Έχεις απορίες;
1. Εισαγωγικά: "και όμως κινείται!"
2. 2. Εθνική ταυτότητα: «ο κρετίνος του διπλανού θρανίου»
3. Όψεις της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην Ελλάδα: "Ντελόγκ΄αφέντη, ούλοι πάμε γιαμά"
2. 2. Εθνική ταυτότητα: «ο κρετίνος του διπλανού θρανίου»
3. Όψεις της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην Ελλάδα: "Ντελόγκ΄αφέντη, ούλοι πάμε γιαμά"
Είναι (σ΄αυτό το υπερβατικό σύμπαν των ανεκδότων) ένας Γερμανός, ένας Ιταλός, ένας Γάλλος κι ένας Έλληνας οι οποίοι συμμετέχουν σε διαγωνισμό για το ποιος μπορεί να τελειώσει σε μικρότερο χρόνο κάποια, συγκεκριμένα, πράγματα. Ο χρόνος είναι δυο λεπτά και πρέπει μέσα σ΄αυτόν να συναρμολογήσουν ένα καρμπυρατέρ, να φάνε μια μακαρονάδα και να κάνουν σεξ με μια γυναίκα. Ξεκινάει πρώτος ο Γερμανός, συναρμολογεί το καρμπυρατέρ κι εκεί τελειώνουν τα δυο λεπτά. «Εμείς στη Γερμανία, πιστεύουμε οτι η δουλειά είναι πάνω απ΄ όλα», λέει παραδεχόμενος την ήττα του. Έρχεται η σειρά του Ιταλού, πλακώνεται στη μακαρονάδα, τελειώνει ο χρόνος. «Εμείς στην Ιταλία πιστεύουμε οτι το φαγητό είναι πάνω απ΄ όλα», σχολιάζει παραδεχόμενος την ήττα του κι αυτός. Έρχεται ο Γάλλος, βουτάει τη γυναίκα, τελειώνει κι ο δικός του χρόνος. «Εμείς στη Γαλλία πιστεύουμε οτι ο έρωτας είναι πάνω απ΄ όλα», σχολιάζει. Τελευταίος ο Έλληνας, ο οποίος βάζει τη γυναίκα να συναρμολογεί το καρμπυρατέρ όσο αυτός κάνει σεξ μαζί της και ταυτόχρονα τρώει τη μακαρονάδα από το πιάτο που έχει ακουμπισμένο στην πλάτη της. Μέσα σε δυο λεπτά τα έχει τελειώσει όλα! Το πλήθος επευφημεί, οι συναγωνιζόμενοι θαυμάζουν την εφευρετικότητά του, «μα πώς τα καταφέρατε, πώς το σκεφτήκατε!» τέτοια πράγματα. «Εμείς στην Ελλάδα», λέει κορδωμένος, «πιστεύουμε οτι άμα δεν γαμήσεις τον εργαζόμενο ψωμί δεν τρως».
Το παραπάνω ανέκδοτο παρουσιάζει την στρεβλή απεικόνιση της πραγματικότητας η οποία κυριάρχησε στην δόμηση της ελληνικής οικονομίας –αυτό που θεωρείται ως απαύγασμα της καπατσοσύνης (της ικανότητας δηλαδή να φέρνεις σε πέρας οτιδήποτε με τον μικρότερο δυνατό κόπο και με τα ελάχιστα δυνατά εφόδια) δεν είναι παρά η απεικόνιση ενός στουρθοκαμηλισμού. Γιατί αυτό που θα έπρεπε να είναι η λογική κατάληξη του ανεκδότου αποκρύπτεται –το οτι δηλαδή οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι συμμετέχοντες θα πλάκωναν τον Έλληνα στις σφαλιάρες γιατί, ούτε το καρμπυρατέρ έδεσε σωστά (αναθέτοντας την εργασία στη γυναίκα-αντικείμενο του σεξ και άρα άσχετη με μηχανολογία), ούτε το φαγητό ευχαριστήθηκε, ούτε από το σεξ αποκόμισε τίποτα περισσότερο πέραν της αυνανιστικής ικανοποίησης. Το οτι η πλήρης αποτυχία στην υλοποίηση κάποιων οικονομικών ενεργειών θεωρείται ένδειξη εφευρετικότητας σύμφωνα με την κατεστημένη άποψη η οποία επικρατεί στη χώρα, θα πρέπει να ειδωθεί σαν αποτέλεσμα «αγιοποίησης» της ελληνικής αβελτηρίας.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το γεγονός οτι η καρκινική ανάπτυξη του ελληνικού οικονομικού μορφώματος ξεκινάει εξίσου ανεκδοτολογικά και συγκεκριμένα με την ιστορία για την καλλιέργεια της πατάτας την οποία προσπάθησε να προωθήσει στον ελλαδικό χώρο ο Ιωάννης Καποδίστριας, αλλά για να τα καταφέρει, αναγκάστηκε να βάλει φρουρούς στην αποθήκη με τους σπόρους, ωθώντας έτσι τους κατοίκους στο να κλέψουν τους σπόρους (που δεν καταδέχονταν να πάρουν όσο μοιράζονταν δωρεάν) επειδή πίστεψαν οτι (λόγω φρούρησης) ήταν πολύτιμοι.
Η δημιουργία του ελληνικού κράτους μετά την ανεξαρτητοποίηση από την οθωμανική αυτοκρατορία δεν ήταν μια διαδικασία η οποία προήλθε σαν ευθύ αποτέλεσμα κοινωνικής επανάστασης, επειδή:
1. Η επανάσταση του ’21 είχε μεν κοινωνικές εκφάνσεις οι οποίες όμως καταπνίγηκαν (τις περισσότερες φορές από τους ίδιους τους ηγέτες της), δίνοντας τη θέση τους σε έναν αγώνα αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των γαιοπροσόδων και εξάλειψης των φόρων που πλήρωναν οι γαιοκτήμονες. Αυτό ήταν άλλωστε και το νόημα της αρχηγικής εμπλοκής των αρματολών στην εξέγερση και γι΄αυτό οι, όποιες, πολυπολιτισμικές φωνές (π.χ. Ρήγας Φεραίος) βγήκαν από τη μέση νωρίς και οι, τυχόν, κολλεκτιβικές μορφές διαχείρισης των πόρων (π.χ. Αμπελάκια) αφέθηκαν να παρακμάσουν.
2. Ακόμα κι αυτός ο φεουδαρχικός χαρακτήρας της επανάστασης του ’21 δεν στάθηκε δυνατό να οδηγήσει σε επικράτηση, αδυνατώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στον τοπικισμό, τον φυλετισμό, τη θρησκευτική επικυριαρχία και την έλλειψη σύμπνοιας μεταξύ των κοτζαμπάσηδων. Αποτέλεσμα ήταν να ηττηθούν οι επαναστατικές δυνάμεις και να χρειαστεί η παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων προκειμένου να εξασφαλιστεί η ανεξαρτητοποίηση του ελληνικού κράτους.
Εφόσον όμως δεν ευδοκίμησε κάποια κοινωνική επανάσταση προκειμένου να ανατραπούν οι όροι ιδιοκτησίας των παραγωγικών μέσων, αλλά και δεν έγινε μια ομαλή μετάβαση από ένα καθεστώς σε άλλο, ήταν φυσικό επακόλουθο να επικρατήσει οικονομικό, ιδιοκτησιακό και φορολογικό χάος στο νεοσύστατο κράτος. Στον τομέα της γεωργίας, όχι μόνο δεν έγινε αναδιανομή εδαφών αλλά οι συνθήκες εργασίας έγιναν σκληρότερες για τους ακτήμονες (κολίγους) απ΄αυτές που επικρατούσαν επί οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η κατάσταση εξελίχθηκε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και στα εδάφη που προσαρτήθηκαν στην ελληνική επικράτεια στη συνέχεια. Αγροτικές εξεγέρσεις καταπνίγηκαν με βίαιες μεθόδους, παλιοί αγωνιστές οδηγήθηκαν στην επαιτεία ενώ το σώμα της Χωροφυλακής εξελίχθηκε σε κανονικό στρατό κατοχής. Την εποχή της ευρωπαϊκής βιομηχανικής επανάστασης στην Ελλάδα εφαρμοζόταν το οικονομικό καθεστώς του «τσαρισμού άνευ Τσάρου» και, στις περιπτώσεις προσάρτησης εδαφών με κάποια δομημένη βιομηχανική γραμμή παραγωγής η στάση του ελληνικού κράτους ήταν τόσο αποτελεσματικά άκαμπτη που η ερήμωση της βιομηχανικής περιοχής αποτελούσε απλώς θέμα χρόνου. Όλα αυτά δεν θα δημιουργούσαν ιδιαίτερα μεγάλα προβλήματα αν η Ελλάδα κατέληγε, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη «φυσική» της θέση –δηλαδή στο λεγόμενο «ανατολικό μπλοκ» μαζί με τα υπόλοιπα Βαλκάνια. Από τη στιγμή όμως που αποφασίστηκε οτι η Ελλάδα θα ανήκει στο «δυτικό μπλοκ» (υποθέτω για λόγους διευκόλυνσης των εμπορικών και στρατιωτικών μετακινήσεων –πάντως σίγουρα όχι για λόγους ομοιογένειας με τις υπόλοιπες δυτικοευρωπαϊκές χώρες) ξεκίνησε μια αγωνιώδης προσπάθεια απόκρυψης των δομικών διαφορών κάτω από ένα χαλί κεντημένο με «καπατσοσύνη».
Ας δούμε το χαλί από πιο κοντά...
Υπενθυμίζοντας, σε πρώτη φάση, ότι από την εποχή σύστασης του ελληνικού κράτους κυριάρχησαν δυο, αλληλένδετες, οικονομικές τακτικές:
-Η υπερφορολόγηση όσων στερούνται περιουσίας (ως περιουσία νοείται η κατοχή αγαθών ή/και μέσων παραγωγής τα οποία προσκομίζουν κέρδος).
-Η διευκόλυνση όσων κατέχουν περιουσία να χρησιμοποιήσουν τα κέρδη που προσπορίζουν από αυτή καθώς και την όποια ρευστοποίησή της σε μη παραγωγικές δραστηριότητες (τουλάχιστον εντός των κρατικών ορίων).
Από την εποχή της εξέγερσης του Κιλελέρ (λόγω της επέκτασης και στις κοινόχρηστες γαίες της απαίτησης προσόδου –άρα λόγω αύξησης της φορολόγησης) μέχρι την σημερινή εποχή της υπέρμετρης αύξησης (τόσο της έμμεσης όσο και) της άμεσης φορολόγησης σε ποσοστό που ίσως ξεπερνάει το 40% του μισθού, τα στρώματα των μισθωτών είναι αυτά που πληρώνουν αναγκαστικά. Πράγμα που, με τη σειρά του, σημαίνει οτι η έννοια του φόρου είναι παντελώς αποκομμένη από την οποιαδήποτε κοινωνική αναγκαιότητα (που ίσως εξυπηρετεί), άρα και η ίδια η φοροαπόδοση προσδιορίζεται αντιστρόφως ανάλογα με την δυνατότητα του φορολογικού υποκειμένου να την αποφύγει.
Από την εποχή ακόμα της Τουρκοκρατίας και της ανάπτυξης των μεγάλων οικογενειών πλοιοκτητών εκτός ελλαδικού χώρου μέχρι τη σημερινή οργασμική ανάπτυξη των off shore εταιρειών στις οποίες μεταφέρονται τα εγχώρια κεφάλαια, η «αποικειοκρατική στρατηγική» εφαρμόστηκε με αξιοζήλευτη ευλάβεια στην Ελλάδα, με τη μόνη διαφορά βέβαια οτι οι «αποικειοκράτες» που απογύμνωναν τη χώρα από πόρους και έσοδα ήταν οι ιθαγενείς κάτοικοι της ίδιας της χώρας!
Σα να μην έφτανε η καταστροφική πορεία της χώρας (με οικονομικούς όρους) ήρθαν οι εμπλοκές σε Παγκόσμιους, Βαλκανικούς και κάθε λογής πολέμους για να αφαιρέσουν εργατικό δυναμικό και να καταστρέψουν τις όποιες υποδομές, προσθέτοντας παράλληλα στρατούς ανειδίκευτων ανέργων (γυναίκες και παιδιά), προσφύγων, αναπήρων πολέμου κ.λ.π. Για μια, υπό ανάπτυξη, οικονομία ο στρατός των εξαθλιωμένων είναι μάννα εξ ουρανού –εφόσον αυτοί μπορούν να αποτελέσουν πάμφθηνο εργατικό δυναμικό. Η μεταπολεμική Ελλάδα όμως, βγαίνοντας από μια 45ετία σχεδόν συνεχόμενων πολέμων, δεν διέθετε την παραμικρή προϋπόθεση οικονομικής ανάκαμψης. Αυτό γιατί:
1.Το παραγωγικό εργατικό δυναμικό της ήταν σημαντικά απομειωμένο (λόγω των πολέμων), σχεδόν εξ ολοκλήρου ανειδίκευτο και παράλληλα επεδείκνυε τρομερή σπουδή να φύγει από τη χώρα, αναζητώντας την τύχη του στην Ευρώπη, την Αμερική και την Αυστραλία κυρίως.
2.Οι οδικοί άξονες είχαν σχεδόν ολοκληρωτικά καταστραφεί και το ίδιο ίσχυε, εν πολλοίς, για τα λιμάνια, τα αεροδρόμια και τα (ελάχιστα πάντως) εργοστάσια της χώρας.
3.Οι γεωργικές εκτάσεις υποκαλλιεργούνταν για χρόνια, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να ενταχθούν σε διαδικασίες μαζικής παραγωγής.
4.Η χώρα είχε λεηλατηθεί με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο.
Ακόμα και αν η εξωτερική βοήθεια για την ανοικοδόμηση της χώρας αξιοποιούταν με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο, η ανοικοδόμηση θα ήταν άθλος. Είναι κατανοητό λοιπόν το τι συνέβη όταν αυτή η εξωτερική βοήθεια μοιράστηκε στους «ημέτερους» οι οποίοι, αφού αγόρασαν οτι ακόμα έστεκε όρθιο, φρόντισαν να βγάλουν εκτός χώρας μεγάλα οικονομικά ποσά που προορίζονταν για την ανοικοδόμηση της χώρας! Αν σε αυτό προστεθεί και ο χωρισμός των κατοίκων σε νικητές και ηττημένους (οι οποίοι δεν είχαν δικαίωμα, όχι πρόσβασης στα κεφάλαια ανοικοδόμησης, αλλά ούτε καν έμμεσης βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσής τους από την εξωτερική εκείνη βοήθεια) καταλαβαίνει κανείς οτι η μετέπειτα «ανάπτυξη» της χώρας η οποία διαφημίστηκε από τις πρώτες συντηρητικές κυβερνήσεις (και αποθεώθηκε από τη χούντα των συνταγματαρχών) ήταν στην πραγματικότητα ο πλουτισμός κάποιων μακρόβιων συμμοριών και η δημιουργία μιας εύθραυστης ιλουστρασιόν βιτρίνας η οποία κάλυπτε την οικονομική εξαθλίωση. Ήταν δηλαδή, ότι ακριβώς περιγράφει το ανέκδοτο του προλόγου: η ασύστολη εκμετάλλευση του εργαζόμενου ο οποίος δεν ήταν καν ικανός να φέρει σε πέρας την εργασία για την οποία κακοπληρωνόταν, προκειμένου ο συμμορίτης-εργοδότης να μπουκωθεί στα κλεφτά με όσο περισσότερο φαγητό μπορούσε.
Τα οικονομικά χαρακτηριστικά της μεταπολιτευτικής Ελλάδας δεν είχαν να επιδείξουν κάποια σημαντική βελτίωση –απλώς ένα κατασταλαγμένο μεταπρατικό μοντέλο στο οποίο η παραγωγική διαδικασία κινήθηκε σπασμωδικά (ανάμεσα στα ελάχιστα εργοστάσια που λειτουργούσαν ζημιογόνα, στις αγροτικές καλλιέργειες που πέρασαν από την κατά τύχη εκμετάλλευση στην ένταξη σε ένα ευρωπαϊκό πλάνο ανισότητας και ενός αχρείαστα τεράστιου τριτογενή τομέα). Σε εκείνη τη χρονική περίοδο θα πρέπει να αναζητηθεί και η σχιζοφρενική (για καπιταλιστικό κράτος) μετατροπή του βαθμού κοινωνικής καταξίωσης που συνεπάγεται το επάγγελμα. Πράγματι, θα πρέπει να αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία η κοινωνική καταξίωση που απολαμβάνει η εργασία στον δημόσιο τομέα στην Ελλάδα (και δεν έχει να κάνει καθόλου με συσχετισμούς περί κοινωνικής προσφοράς των δημοσίων υπαλλήλων). Οι υπόλοιπες κοινωνικά καταξιωμένες θέσεις εργασίας αφορούν είτε όσους έχουν την τυπική δυνατότητα να διαλεχθούν με την εξουσία (π.χ. δικηγόροι, συμβολαιογράφοι), είτε όσους «συνδιαλέγονται με τον θάνατο» (γιατρούς, φαρμακοποιούς) –αυτό είναι ένα σαφές δείγμα φοβικής κοινωνίας σε βαθμό μάλιστα τον οποίο δεν επέδειξαν ούτε καν υπόδουλοι λαοί ενώ βρίσκονταν υπό την απειλή της γενοκτονίας.
Αν θελήσει κανείς να εξετάσει τους παραγωγικούς τομείς της σύγχρονης Ελλάδας θα παρατηρήσει οτι:
-Ο πρωτογενής τομέας (γεωργία) πέρασε σε ένα καθεστώς επιδότησης χάνοντας την επαφή του με την οικονομία της αγοράς και στερώντας την, ελάχιστη έστω, δυνατότητα αυτοσυντήρησης της χώρας.
-Ο δευτερογενής τομέας (βιομηχανία, βιοτεχνία) λειτούργησε σε δυο άξονες: α) ως παράρτημα κάποιων πολυεθνικών και β) ως εγχώρια μικρομεσαία μονάδα παραγωγής. Στην πρώτη περίπτωση επήλθε μεταφορά των εργοστασίων με την πτώση του «ανατολικού μπλοκ» και την μείωση του εργασιακού κόστους στις χώρες αυτές. Στη δεύτερη περίπτωση, μέσω της απαξίωσης της εργοστασιακής παραγωγής λόγω απροθυμίας εκσυγχρονισμού του εξοπλισμού και των μεθόδων και λόγω της απροθυμίας των βιομηχάνων να επενδύσουν στις δικές τους μονάδες επήλθε σταδιακός μαρασμός.
-Ο τριτογενής τομέας διογκώθηκε υπέρμετρα και λειτούργησε απομυζώντας παραγωγικές δυνάμεις, προϊόντα και κεφάλαια.
Σ΄αυτόν τον τριτογενή τομέα αξίζει να σταθεί κανείς περισσότερο. Όχι τόσο (και μόνο) λόγω του γεγονότος οτι αναπτύχθηκε υπέρμετρα, όσο και γιατί ο συγκεκριμένος τομέας θα μπορούσε να είναι η σημαντικότερη πηγή ανάπτυξης σε μια χώρα η οποία δεν έχει κανένα παραγωγικό πλεονέκτημα πέραν της γεωγραφικής της θέσης (τόσο αναφορικά με τον τομέα των μεταφορών, όσο και με αυτόν της αναψυχής). Ο τριτογενής στην Ελλάδα θα μπορούσε (με αρκετή διάθεση απλούστευσης) να χωριστεί σε μεταπρατικό εμπόριο και παροχή υπηρεσιών.
Στον τομέα του εμπορίου η κατάρρευση ήρθε ως αναγκαία συνθήκη για τις εγχώριες εταιρείες, από τη στιγμή που άρχισαν να κλείνουν οι βιομηχανικές (και οι βιοτεχνικές) παραγωγικές μονάδες. Αυτό στέρησε στους ντόπιους εμπόρους το πλεονέκτημα του μειωμένου κόστους χοντρικής αγοράς των προϊόντων και, σε συνάφεια, με την είσοδο παραρτημάτων πολυεθνικών, τους αφαίρεσε κάθε προοπτική ανταγωνιστικότητας. Οι διαπροσωπικές σχέσεις, η παράδοση κάποιων εμπορικών καταστημάτων και άλλοι σχετικοί παράγοντες εξασφάλισαν στα εμπορικά καταστήματα τον απαραίτητο χρόνο για να μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους εκτός επιχείρησης ή να διαπραγματευτούν την πώλησή τους σε κάποια πολυεθνική. Φυσικά, για ανασυγκρότηση και επαναδιεκδίκηση του κομματιού της αγοράς το οποίο κάποτε τούς αναλογούσε –ούτε λόγος!
Συνεπώς, τα παραρτήματα των πολυεθνικών εταιρειών (και οι εγχώριες συνεργασίες τους) δεν αντιμετώπισαν κανενός είδους ανταγωνισμό που (σύμφωνα με τις φρούδες ελπίδες των θεωρητικών της ελεύθερης αγοράς) θα τους οδηγούσε σε κάποια προσαρμογή τιμών. Αποτέλεσμα αυτού είναι τα σημερινά εμπορικά καταστήματα της Ελλάδας να συγκαταλέγονται στα ακριβότερα της Ευρώπης.
Αναφορικά με τον τομέα της παροχής υπηρεσιών, θα πρέπει να συνυπολογιστεί οτι, όπως το εμπόριο χρειάζεται τροφοδότηση από τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία έτσι και οι υπηρεσίες χρειάζονται τροφοδότηση από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις σχολές κατάρτισης. Αν, για παράδειγμα, η επιστήμη της πληροφορικής (καθώς και οι εφαρμογές της) δεν διδάσκονται πουθενά σε μια χώρα, η πιθανότητα να παρέχει αυτή η χώρα υπηρεσίες πληροφορικής είναι μηδαμινή. Στην περίπτωση που εμφανίζονται παρεχόμενες υπηρεσίες από μια τέτοια χώρα, ή στην περίπτωση όπου οι παρεχόμενες υπηρεσίες δεν αντιστοιχούν στο εκπαιδευτικό επίπεδο της χώρας τότε πρόκειται για μια ακόμα εφαρμογή του ανεκδότου του προλόγου –με τους εργαζομένους στο ρόλο της γυναίκας που δένει το καρμπυρατέρ.
Μια ακόμα αναγκαία προϋπόθεση για την παροχή υπηρεσιών είναι η ύπαρξη των απαραίτητων υποδομών. Αν, ας πούμε, ένας υπάλληλος γραφείου δεν έχει στυλό να γράψει δεν υπάρχει περίπτωση να κάνει τη δουλειά του. Και στην Ελλάδα, οι υποδομές για την παροχή υπηρεσιών είναι φτωχές. Από το αναξιόπιστο δίκτυο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, στο απελπιστικά ανεπαρκές (αργό, αναξιόπιστο, ακριβό) δίκτυο μεταφοράς δεδομένων κι από τα ακατάλληλα τουριστικά καταλύματα μέχρι τους εξωφρενικά επικίνδυνους δρόμους του οδικού δικτύου της χώρας –η λέξη «υποδομές» μοιάζει με κακό ανέκδοτο για την Ελλάδα.
Όλα αυτά έχουν σα συνέπεια την παροχή υπηρεσιών του χειρίστου είδους και σε (συγκριτικά με τα περισσότερα κράτη της Ευρώπης) τρομερά υψηλές τιμές.
Κοντολογίς, η διαχρονική πορεία της ελληνικής οικονομίας μοιάζει με λεηλασία ξεραμένης μηλιάς το χειμώνα –όχι μόνο δεν υπάρχουν μήλα για φάγωμα, αλλά αφαιρείται κι από το δέντρο κάθε προοπτική να κάνει κάποτε μήλα. Αντί να γίνει μια προσπάθεια θεραπείας του άρρωστου δέντρου, οι Έλληνες οικονομικοί παράγοντες προτιμούν να ονομάσουν «μήλο» το ξερόκλαδο και να το μασουλήσουν δείχνοντας ευχαριστημένοι σε μια αγωνιώδη προσπάθεια αυθυποβολής.
Ολοκληρώνοντας αυτή την επιγραμματική (σχεδόν) παρουσίαση των οικονομικών δομών της Ελλάδας πιστεύω οτι μπορούμε πλέον να δούμε το ανέκδοτο του προλόγου στην πραγματική του υπόσταση. Η οποία δεν είναι άλλη από το «ουδείς ηλιθιοδέστερος του κομπορρήμονα».
27 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:
Δυνατή ανάλυση. Μου άρεσε. Όχι μόνο αυτό το άρθρο, αλλά και τα υπόλοιπα της σειράς. Αυτό όμως με άγγιξε περισσότερο, αρκετά ώστε να γράψω κι εγώ κατιτίς.
Κάποια σχόλια:
1.
«Η μεταπολεμική Ελλάδα όμως, βγαίνοντας από μια 45ετία σχεδόν συνεχόμενων πολέμων, δεν διέθετε την παραμικρή προϋπόθεση οικονομικής ανάκαμψης. Αυτό γιατί:
1.Το παραγωγικό εργατικό δυναμικό της ήταν σημαντικά απομειωμένο (λόγω των πολέμων), σχεδόν εξ ολοκλήρου ανειδίκευτο και παράλληλα επεδείκνυε τρομερή σπουδή να φύγει από τη χώρα, αναζητώντας την τύχη του στην Ευρώπη, την Αμερική και την Αυστραλία κυρίως.»
Από το παραπάνω καταλαβαίνω – λανθασμένα ίσως – ότι αυτοί οι εργάτες ήθελαν, γούσταραν να ξενιτευτούν. Προσωπικά, από τις περιγραφές του παππού και της γιαγιάς, σχημάτισα την άποψη ότι ή θα ξενιτευόνταν ή δεν θα είχαν να φάνε, τότε το 1950.
Και από τους 5 δικούς της που ξενιτεύτηκαν, κοίτα στατιστικά: 3 πέθαναν στην αλλοδαποί φτωχοί γύρω στο 60-κάτι, ένας γύρισε πίσω κάπου τότε σχεδόν δαρμένος, και ένας κατάφερε να ενταχθεί στην μέση κοινωνική τάξη της νέας του πατρίδας.
2.
«Αν θελήσει κανείς να εξετάσει τους παραγωγικούς τομείς της σύγχρονης Ελλάδας θα παρατηρήσει οτι:
-Ο πρωτογενής τομέας (γεωργία) πέρασε σε ένα καθεστώς επιδότησης χάνοντας την επαφή του με την οικονομία της αγοράς και στερώντας την, ελάχιστη έστω, δυνατότητα αυτοσυντήρησης της χώρας. .»
Συμφωνώ. Να προσθέσω μία επιπλέον άποψη πάνω σε αυτό, επειδή θέλω να δω αν σκέπτομαι σωστά, κι αν έχω καταλάβει σωστά κάποια πράγματα. Πιστεύω ότι οι χώρες που έχουν μεγάλη πολιτική δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), βλέπε βορειοδυτική Ευρώπη, είχαν τον πρώτο λόγο σχετικά με το τι θα παράγει η (πολιτικά άβουλη) Ελλάδα. Και όταν, γύρω στο 2005, οι ΒΔ Ευρωπαίοι βρήκαν – χάρη στο λεγόμενο παγκοσμιοποιημένο εμπόριο – φθηνότερες αγορές γεωργικών προϊόντων (πχ Ινδία;) άρχισαν πρώτον να εισάγουν περισσότερα προϊόντα από εκεί, και δεύτερον διευθέτησαν την μείωση της γεωργικής παραγωγής σε χώρες του ευρωπαϊκού νότου, πχ Ελλάδα, Πορτογαλλία. Σωστό αυτό;
Και τέλος πάντων, φταίνε μόνο οι Έλληνες που δεν είναι αυτάρκεις, πχ σε πατάτες, ή υπήρξε όντως πρόβλημα διαχείρησης της γεωργίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Αυτά για την ώρα. Συγνώμη για τυχόν κατάχρηση.
Καλή συνέχεια, Γιώργος Κ.
Καλημέρα Γιώργο -χαίρομαι που σου άρεσαν όλα αυτά.
Για την πρώτη σου παρατήρηση, να διευκρινήσω οτι αναφερόμενος στην τρομερή σπουδή του εργατικού δυναμικού να ξενιτευτεί απλώς παρουσιάζω την τάση που κυριάρχησε σ΄αυτές τις κοινωνικές ομάδες "να φύγουν για έξω μια ώρα αρχύτερα" (λόγω αυτής της τάσης άλλωστε πούλησαν χωράφια και πιάστηκαν θύματα απατεώνων) μπας και καταφέρουν να επιβιώσουν. Βέβαια, αυτό δεν ήταν επιθυμία (όπως την ορίζεις εσύ στο σχόλιο σου), ήταν καθαρή ανάγκη επιβίωσης. Ή έξω θα δούλευαν και θα ζούσαν αυτοί και οι οικογένειές τους, ή εδώ θα πέθαιναν από την πείνα (ή φυλακισμένοι από τη Δεξιά).
Στο δεύτερο μέρος του σχολίου σου, σαφώς η Ε.Ε. σκεπτόμενη "συνολικά" αποφάσισε να επιδοτήσει (σε πρώτη φάση) την παραγωγή προϊόντων που δεν μπορούσε να προμηθευτεί φτηνότερα απ΄έξω καθώς και να μειώσει την παραγωγή κάποιων άλλων προϊόντων προκειμένουν να κρατήσει την τιμή τους ψηλά (λογικό δεν είναι;) και να μεταστρέψει (σε δεύτερη φάση) την απασχόληση στις γεωργικές περιοχές (από τη γεωργία στον τουρισμό κλπ). Όλα αυτά βέβαια πλήττουν την όποια αυτάρκεια της χώρας σε γεωργικά προϊόντα, αλλά όταν συμμετέχεις στις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, η αυτάρκεια (υποθετικά έστω) μετριέται σε επίπεδο Ένωσης. Άρα, οι αποφάσεις της Ε.Ε. ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ να βγουν σε καλό της Ελλάδας ΑΝ η χώρα ακολουθούσε ΕΣΤΩ τα προγράμματα τα οποία η ίδια πρότεινε στις Βρυξέλλες! Και αν, βεβαίως, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δεν κώλωναν μπροστά στο πολιτικό κόστος και εφάρμοζαν με αποφασιστικότητα την πολιτική για αλλαγή απασχόλησης των αγροτών. Αλλά όταν (όχι μόνο στην Ελλάδα, γενικά στην Ε.Ε.) πληρώνανε αβέρτα επιδοτήσεις τους αγρότες για να μην καλλιεργούν (αλλά να τους ψηφίζουν) πώς μετά θα ψήνονταν αυτοί οι άνθρωποι να αφήσουν τα τζάμπα φράγκα και να κάνουν κάποια κανονική δουλειά;
Η Ελλάδα, σαν χώρα, δεν θα μπορούσε με την καμμία να είναι αυτάρκης στον πρωτογενή επειδή το έδαφός της κάνει μόνο για ορισμένα είδη καλλιεργιών και επίσης δεν έχει πρώτες ύλες για να εξασφαλίσει καύσιμα. Αν τώρα μου πεις οτι αυτάρκεια είναι να τρώμε ψωμί, ελιά, ντομάτα και κρεμμύδι -τα οποία θα τα καλλιεργούμε στον κήπο μας, εντάξει, τέτοια αυτάρκεια έχουν και οι βεδουίνοι στις οάσεις που τρώνε τους φοινικόσπορους. Παραπέρα, για τις πηγές ενέργειας, να υπενθυμίσω οτι οι αιολικές και η ηλιακή είναι ενδιαφέρουσες αλλά όταν βγει στην Ελλάδα το πρώτο αυτοκίνητο που κινείται με ήλιο και το πρώτο σπίτι που φωτίζεται με αέρα το ξανασυζητάμε.
Γαμώτο, έγραφα πόση ώρα και έκανα μια βλακεία και τα έχασα.
Δε πειράζει γιατί στην ουσία έγραφα ότι έγραψε κι ο από πάνω, με άλλα λόγια. Ωραία συζήτηση.
Νίκος
Φτου! Ο παραπάνω...
Νικος
Μη φτύνεις ρε -θα τα πατήσει κανένας, θα γλιστρήσει, θα σπάσει κάνα πόδι και θα τον πληρώνει το παρόν ιστολόγιο, χεχεχεχεχε.
ΝΟΜΟΣ: Πάνω από τρεις γραμμές σε σχόλιο, πρώτα το κάνουμε κόπι και μετά δημοσίευση.
Ωραία άρθρο Μότορ, ξερουμε οτι εχεις κριση. Για μένα το πιο σημαντικο ειναι πως απο τη καθημερινη ζωη του μεσου πολιτη μπορεισ να βγαλεις συμπερασματα κοινωνικά,. Απο τα ανέκδοτα, απο τις παροιμιες, απο τις συνηθειες, απο τισ παραδοσεις. Ετσι μπορεις να καταλαβεις τουσ λαους. Το κάνω αυτο απο τότε που εφυγα και αρχισα να αντιλαμβανομαι γιατι το ένα και γιατι το αλλο, έτσι καπως ανακάλυψα τα κόμπλεξ μου και την βλακεία μου. Καλο ειναι να αρχισουν όλοι να αναλυουν και να κρινου κατ'αυτον τον τρόπο. Ετσι θα αλλαξει κάτι, απο τη σκέψη και όχι απο τα προγράμμτα και τα σθστηματα.
Παντελης, Ελσινκι
Έχω πάθει μια κρίση -ναι, έχεις δίκιο σ΄αυτό, χεχεχεχε.
Η καθημερινή ζωή (οι κουβέντες των γύρω, η πνευματική παραγωγή μιας κοινωνίας -από τα καλλιτεχνικά έργα μέχρι τα σεξιστικά ανέκδοτα και τα τηλεοπτικά σόου) είναι το αντικείμενο με το οποίο πρέπει να ασχοληθείς αν θέλεις να κατανοήσεις την συγκεκριμένη κοινωνία. Το πρόβλημα βέβαια είναι το τι γίνεται όταν στο σόου της Ρούλας Κορομηλά π.χ. συμμετέχει η δική σου γκόμενα.
Αλλά ακόμα κι έτσι -καλό είναι να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη.
Καλησπέρα, Γιώργος Κ. εδώ.
Έχεις όντως δίκιο στα λεγόμενα σου. Και το ζητούμενο δεν είναι η αυτάρκεια της Ελλάδας σε όλα τα γεωργικά προϊόντα, αλλά σε όσα θα μπορούσε.
Παρεπιπτόντως, είχα ακούσει πριν λίγα χρόνια κάτι περίεργες ιστορίες, που ήθελαν τους αγρότες να ζυγίζουν μαζί με το βαμβάκι (προϊόν) και γύψο, κι όλα αυτά να γίνονται όμορφα στον τοπικό αγροτικό συνεταιρισμό.
Σχετικά, με την ενέργεια... σίγουρα δεν μπορεί να είναι αυτάρκης η χώρα σε ενέργεια. Η αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όμως, πρέπει να γίνει πρώτα σε επίπεδο ηλεκτρικού δικτύου (αυτό που διαχειρίζεται παραδοσιακά η ΔΕΗ) και αργότερα να περάσουμε σε επίπεδο πολίτη (και των κτιρίων, οχημάτων, κλπ που ανήκουν στους πολίτες).
Κοιτώ τώρα έναν λογαριασμό της ΔΕΗ που αναφέρει στατιστικά στοιχεία για το μίγμα καυσίμου πουχρησιμοποιήθηκε σε όλη τη χώρα την περίοδο Αυγ/2010 μέχρι Ιουλ/2011:
7,2% ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, 8,5% υδροηλέκτρικά, 46,3% λιγνίτες, 8,3% πετρέλαιο, 23% φυσικό αέριο, και το υπόλοιπο 6,6% αναφέρεται ως "διασυνδέσεις" και δεν το καταλαβαίνω.
Τελοσπάντων έχω ακούσει ότι στη ΒΔ Ευρώπη έριξαν πολλά χρήματα στο θέμα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και μάλιστα εκεί οι αντίστοιχες εταιρείες ενεργείας πρωτοστάτησαν ακόμα και σε θέματα έρευνας. Από μια ματιά που έριξα στη wikipedia (χωρίς να τη θεωρώ το άγιο δισκοπότηρο της πληροφορίας/γνώσης) είδα ότι οι ανανεώσιμες πηγες ενέργειας χρησιμοποιύνται πάρα πολύ σε σκανδιναβικές χώρες. (Τώρα έχω ακούσει ότι γίνεται έρευνα σχετικά με το πως μπορεί να διαχειριστεί - όσο γίνεται πιο αυτόματα - ένα δίκτυο ενέργειας (grid) την ενέργεια που διαθέτει, ώστε αυτή να μεταφέρεται από τα σημεία περίσσειας στα σημεία έλλειψης.) Πιστεύω λοιπόν ότι τόσο σε επίπεδο κυβέρνησης, όσο και σε επίπεδο δημόσιας μονοπωλιακής εταιρείας παραγωγής ηλεκτρισμού, όσο και σε επίπεδο πολιτών που αναφέρεις, δεν υπήρξε η απαραίτητη θέληση/βούληση, ώστε να αναπτύξουμε κάτι αποδοτικό.
Άλλο θεματάκι:
"Αν σε αυτό προστεθεί και ο χωρισμός των κατοίκων σε νικητές και ηττημένους (οι οποίοι δεν είχαν δικαίωμα, όχι πρόσβασης στα κεφάλαια ανοικοδόμησης, αλλά ούτε καν έμμεσης βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσής τους από την εξωτερική εκείνη βοήθεια) καταλαβαίνει κανείς οτι η μετέπειτα «ανάπτυξη» της χώρας η οποία διαφημίστηκε από τις πρώτες συντηρητικές κυβερνήσεις (και αποθεώθηκε από τη χούντα των συνταγματαρχών) ήταν στην πραγματικότητα ο πλουτισμός κάποιων μακρόβιων συμμοριών και η δημιουργία μιας εύθραυστης ιλουστρασιόν βιτρίνας η οποία κάλυπτε την οικονομική εξαθλίωση."
Πολύ περιεκτική και περιγραφική αυτή η πρόταση.
Μήπως θα άξιζε να αναλύσουμε περισσότερο αυτές τις μακρόβιες συμμορίες, και να δούμε αν και πώς συνδέονται, τόσο με αυτές των ετών 1900-περίπου, όσο και με τις σύγχρονες; Από πού μπορεί να πιάσει κανείς το θέμα;
Και τέλος, ένα θέμα που δεν άγγιξες, και πραγματικά αναρωτιέμαι μήπως το κρατάς για επόμενο κεφάλαιο της ανάλυσης, είναι ο ρόλος των τραπεζών όλα αυτά τα χρόνια στην κοινωνία μας. Πιστέυω ότι έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο, απλοϊκά σκεπτόμενος το ότι, ενώ πριν μερικά χρόνια έπαιρναν τηλέφωνο κάθε μήνα για να προωθήσουν καινούρια πιστωτική κάρτα, ενώ τώρα αναθέτουν σε ιδιωτικές εταιρείες τις υποθέσεις που αφορούν είσπραξη χρεών από οφειλέτες.
Και πάλι να 'σαι καλά για την ανάλυση και για την κουβέντα.
Γιώργος Κ.
Γιώργο, να είσαι κι εσύ καλά που τροφοδοτείς την κουβέντα γιατί μονή κουβέντα δεν γίνεται (ούτε και μονός καυγάς βεβαίως).
Πρώτα μια παρατήρηση για την τυχόν επάρκεια της χώρας σε αγροτικά προϊόντα: σαφώς και είναι ελάχιστες οι χώρες που παράγουν όλα τα απαραίτητα, η Ελλάδα δεν είναι μέσα σε αυτές, ας υποθέσουμε λοιπόν οτι η αυτοδυναμία της αγροτικής της παραγωγής θα μπορούσε να είναι σε δεύτερο επίπεδο -δηλαδή να εξασφαλίζεται μέσα από τις εισαγωγές-εξαγωγές (οι οποίες, ας πούμε κιόλας οτι θα ήταν ισοσκελισμένες). Αυτό όμως δεν γινέται πουθενά παγκοσμίως -δηλαδή, μια χώρα εκτός "οικονομικών συνασπισμών" (τύπου ΕΕ ή NAFTA) τρώει τόσο μεγάλη φορολόγηση των εξαγωγών της που καθίσταται ασύμφορη η διακίνηση.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα μπορούσαν ίσως να είναι κάποια λύση (δεν έχω μεγάλη γνώση του θέματος) αν οι χώρες ενδιαφέρονταν να τις αναπτύξουν. Όταν όμως οι μεγάλες, οικονομικά, χώρες είναι σε άμεση διασύνδεση με το πετρέλαιο και τα παράγωγα/επακόλουθά του (π.χ. ακόμα και η Γερμανία που δεν έχει πετρέλαιο, μέχρι πρόσφατα κατείχε ψηλή θέση στην αυτοκινητοβιομηχανία) τότε δεν υπάρχει προοπτική ανάπτυξης του συγκεκριμένου τομέα. Ίσως, κάποτε, που θα τελειώσουν τα αποθέματα...
Αυτές οι "μακρόβιες συμμορίες" είναι ότι ένας υγιής μαρξιστής θα ονόμαζε "αστική και νόθα μεγαλοαστική τάξη". Επειδή όμως η χώρα είναι μικρή, δεν μιλάμε για τίποτα σοβαρά "ποσά" -100, 200 χιλιάδες κόσμος το πολύ. Κολαούζοι των Μεγάλων Δυνάμεων αλλά και των Φαναριωτών μετά την απελευθέρωση, μαυραγορίτες στην κατοχή, μονίμως επιδοτούμενοι από την Ε.Ε. -οι "νοικοκυραίοι" που έλεγε κάποτε ο Σαββόπουλος (θαυμάζοντάς τους). Μην πας να το συνδέσεις με πολιτικούς αυστηρά, το αντιμετωπίζω γενικότερα εξ ου και το "συμμορίες". Είναι δηλαδή σα να λέμε οτι η συμμορία του Αλ Καπόνε ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ έκανε και παράνομο εμπόριο αλκοόλ και γι΄αυτό εμείς τους κατακρίνουμε -λοιπόν εγώ δεν κατακρίνω τους πολιτικούς μόνο για εμπλοκή τους στα πολιτικά.
Με τις τράπεζες δεν ασχολήθηκα επειδή τις θεωρώ αστείο τομέα στην ελληνική οικονομία -τι να πεις γι΄αυτές δηλαδή; Οτι λειτουργούν σαν τοκογλύφοι με νοητική στέρηση, θέτοντας αποσπασματικούς στόχους (πριν καιρό να δώσουν όσο περισσότερα δάνεια γίνεται, τώρα να εισπράξουν όσο περισσότερα γίνεται) που αλληλοακυρώνονται και μετά τρέχουν στο κράτος για να πληρώσει τις μαλακίες τους; Θα έχω κάποια αναφορά σ΄αυτές όταν κάνω το κομμάτι για τον δημόσιο τομέα επειδή η "σε πρώτη θέαση παρανοϊκή συμπερίφορά τους" χρειάζεται διαφορετική ανάλυση.
Στην εξίσωση θα πρέπει να συμπεριληφθεί και ο παράγοντας εσωτερική μετανάστευση. Φαντάζομαι πως η περίπου αναγκαστική εγκατάσταση του μισού πληθυσμού της χώρας στην Αθήνα έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο να δημιουργηθεί αυτή η φοβική κοινωνία.
Σκέψου πως η Αθήνα είναι μια πόλη που έχει μοναδικό όνομα στην Ιστορία αλλά πρακτικά Ιστορία δική της έχει ελάχιστη. Όχι τίποτα άλλο αλλά μεταξύ της εποχής που άκμαζε και του σύγχρονου βίου της μεσολαβούν μόνο καμιά 15αριά αιώνες που δεν ήταν τίποτα άλλο πάρα ένα χωριό :) Σε αυτή την πόλη ήρθαν βιαστικά περίπου οι μισοί έλληνες αφήνοντας τα χωριά τους κουβαλώντας μαζί κυρίως τις παραδόσεις τους (ασύμβατες με το αστικό τοπίο) και δεν την αγάπησαν ποτέ. Από τους διάφορους συλλόγους συγχωριανών μέχρι το φαινόμενο των ετεροδημοτών τα παραδείγματα περί έλλειψης αγάπης για αυτή την πόλη αφθονούν. Μόνο οι ατενίστας shiiit....
Ας μην προχωρήσω στα της πολεοδομίας-ανθρωπογεωγραφίας γιατί θα νυχτώσουμε και νομίζω πως έδειξα τι θέλω να πω.
ΥΓ Για τις ανανεώσιμες βασικά περί φ/β βλέπε http://www.techiechan.com/?p=1390 μαζί με τα σχόλια αρκετά κατατοπιστικό.
Είδες ο μαλάκας; Την ξέχασα την εσωτερική μετανάστευση (βασικά την είχα βάλει σε ένα προηγούμενο κεφάλαιο, σχετικά με την εθνική ταυτότητα) και νόμιζα οτι υπήρχε κι εδώ.
Απόλυτο το δίκιο σου και καθοριστικός παράγοντας οι φοβικοί και πάντα ξένοι πρώην κάτοικοι των πρώην χωριών. Βέβαια, θα μπορούσε να πει κανείς -εδώ ολόκληρες Γιου Ες Έι στηθήκανε σε φοβικούς μετανάστες... Σωστό κι αυτό και όντως χρειάστηκαν κάποια άλλα πραγματάκια για να γίνει η Ελλάδα κοινωνιολογικό παράδοξο.
Εν καιρώ, ελπίζω να τα δούμε.
ειχα ριξει μαυρη ιντερνετικη πετρα πισω μου,αλλα παρ`ολα αυτα μπαινω και βλεπω κοινωνιολογικοοικονομικα σεντονια ε?
ευγε..μολις τα διαβασω(εστω και διαγωνια) θα επανελθω με σχολιο-τομη στην συγχρονη σκεψη!
Πλακα πλακα ωραια "δουλεια"
i`ll be back!
Λοιπόν τι φανταστικές επιχειρήσεις είναι αυτές οι τράπεζες. Πάνε καλά, κέρδη για τους ιδιοκτήτες/μετόχους τους. Πάνε άσχημα, τις σώζει το κρατικό ταμείο.
Δεν έχω καταλάβει την εξής (δραματική;) αλλαγή στο ρου της ανθρώπινης ιστορίας:
Πώς πέρασαν οι δυτικές κοινωνίες (των οποίων τις ιστορίες ψιλοξέρουμε) από το μοντέλο «ο αυτοκράτωρας/βασιλιάς ελέγχει πόσο χρήμα κυκλοφορεί στη χώρα» στο μοντέλο «ιδιωτικές επιχειρήσεις, δηλαδή τράπεζες, ελέγχουν το πόσο χρήμα κυκλοφορεί στη χώρα». Με το πρώτο μοντέλο, όποτε ήθελε η σουπερ-εξουσία έκοβε νομίσματα, κλπ. Με το δεύτερο μοντέλο, όποτε θέλει η εξουσία – να την πούμε εκλεγμένη κυβέρνηση ή κοινοβούλιο; - να κόψει νομίσματα, πρέπει να τα αγοράσει λίγο πιο ακριβά από τις τράπεζες. (Αναφέρομαι στη διαδικασία ομολόγων, χρέους, και σχετικών τόκων).
Όπως φαίνεται,δεν καταλαβαίνω τις οικονομικές επιστήμες. Και ομολογώ ότι θα γούσταρα μία ανάλυση στο θέμα ”τράπεζες”. Όμως το θέμα είναι η ανάλυση της κοινωνίας στα post σου, κι όχι των τραπεζών, και δε θέλω να σου χαλάσω το έργο.
Τέσπα, καλή συνέχεια, και τα ξαναλέμε.
Γιώργος Κ.
Δήμο -εσύ είχες ρίξει τη μαύρη πέτρα και την έφαγα στο δοξαπατρί ρε; Ναι, να επανέλθεις, τις θέλουμε τις τομές!
Γιώργο, οι τράπεζες, επειδή ακριβώς υήρξαν τα ιδεολογικά προπύργια του καπιταλισμού και ήταν υπεύθυνες για τη μετατροπή ενός ανταλλακτικού μέσου (χρήμα) σε φαντασιακή συνισταμένη (πλαστικό χρήμα) αποδεικνύουν οτι το συγκεκριμένο κοινωνικό σύστημα είναι για τα μπάζα.
Εντάξει, μετά τους βασιλιάδες ήρθαν οι αστοί με τις επαναστάσεις τους -τέλος πάντων, μέχρι πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (από οτι έχω ακούσει κι εγώ) υπήρχε η αντιστοίχιση χρήματος με χρυσό. Άρα, (βασιλικό κατάλοιπο) υπήρχαν τα θησαυροφυλάκια του κράτους, εκεί μέσα υπήρχε το κλεμμένο, συνήθως, χρυσάφι και έξω κυκλοφορούσαν κάτι χαρτιά που λέγανε οτι αντιστοιχούν το καθένα σε μισή ουγγιά χρυσάφι (είχαν κι ένα σύρμα στην άκρη για να το δείχνουν), μια ουγγιά κλπ. Τα χαρτιά αυτά, τα λεγόμενα χαρτονομίσματα, μπορούσε να τα κόψει το κράτος όσο κατάφερνε να τα αντιστοιχίσει με χρυσάφι -κι αν ήθελες, πήγαινες στο κρατικό θησαυροφυλάκιο και τους έλεγες "πάρε το χαρτί και δώσμου την ουγγιά μου", θεωρητικά τουλάχιστον. Βλέπεις λοιπόν οτι ΤΟΤΕ δεν κόβανε χρήμα αέρα μπανά -σωστά; Λάθος!
Γιατί ήρθε μετά το Αμέρικα κι άρχισε να κόβει χρήμα λες και ήταν κόμιξ της Μάρβελ -πάρε να'χεις, πάρε κι άλλο. Σ΄εκείνη τη φάση, έσκασε ένας οίκος (νομίζω τραπεζικός) και είπε "έχω ένα σκασμό δολάρια, θα πάω να πάρω το χρυσάφι μου από τους Αμερικάνους". Προφανώς είχε το 1/100.000 των κυκλοφορούντων δολαρίων (και βγάλε) αλλά οι Αμερικάνοι δεν μπορούσαν να καλύψουν ούτε αυτό. Καταργήθηκε λοιπόν ο "χρυσός κανόνας" (για να μην καταργηθεί η Αμερική) αλλά θα έπρεπε να υπάρχει κάποιος τρόπος ώστε να μη βγάζει ο καθείς όσα λεφτά γουστάρει. Κι έτσι ανέλαβαν κάποιοι πονηροί να μετράνε και να παρουσιάζουν την ισοτιμία του νομίσματος κάθε χώρας -θα πεις, αυτό δεν βγαίνει από δείκτες; Ναι, αλλά οι δείκτες δεν λένε οτι μια λίρα ίσον 10 γιέν, οι "μελετητές" το λένε. Πώς σώζεται λοιπόν η χώρα τώρα που δεν μπορεί να κόβει χρήμα αβέρτα; Μα, μέσα από τα ξαδέρφια των παραπάνω πονηρών, τα ονομαζόμενα και τράπεζες, που αναλαμβάνουν να σε δανείσουν για να μην αναγκαστείς να κόψεις χρήμα.
Απλοϊκά τα έγραψα -αλλά σε πολύ χοντρές γραμμές νομίζω οτι κάπως έτσι είναι.
Επειδή μ΄αρέσουν οι αναλύσεις σου επιτρέπεις την ανάρτηση του κειμένου,φυσικά με παραπομπή στη πηγή?
Καλά -και να μη σ΄αρέσανε οι αναλύσεις πάλι θα στο επέτρεπα, χεχεχεχε. Ναι ρε φίλε -τι ρωτάς τώρα, τα κείμενα είναι για να διαβάζονται κι ευχαριστώ κιόλας, χαίρομαι πολύ που σου άρεσε.
re mhn ton anebazete toso polu to motora, 8a bgei kai to ntokumanter kai 8a mas parei ta swbraka, ftaiw kai egw pou eipa oti exei krish, eutuxws to dior8wse o idios
Pantelis
Καλά σάς λέει -και τώρα με το ντοκυμαντέρ που κάνω κονέ με ανθρώπους του θεάματος θα βάλω πορτιέρη στο μπλογκ και θα κάνω γουόλετ κοντρόλ για να μπαίνετε εδώ μέσα! Χαχαχαχα
paliotsipides, xehases na pros8eseis
P.
Γιατί να το προσθέσω; Μήπως και θα το διαβάσετε; Ρε, όποιος διαβάζει αυτό το μπλογκ για πάνω από εξάμηνο θα πρέπει να έχει σηκώσει τον αστιγματισμό του στο θεό, χαχαχαχα.
Κι έλεγα κι εγώ... ρε μπας και γέρασα και τα βλέπω όλα θολά... ρε μπας και είναι απ' την πείνα... Μπα, τώρα εξηγούνται όλα!
υγ. απολαμβάνω το ποστ και τα σχόλια κρυμμένη στη γωνία (είπαμε, να μιλήσει και κάνας άλλος, ντε) Μάρλι, αρ γιου δέαρ;
Τον Μάρλυ τον έχω κλειδώσει στα υπόγεια μέχρι να μου ράψει ένα κοστουμάκι για την πρεμιέρα και τον ταϊζω μόνο ξηρά τροφή (Πίντερ, Τζόις -όχι την Ευείδη, τον άλλο τον αλκοολικό - και αυστραλιανό μεταπάνκ).
Ουάου! Μη μου τον αγριέψεις πολύ όμως και δεν του φτάνει μόνο η Χεραντούρα μετά, ε; Δώσ' του και κάνα κόμιξ να ξεφυλλίζει ρε συ. Θα βαρυστομαχιάσει ο άθρωπας.
Παρεμπ. Ήθελα να γράψω πολλά πάνω στο θέμα του ποστ -για τα δάνεια που πήραν για να φτιάξουν το νεοελληνικό κράτος αλλά δώσε μίζες από δω δώσε κερατιάτικα από κει δώσε πανωτόκια παραπέρα το μόνο που έφτασε ήταν κάτι ψιλά με τα οποία έφτιαξαν μια μπαγκατέλα σκάφος που μάλιστα κάηκε στον μετεπαναστατικό εμφύλιο κλπ (ναι, από τότε χρονολογούνται τα κακά της μοίρας που μας δέρνει ως σήμερα...) και άλλα πολλά, αλλά θα έβγαινε καινούργια Προικαϊκή-Σεντονιακή και συγκρατήθηκα. (Μπορείς να αναστενάξεις με ανακούφιση)
Στο πολύ καλό blog eparistera ο μαγαζάτορας έχει αναρτήσει την ιστορία του χρήματος μέχρι το 1800 σε μια σύντομη και περιεκτική ανάλυση http://eparistera.blogspot.com/2011/12/blog-post_28.html Πολύ χρήσιμο. Όρεξη να διαβάζεις να'χεις και έχει και άλλα πχ http://eparistera.blogspot.com/2011/04/1.html για τις τράπεζες...
Ο κανόνας του χρυσού έχει περάσει διάφορα αλλά σε ότι μας αφορά τα κλειδιά είναι Bretton Woods http://el.wikipedia.org/wiki/Σύστημα_ισοτιμιών_Μπρέτον_Γουντς και η εγκατάλειψή αυτής της συνθήκης απ'τον Νίξον (που τα παίρνε και απ'την χούντα λολ) πραξικοπηματικά.
Κακώς κρατήθηκες -με κάτι τέτοια δημιουργούνται οι νευρώσεις. Να το γράψεις και να το ξαποστείλεις (μόνο να σώσεις πριν πατήσεις δημοσίευση γιατί ο μπλόγκερ ενίοτε πεινάει).
Υ.Γ.: Τι Χεραντούρα! Κάτι πήγε να ψελλίσει και τον έβαλα ν΄ακούσει το Φουέντε Οβεχούνα σε ψηφιακή έκδοση και με τα πρίμα τσιταρισμένα.
Από την ανάλυση σχετικά με το χρήμα, το συμπέρασμα είναι μήπως...
- ότι το συγκεκριμένο σύστημα στηρίζεται σε αξιώματα/παραδοχές που δεν ισχύουν;
- ότι η οικονομία δεν είναι τελικά επιστήμη;
- ότι τόσες γενιές και πλήθος ανθρώπων πέρασαν/περνούν τη ζωή τους βασίζοντας τη σε ένα οικονομικό σύστημα πλαστό, δηλ. μη πραγματικό;
Ευχαριστώ και πάλι για τις αναλύσεις.
Αύριο θα κοιτάξω και τα λινκς που χάρισε ο Oolon Colluphid – ευχαριστώ και σένα.
Καλό βράδυ, Γιώργος Κ.
Τα λινκ είναι όντως διαφωτιστικότατα. Παραπέρα:
-Αξιώματα που δεν ισχύουν αλλάζουν. Αν τώρα δεν τα αλλάζεις και προσπαθείς να προσαρμόσεις την πραγματικότητα στο αξίωμα... αγοράζεις ένα κανάλι και φτιάχνεις αναλόγως τις ειδήσεις.
-Η οικονομία είναι μια χαρά επιστήμη, απλώς κάποιοι οικονομολόγοι (όπως και κάποιοι ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, γιατροί κλπ) δεν είναι επιστήμονες.
-Τα οικονομικά συστήματα είναι "φαντάσματα" που θα έλεγε κι ο Καστοριάδης. Η πραγματοποίηση του φαντασιακού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες.
Καλή σου μέρα.
Δημοσίευση σχολίου
Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!