Αυτό είναι ένα κείμενο που έγραψα για το Wild Thing:
Martin McDonagh
Διάρκεια 110 λεπτά
Cast: Colin Farrell, Sam Rockwell, Woody
Harellson, Christopher Walken, Tom Waits, Abbie Cornish, Olga Kurylenko
Υπάρχουν κακοί σκηνοθέτες, καλοί σκηνοθέτες και
μεγαλοφυείς σκηνοθέτες. Το να διακρίνεις έναν κακό σκηνοθέτη είναι εύκολο, όμως
τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τον καλό σκηνοθέτη από την ιδιοφυία; Πολλά πράγματα
και κυρίως αυτή η ίδια η ιδιοφυία που δύσκολα κρύβεται, αλλά αν θέλεις να βγάλεις
ένα γρήγορο, σχετικό, συμπέρασμα δεν έχεις παρά να χρησιμοποιήσεις τη μέθοδο
που ονομάζω: «μετά την ταινιάρα, τι;»
Πολλοί σκηνοθέτες κάνουν μια καταπληκτική ταινία και
δημιουργούν προσδοκίες για το επόμενό τους βήμα, αλλά μόνο οι πραγματικές
ιδιοφυίες επιστρέφουν από το
αριστούργημα με άλλο αριστούργημα. Οι, απλώς, καλοί σκηνοθέτες είτε την
ψωνίζουν και ρεζιλεύονται, είτε αναμασάνε την επιτυχία τους ψάχνοντας να
επαναλάβουν το θαύμα. Θέλεις κάποια παραδείγματα; Ο Francis Ford Coppola, μετά το αριστουργηματικό
Conversation κάνει το Godfather και το Apocalypse Now! Ο Stanley Kubrick,
μετά το θρυλικό Spartacus κάνει
τη Lolita και το Doctor Strangelove. Ο Sam Mendes, μετά
το American Beauty κάνει το
Road to Perdition.
Κι από την άλλη μεριά: ο Danny Boyle, μετά το καταπληκτικό Trainspotting κάνει το πληκτικό A life less ordinary και το χάλια The Beach. Ο Guy Ritchie,
μετά το Snach κάνει το
Revolver.Ο Martin McDonagh,
μετά το εκπληκτικό In Bruges κάνει αυτή τη σαχλαμάρα, το Seven psychopaths.
Γιατί περί σαχλαμάρας πρόκειται. Η οποία δεν σώζεται ούτε
από τις εμβληματικές παρουσίες των Christopher Walken και Harry Dean Stanton, ούτε από τις
(αναμενόμενες πλέον) μούτες του Tom Waits,
ούτε βέβαια κι από τη ‘μια απ΄τα ίδια’ ερμηνεία των Colin Farrell, Sam Rockwell και
Woody Harellson.
Σκηνοθετικά, το όλο πόνημα εξαντλείται στη κατάχρηση
φίλτρων μπας και δημιουργηθεί κάποια ατμόσφαιρα. Όμως το φίλτρο, όταν
χρησιμοποιείται ασύστολα, κάνει την ίδια δουλειά στις κάμερες όπως και στα
τσιγάρα, κόβει δηλαδή εκείνα τα βλαβερά στοιχεία που κάνουν τη ζωή
ενδιαφέρουσα. Αν έφτανε να ρίξουμε ένα φίλτρο σέπια για να υποδηλώσουμε
αναμνήσεις κι ένα κίτρινο φίλτρο για να δηλώσουμε επικινδυνότητα τότε δεν θα
υπήρχε ανάγκη ούτε σεναριογράφου ούτε σκηνογράφου.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και το μεγαλύτερο πρόβλημα της
ταινίας, στο υπερφίαλο (αλλά ασύνδετο) σενάριο. Εντάξει, στην προηγούμενη
ταινία τού βγήκε το κόλπο τού McDonagh,
όχι τόσο επειδή το σενάριό του έλεγε πολλά πράγματα αλλά κυρίως λόγω των
ηθοποιών που ανέλαβαν να το αποδώσουν (και το απογείωσαν). Είχε και τη
μαγευτική Μπριζ η οποία είναι έτοιμο σκηνικό εφιάλτη, την έστησε υπέροχα την
ταινία! Έλα όμως που τα θαύματα δεν γίνονται κάθε μέρα!
Εδώ έχουμε ένα σενάριο βασισμένο σε (ασύνδετους μεταξύ
τους) αστικούς μύθους που αγκομαχάει να αποκτήσει συνοχή μέσω ενός κινηματογραφικού
χαρακτήρα (συγγραφέα) ο οποίος κυκλοφορεί στην ταινία επειδή απλώς δεν έχει
τίποτα καλύτερο να κάνει. Κανένας χαρακτήρας δεν ζωντανεύει όσο η ιστορία
εξελίσσεται. Κάθε φτηνό πυροτέχνημα εντυπωσιασμού κρατάει ελάχιστα επειδή ακόμα
κι ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος δεν δείχνει να το πιστεύει.
Μοιάζει το όλο θέαμα σαν κάποιος να προσπαθεί να διηγηθεί
μια τρομακτική ιστορία μέρα-μεσημέρι και ακόμα χειρότερα να έχει ξεχάσει κάποια
σημαντικά κομμάτια της. Στο τέλος κάποιοι σκοτώνονται και κάποιοι άλλοι ζουν,
άσε που κάποιοι τρίτοι ήταν ήδη σκοτωμένοι, αλλά κανέναν δεν ενδιαφέρει το όλο
θέμα.
Κρίμα για το πολλά υποσχόμενο καστ κρίμα και για την Kurylenko που τη χρησιμοποιεί
μόνο για κράχτη ο σκηνοθέτης σ΄έναν ξεκρέμαστο ρόλο.
0 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:
Δημοσίευση σχολίου
Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!