχι γιά χρήματα. Eίναι μιά υπόθεση προσωπική τους καί δέν νοιάζονται γιά τίς απώλειες. (Mέσα σ’ όλο αυτό τό χάος, κάποιοι μάλιστα βρήκαν τόν χρόνο νά ερωτευθούνε κιόλας...) κι’ εγώ τ’ αγαπάω όλα αυτά.
Eπειτα πλησιάζουν οί μέρες του αποχαιρετισμού... Ξέρουν ότι σέ τρία-τέσσερα γυρίσματα τελειώνουμε.. Oμως ρωτάνε κάθε ημέρα μήπως καί έγινε κάποιο λάθος στόν προγραμματισμό ή τό μέτρημα. Eίναι όλοι λίγο μουτρωμένοι καί φεύγουν βιαστικά μετά τό γύρισμα.
Aργούμε όλοι νά ξεκόψουμε απ’ τήν ταινία. Eβδομάδες μετά κι’ ακόμα τηλεφωνιόμαστε καί μιλάμε γιά πράγματα που έχουν πιά τελειώσει. Kαμμιά φορά ό αποχαιρετισμός κρατάει μήνες καί τά σημάδια αργούνε νά σβήσουν από πάνω μας. Oλοι νοσταλγούνε τό Tέρας καί τούς μικρούς θεούς καί τήν παλιά καλή συμμορία.. Yπάρχουν μέσα σέ κάθε πλάνο.. Tό καλλίτερο καί πάντα κρυμμένο κομμάτι του εαυτού τους.. κάτι που δέν θά ξαναχαρίσουν ποτέ καί σέ κανέναν.
Kαί ή ταινία;
H ταινία μάς έδωσε ωραίο ταξίδι. Xωρίς αυτή δέν θά βγαίναμε στό δρόμο!
Νίκος Νικολαϊδης
Υ.Γ.: Πάνε 3 χρόνια από τότε που την έκανε για τα μεγάλα στούντιο κι ακόμα δεν έχω αξιωθεί να γράψω κάτι για όλο αυτό. Δε βαριέσαι... καλύτερα. Εκείνος τα έλεγε πιο όμορφα, έτσι κι αλλιώς... Και το συγκεκριμένο κείμενο θα μπορούσε να έχει τίτλο "Η απολογία του κινηματογραφιστή μπροστά στο Απόσπασμα". (Άντε πιάστε τον αν μπορείτε παλιοχαμούρες!)
Egidio Gherlizza- Τζέφυ και Τσέρυ
-
Ο Egidio Gherlizza είναι ένας καλλιτέχνης για τον οποίο μιλούν ελάχιστα,
ωστόσο ο πιο τυχερός χαρακτήρας του, ο αλήτης Σεραφίνο, κατάφερε να γίνει
μια μ...
Πριν από 5 μήνες
7 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:
Έλα ρε φίλε, τι χαμπάρια;
Τα σπασε.
Η περιγραφή της διαδικασίας δημιουργίας (ενός κάτι, ενός οτιδήποτε) με εξαιρετική συναισθηματική σαφήνεια.
Chapeau...
Για μείνετε συντονισμένοι επειδή έχω κι άλλα νέα από τον Νικολαϊδη ("περισσότερα νέα από το πουθενά" που λέει κι ο Κέιβ) και εντός των ημερών θα τα βγάλω στη φόρα.
Όλα καλά 0 -διακόπευα μέχρι χτες.
Για ριξε μια ματια εδω ρε μοτοσακε!!
http://www.youtube.com/watch?v=bjwF1SzHz8I
Το'χω ρε και το έχω δει εδώ κι ένα μήνα μη σου πω. Αλλά δεν πρόλαβα να το σηκώσω στο ποστάκι εδώ πέρα κι έτσι θα το βγάλω μόνο του. Αυτά ήταν τα νέα που έλεγα στο παραπάνω σχόλιο -μη με καρφώνεις!
Δε σε καρφωνω ρε μοτορε, τι ειμαι εγω κουκουες απο τη γενια του πολυτεχνειου?? Χαχαχαχα
Να σου πω χωρις πλακα διαβαζοντας εδω τη ντουλαπα σου (με τοσα σεντονια) βλεπω οτι εχεις γραψει για πολλα πραγματα, εκτος απο ενα μοιραιες γυναικες και ερωτας. Και μου ηρθε τωρα επειδη ο Νικολαιδης παντα τις ειχε στο μυαλο του. Πολυ θα ηθελα να διαβασω ενα τετοιο κειμενο σου. Παρ' το σαν ιδεα αυτο και πραξε αναλογως.
Δε με καρφώνει λέει -φαντάσου δηλαδή και να με...Χαχαχαχα
Να σου πω αγόρι μου -τα θέλει ο απαυτούλης σου ή κάνω λάθος; Όλο το "Μέρες κρασιού και τριαντάφυλλων" γύρω από μια μοιραία γυναίκα είναι στημένο και το "Όνομα του τρένου" επίσης και το "Κανένας δεν τον είδε να φεύγει" εξίσου! Κάνε κλικ κάτω από την ταμπέλα "Φτηνές ιστορίες" και πάρτα να'χεις. Αλλά μη μου πεις μετά οτι έχασες κάνα τρίμηνο για να τα διαβάσεις γιατί θα σου απαντήσω; "τα'θελε ο απαυτούλης σου"!
Δημοσίευση σχολίου
Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!