Παρασκευή, Μαΐου 19, 2006

Κάτι μουχλιασμένα σκηνικά

Αυτή είναι η ιστορία του Φίλιππου. Ή Φίλιππα, ή Φίλιπς αν προτιμάς. Θα μπορούσε να την είχε γράψει ο Θερβάντες, αλλά ακόμα και η φαντασία έχει τα όριά της. Μετά αρχίζει η μαλακισμένη η πραγματικότητα.


Τον Φίλιππο τον γνώρισα στο ξεκίνημα της δημοσιοϋπαλλικής μου ποινής. Ψαρωμένος σε ένα πόστο σχετικό με την Έρευνα και την Τεχνολογία –που για να εξασφαλίσεις υπολογιστή, έπρεπε να τον κλέψεις χρησιμοποιώντας ευφάνταστες δικαιολογίες για την καρκινογόνα ακτινοβολία της οθόνης και τους ιούς που μπορούν να σαλτάρουν από το πληκτρολόγιο, τσιφ στο ανοσοποιητικό σύστημα. Έτσι απέκτησα τον πρώτο μου υπολογιστή από μια έγκυο.

Μετά τον υπολογιστή ήρθε το αμείλικτο ερώτημα παρέα με έναν ευθυνοφοβικό προϊστάμενο: «Εσύ τι είπαμε ότι έχεις σπουδάσει;» Ανατρίχιασα. Κάθε φορά που μου έκαναν αυτή την ερώτηση, ακολουθούσε βυσμάτωμα. «Κοινωνιολογία στην Πάντειο», ψιθύρισα, σεμνά και ταπεινά. «Α, τέλεια», συμπέρανε ο φοβικός. «Είσαι το κατάλληλο άτομο για να αναλάβεις την παρακολούθηση ενός προγράμματος δικτύωσης βιβλιοθηκών των ερευνητικών κέντρων». Έτσι γινόταν πάντα. «Τι έχεις σπουδάσει; Τέλεια είσαι το κατάλληλο άτομο για να αναλάβεις 2 αποθήκες υγειονομικού υλικού, να αναλάβεις την εκπαίδευση 7 σκυλιών ράτσας Αγίου Βερνάρδου, να αναλάβεις τη συγγραφή ενός εταιρικού καταλόγου, να αναλάβεις τη μετάφραση βιβλίων soft πορνό, να αναλάβεις τη μετάφραση manual σχετικά με τη λειτουργία τεθωρακισμένου οχήματος, να αναλάβεις την επιμέλεια περιοδικού γευσιγνωσίας». Στον πούτσο τους τι είχα σπουδάσει, αυτοί είχαν μια δουλειά να φορτώσουν κι εγώ ήμουν ο μαλάκας που θα την φορτωνόταν –γιατί με ρωτούσαν όμως, ποτέ δεν το κατάλαβα.

Βρέθηκα λοιπόν με έναν υπολογιστή που βογκούσε σαν ψυγειοκαταψύκτης και 18 φακέλους έργων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και φυσικά, άσχετος. Οι φάκελοι είχαν χαρτιά και πίνακες γραμμένους σε άπταιστα σανσκριτικά. Ο υπολογιστής δε είχε word, excel, power point ούτε καμιά παρόμοια πολυτέλεια σχετική με λογισμικό γραφείου. Είχε όμως κάτι άπιαστα ρεκόρ στην πασίεντζα και το ναρκαλιευτή. Δουλεμένο μηχάνημα, όσο να πεις.

Ο μικροβιοφοβικός προϊστάμενος με προειδοποίησε. «Πρόσεχε παιδί μου, εσύ δεν ξέρεις. Οι υπεύθυνοι των έργων είναι κακοί και μοχθηροί. Θα προσπαθήσουν να σε κοροϊδέψουν, να σε παραπλανήσουν, να σου αποσπάσουν την έγκριση για έξτρα χρηματοδότηση με δόλια μέσα. Και ποτέ δεν θα σου στείλουν το δελτίο προόδου στην ώρα του. Και αν στο στείλουν θα είναι λάθος. Αλλά, ακόμα και λάθος να μην είναι θα έχει ψεύτικα στοιχεία. Πρόσεχε παιδί μου –είναι οχιές φαρμακερές αυτοί οι υπεύθυνοι. Και ο χειρότερος απ’ όλους, ο Βελζεβούλης του τάγματος των σατανάδων είναι αυτός ο Φίλιππος, ο συντονιστής του προγράμματος. Ασυνεπής και γκρινιάρης. Θα σου το παίξει φίλος για να σε τουμπάρει. Θα σκαρφιστεί δικαιολογίες, θα ρίξει τις ευθύνες του σε άλλους. Και όταν τον λυπηθείς θα σε τσακίσει αδίστακτα». Αυτές ήταν οι πρώτες συστάσεις που πήρα για το Φίλιππα.

Μετά, τον πήρα τηλέφωνο. Φορούσα το αδέκαστο γραφειοκρατικό μου ύφος, ανέβηκα και τρεις ορόφους πριν τηλεφωνήσω, για να τον κοιτάζω αφ’ υψηλού. Ήμουν ο νέος υπάλληλος. Ευγενικός, αλλά τυπικός. Καταδεκτικός, αλλά ψυχρός. Ανθρώπινος, αλλά υπηρεσιακός. Μαλακίες.

Ο Φίλιπς με διέλυσε σε ανύποπτο χρόνο. «Εσύ βρε είσαι ο καινούργιος; Χάρηκα πολύ. Πως σε λένε; Τι να τα λέμε τώρα από το τηλέφωνο –δυο βήματα είμαστε, πέρνα να σε κεράσω εσπρέσο, καλά έχουμε πάρει μια μηχανή για εσπρέσο, κάνουμε καφέ-ποίημα. Πέρνα να δεις τι δουλειά κάνουμε. Να σε ενημερώσω κιόλας». Αυτά τα πέταξε όλα μαζί, βομβαρδισμός άνεσης και εγώ δεν πρόλαβα να αρθρώσω ούτε φωνήεν. Τουλάχιστον, δεν με ρώτησε τι είχα σπουδάσει.

Το επόμενο μεσημέρι βρέθηκα με έναν κακόγουστο φάκελο παρέα, να κατηφορίζουμε για την πρώτη επαφή με τον Άρχοντα του Κακού. Ο τροφοφοβικός προϊστάμενος με είχε αποχαιρετήσει συγκινημένος -«τόσο νέο παιδί κι όμως τόσο γενναίο!» Μου είχε δώσει τις τελευταίες πατρικές συμβουλές, «μη φας τίποτα, μην πιείς ούτε νερό εκεί, πρόσεχε μη σε βάλουν να υπογράψεις» , κατέβαινα τις σκάλες ενώ το πατρικό του βλέμμα με ακολουθούσε, δεν γύρισα να τον κοιτάξω, αλλά ήμουν σίγουρος ότι ένα δάκρυ κυλούσε μέσα στα πατομπούκαλα-γυαλιά του. Βάδισα την οδό του ολέθρου περήφανος σαν γαύρος σε υαλοπωλείο. Με είχαν ζώσει και τα φίδια για εκείνη τη μηχανή του εσπρέσο –λες να την είχαν πάρει με τα λεφτά του προγράμματος; Ποια η θέση μου τότε; Το κέρασμα μέτριου καπουτσίνο συνιστούσε αποδοχή προϊόντος εγκλήματος; Ένορκες Διοικητικές Εξετάσεις περνούσαν πίσω από το μυαλό μου ενώ η σκηνή ξηλώματος κουμπιών και εθνοσήμων από τη στολή του αγέρωχου Κώστα Καζάκου στο «Κονσέρτο για πολυβόλα» βάραινε τα βήματά μου. Κουλουράκια μπορούσα να φάω άραγε;

Κάλυψα τη διαδρομή αργά-διστακτικά. Βρέθηκα μπροστά σε ένα ερευνητικό μέγαρο. Ε, ρε που πάνε τα λεφτά του κοσμάκη! Πεινάει ο λαός για να ζει μέσα στη χλιδή ο Φίλιππος και η συμμορία του! Κλώτσησα τις πόρτες με αποφασιστικότητα –ο εκδικητής τιμωρός. Οι πόρτες δεν κινήθηκαν ούτε χιλιοστό. Απεναντίας, κινήθηκε ένας φύλακας που με κοίταξε με μισό μάτι –το άλλο ενάμιση ήταν αφιερωμένο στα σταυρόλεξα. «Τι θέλει ο κύριος;». Του εξήγησα. «Όχι από εδώ κύριος. Γύρω-γύρω θα πας, από την πίσω πόρτα και θα κατέβεις στο υπόγειο».

Το γραφείο μου ήταν χάλια. Στενό, τιγκαρισμένο σε φοριαμούς, τιγκαρισμένους σε φακέλους, με θέα στον ακάλυπτο. Το μοιραζόμουν και με μια γεροντοκόρη, θεούσα, πολύ καλή γυναίκα, αλλά πολύ γεροντοκόρη και ακόμα περισσότερο θεούσα. Για να καταλάβεις, μια φορά μου είχε κάνει παρατήρηση γιατί οι σόλες από τις μπότες μου είχαν σταυρουδάκια. Έτσι ήταν το γραφείο μου, απαγορευόταν και το κάπνισμα, ξέχασα να πω.

Κατεβαίνοντας τις σκάλες για το υπόγειο, ανακάλυψα πως το γραφείο μου ήταν εργασιακός παράδεισος και έχουν δίκιο όσοι λένε πως η πορεία για την κόλαση είναι καθοδική. Σοβάδες, πεσμένοι από την υγρασία, σωλήνες που έσταζαν –υγρασία. Ένας μεγάλος χώρος με ανθρώπους και υπολογιστές στοιβαγμένους. Παράθυρα –πλάκα μου κάνεις; Τηλέφωνα που χτυπούσαν στο πουθενά. Χαρτιά που ταξίδευαν έξω από ντουλάπια. Ντουλάπια που κρέμονταν πάνω από κεφάλια. Κεφάλια που ξεπρόβαλαν δίπλα σε οθόνες. Οθόνες που αναβόσβηναν δίπλα σε καφέδες. Πράγμα που μου θύμισε την καταραμένη εσπρεσομηχανή, για μια ακόμα φορά. Άρπαξα έναν βιαστικό από το μανίκι και του ζήτησα τον Φίλιππο. Έδειξε, μούγκρισε και εξαφανίστηκε πίσω από τις σκάλες.

Έτσι γνώρισα τον Φίλιππο. Γνώρισα, δηλαδή, μη φανταστείς τίποτα σπουδαίο. Απλά πλησίασα μια στοίβα καταλόγων και από πίσω εμφανίστηκε κάτι σαν κεφάλι που μουρμούρισε «έφτασα, μισό λεπτό, θέλεις έναν εσπρέσο;» Μετά, το κεφάλι χάθηκε, ακολουθώντας ένα ζευγάρι κοκαλιάρικων ώμων. Έμεινα σαν τον, εντελώς, μαλάκα. Όρθιος, δίπλα σε μια καρέκλα τίγκα στη χαρτούρα, μεταξύ ανθρώπων που κυκλοφορούσαν με χορευτικό στυλ, για να μη χτυπήσουν στα γραφεία. Είχα και τον κακόγουστο φάκελο παραμάσχαλα. Ήμουν σίγουρος πια –η συμμορία τσατάλιαζε τα νεύρα των θυμάτων της και κατόπιν τους έκανε συνεργούς σε άνομες πράξεις. Τα στερημένα χρόνια των σπουδών, η φτωχή μου μητέρα που δούλευε κορδελιάστρα για να με σπουδάσει, τα εφτά αδέρφια μου που έτρωγαν ένα πιάτο φαϊ από τον πενιχρό μισθό μου και ο τυφλός παππούς που σκάλιζε τον ταμπουρά του περιμένοντάς με να γυρίσω κάθε μεσημέρι στα προσφυγικά, όλα πέρασαν βασανιστικά από το μυαλό μου. Αλλά εξαφανίστηκαν στο λεπτό, κυρίως γιατί ο παππούς μου δεν έμενε στα προσφυγικά. Ούτε κι εγώ βέβαια.

«Κάθισε, συγνώμη που άργησα, έτυχε κάτι βιαστικό –εδώ είναι ο καφές σου. Πιές και πες μου αν έχω δίκιο –καλύτερο εσπρέσο δεν θα βρεις ούτε στο Χίλτον». Δεν με πείραξε που εμφανίστηκε ο Φίλιππος από το πουθενά. Ούτε ένιωσα έκπληξη που ξέθαψε μια καρέκλα, δίπλα στη δικιά του, για να καθίσω. Μέχρι και τον εσπρέσο είχα αποδεχτεί –είμαστε άντρες, τη φυλακή την ξέρουμε και μας ξέρει. Αυτό που με σόκαρε ήταν ο ίδιος ο Φίλιππος. Αφ’ εαυτού του δηλαδή. Πως ήταν έτσι ρε αδερφάκι μου; Κοκκινοτρίχης με υποψία αξυρισιάς στα μάγουλα. Γυαλαμπούκας. Με κάτι ρούχα τσουβαλιασμένα. Αλλά ούτε αυτά με σόκαραν. Ήταν σκεβρωμένος, σα σίγμα τελικό. Ένας κοκαλιάρης Κουασιμόδος σε αναζήτηση καμπαναριού. Μίλαγε και συνέχεια. Ασταμάτητα σα να λέμε. Βρε με τι μαλάκα μπλέξαμε!

Έφυγα αργά το απόγευμα. Άνετος, λίγο ζαλισμένος, έχοντας ξεχάσει τον καταραμένο τον φάκελο. Γύρισα στο γραφείο, να βάλω τα πράγματα σε μια σειρά. Οι υπόλοιποι είχαν φύγει. Και η γεροντοκόρη. Άναψα τσιγάρο. Έβαλα και τα πόδια πάνω στο γραφείο. Ο υπολογιστής αγωνιζόταν να ξεκινήσει. Μπερεκέτια, σα να λέμε. Έτσι με βρήκε ο θυρωρός που κλείδωνε τα γραφεία. Απόρησε. Με ρώτησε τι κάνω εδώ και του είπα. «Α, από τον Φίλιππο γυρνάς; Ωραίος τύπος έτσι;» Ο θυρωρός ήταν τυχερός. Αν, εκείνη τη στιγμή, μου έλεγε τίποτα μαλακίες για τον Φίλιππο θα τον στραγγάλιζα ευχαρίστως. Αν, από εκείνη τη στιγμή και μετά, κάποιος μου πει μαλακίες για τον Φίλιππο, θα τον ξεκοιλιάσω με συνοπτικές διαδικασίες. Και η σκατο-καφτιέρα ήταν δώρο που πήρανε ρεφενέ οι συνάδελφοι, στα γενέθλια του Φίλιππου. Εντάξει;

Ο Φίλιππος είχε τελειώσει πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη. Οικονομολόγος. Μετά του τη βάρεσε και έκανε μικρή διόρθωση πορείας. Έδωσε εξετάσεις και μπήκε ΤΕΙ βιβλιοθηκονομίας. Τέλειωσε και χτύπησε μεταπτυχιακό στην αλλοδαπή. Το’ φτασε μέχρι διδακτορικό, στην Αγγλία συγκεκριμένα, απ’ όπου κονόμησε και το σκέβρωμα. Γύρισε που λες ο Φιλιππάκος και άρχισε να μελετά την υπάρχουσα κατάσταση, παύλα, προοπτικές απασχόλησης. Έψαξε, δούλεψε ψήστης ντονέρ, περίμενε, έσκασε η θέση για υπεύθυνο βιβλιοθήκης ερευνητικού ιδρύματος, άπλωσε ο Φίλιππας τα χαρτιά του, θαμπώθηκε ο διευθυντής με τα προσόντα, ακολούθως θάμπωσε τον Πρόεδρο του ιδρύματος –τον πήραν τον Φιλιππάκο, προϊστάμενο. Στον τομέα της τεκμηρίωσης βεβαίως, που θα πει, capo di tutti capi για τον συντονισμό των ερευνητικών βιβλιοθηκών, λόγω και της σημαίνουσας θέσεως που κατείχε το ίδρυμα στην ερευνητική κοινότητα –υπόκλιση, χειροκρότημα.

Τα πρώτα χρόνια μάθαινε και συντόνιζε, συντόνιζε και μάθαινε ο Φίλιππος. Αλλά δεν του ήταν αρκετό. Πήρε μια άδεια άνευ αποδοχών και εξαφανίστηκε κατά Σουηδία μεριά. Μετά από 6 μήνες πείνας, επέστρεψε παντρεμένος και με έναν ακόμα τίτλο ειδίκευσης, στα πληροφοριακά συστήματα βιβλιοθηκών. Του είχε καρφωθεί να στήσει δίκτυο βιβλιοθηκών, με κοινή πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων. Σχέδιο εμπνευσμένο και μεγαλεπήβολο, αν σκεφτείς ότι οι βιβλιοθηκάριοι πλησίαζαν ακόμα και τα φωτοτυπικά με προσοχή, μην τους δαγκώσουν τη γραβάτα.

Και επειδή ο Φίλιππος δεν ήταν εξωγήινος, δούλεψε το σχέδιο με τη σωστή τακτική. Συγκέντρωσε τους βιβλιοθηκάριους και τους πρότεινε να υλοποιήσουν ένα πρόγραμμα προμήθειας εξοπλισμού και πρόσβασης στο internet, όλοι μαζί. Δέχτηκαν, δεν ήταν και τίποτα φοβερό. Έπιασε τον διευθυντή και του πρότεινε το ίδιο πρόγραμμα, με το Ίδρυμα επικεφαλής. Δέχτηκε ο διευθυντής που ψώφαγε να καπελώνει και να δείχνει έργο. Την έπεσε στον Πρόεδρο και τον έψησε να χρησιμοποιήσει τις γνωριμίες του για να προωθήσει το πρόγραμμα. Έφτιαξε και τις προδιαγραφές του έργου έτσι που να περιλαμβάνεται εκπαίδευση και προεκτάσεις για το μέλλον –την έστησε τη φάση ο φρεσκοπαντρεμένος Φίλιππος.

Πήρε τις εγκρίσεις και τις συγκρίσεις, ξεκίνησε ο Φίλιππος με την ομάδα των βιβλιοθηκάριων, ο Ύμνος της Διεθνούς τους έλειπε μόνο για να καταλάβουν τα θερινά ανάκτορα. Υπολογιστές αγοράστηκαν, εκτυπωτές σεταρίστηκαν, κάρτες δικτύου άνοιξαν στον έξω κόσμο, δούλευαν και μάθαιναν οι χαρωποί βιβλιοθηκάριοι, έτρωγαν και κάτι ψάρια με τσίπουρο στα ενδιάμεσα, στην υγεία σου Φίλιππα, γαμώ τις παρέες έφτιαξες ρε παιδί. Μέχρι που η μέση ήρθε και πιτσικάρισε εντελώς, έχρηζε άμεσης επεμβάσεως το πρόβλημα, ένα μήνα στο νοσοκομείο ο Φίλιππος. Βγήκε άλλος άνθρωπος –τρίχες, βγήκε όπως ακριβώς μπήκε, απλά του έφεραν τη μέση ένα κλικ πίσω, να μη μοιάζει με ελβετικό σουγιά ο άνθρωπος. Κατά τα λοιπά, ο σίγμας τελικός Φίλιππος βρήκε χάος. Ότι έφτιαχνε, κόλλησε στην απουσία του. Το πρόγραμμα δεν τσούλαγε, οι βιβλιοθηκάριοι χωρίς καθοδήγηση γύρισαν στον ανελέητο πόλεμο με το φωτοτυπικό για την διάσωση της γραβάτας, βάλτος με βατράχια το μεγαλεπήβολο.

Σε εκείνη ακριβώς τη συγκυρία, εμφανίστηκα εγώ. Μου τα εξηγούσε ο Φίλιππος, με φόρτωνε με όρους και ορολογίες, με στράβωνε με σχεδιαγράμματα και χρονοδιαγράμματα –Χριστό δεν καταλάβαινα. Το μόνο που έβλεπα ήταν πως απέναντί μου είχα έναν άνθρωπο με ένα όραμα –νταϊμένσιον δυο σε ένα, σα να λέμε. Αυτό το σεβόμουν. Και επειδή δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω, ήταν κι ο Φίλιππας ξεσηκωτικός, είπα να βοηθήσω.

Ακόμα θυμάμαι την πρώτη συνάντηση με τους βιβλιοθηκάριους. Κάτι μυστήριοι λαϊκοί, παρέα με σπασίκλες σχολικής τάξης, αγκαζέ με αλαφροΐσκιωτους και κακοχυμένες κυρίες προκεχωρημένης ηλικίας. Το παραδέχομαι, αν κυκλοφορούσε καμιά γκομενίτσα θα ήμουν πιο ζεστός. Αλλά, ξεραΐλα και ασυνεννοησία. Τους έβγαλα έναν ψαρωμένο μονόλογο και παραχώρησα τη θέση μου στον Φίλιππο. Ξαλαφρωμένος.

Έκρυβε τη μπάλα ο Φίλιππος όταν άρχιζε να μιλάει σε κόσμο. Μπέρδευε αστεία με βρισίδια, σχέδια με φιλοσοφίες, αυγά με καλάθια. Και κατέληγε σε σαφές σχέδιο δράσης. Πάντα. Θα κάνουμε αυτό και έτσι. Θα τελειώσουμε τότε και θα προχωρήσουμε στο επόμενο. Αντιρρήσεις; Πάμε παρακάτω –κατανομή ρόλων, αρμοδιοτήτων, τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι. Παρατηρήσεις; Εντάξει, στη δουλειά σας τώρα. Έτσι έλεγε ο Φίλιππος, «στη δουλειά σας» και έφευγε ο κόσμος αποφασισμένος. Σίγουρος. Θα το κάνουμε ρε. Γίνεται. Αφού το λέει ο Φίλιππος.

Ο επόμενος χρόνος πέρασε με ξενύχτια. Αυτοί ξενυχτούσαν στα γραφεία τους και μαζί ξενυχτούσαμε σε ταβέρνες. Ο Φίλιππος οργανωτής, η Σουηδέζα από δίπλα και το ψάρι πήγαινε σύννεφο. Εμένα δε μου αρέσει το ψάρι, αλλά μου άρεσε η παρέα. Βγαίναμε γκολ από τα τσίπουρα και παραπατούσαμε μέχρι τα σπίτια μας. Εκτός από τον Φίλιππο. Αυτός κοίμιζε τη Σουηδέζα και πεταγόταν μέχρι την υπόγα. Όλο και κάποια δουλειά είχε αφήσει στη μέση. Ο Φίλιππος.

Ήταν πρωί, θυμάμαι και γλεντούσα. Η θεούσα βρισκόταν σε άδεια, τεκές το γραφείο και καμάρωνα τις μπότες με τα σταυρουδάκια. Ο ανθρωποφοβικός προϊστάμενος μόλις είχε αποχωρήσει. Ενδιαφερόταν για την πρόοδο του προγράμματος. Μην ανησυχείτε, πάμε καλά. Ενδιαφερόταν για τη νομιμότητα των ενεργειών. Μην αγχώνεστε, είμαστε σύννομοι, εμπρόθεσμοι και αδιάλλακτοι. Αμέσως μετά με πήρε τηλέφωνο ο Φίλιππος. Σοβαρός σαν σημαιοφόρος σε παρέλαση. Συνωμοτικός σαν σιωνιστής αρχιτέκτονας. Ήθελε να βρεθούμε, σύντομα και (χρειάζεται να το πω;) μυστικά.

Εμφανίστηκε στο γραφείο μου, ένας Φίλιππος καμουφλαρισμένος, με μαύρα γυαλιά, καμπαρντίνα και ψεύτικο μουστάκι. Εντάξει, τα παραλέω, το μουστάκι του ήταν αληθινό. Μου εξήγησε πως περνάμε στο δεύτερο μέρος του σχεδίου. Τώρα που είχε αποκτηθεί ο εξοπλισμός, τώρα που οι βιβλιοθηκάριοι είχαν δέσει μεταξύ τους, ήταν η ώρα να πέσει η ιδέα της Κοινοπραξίας. Διέκρινα μια νευρικότητα με το που είπε τη συγκεκριμένη λέξη. Έσβησε το ανύπαρκτο τσιγάρο του αμήχανα, κοίταξε γύρω μήπως είχε ξεφυτρώσει κανένα αυτί από τον απέναντι τοίχο –αγχώθηκε γενικότερα. Η ιδέα ήταν να στηθεί μια ένωση των ερευνητικών βιβλιοθηκών, η οποία θα είχε μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ απέναντι στους εκδότες και θα έλυνε το πρόβλημα των συνδρομών σε περιοδικά. Θα σε κουράσω λίγο, αλλά πρέπει να το εξηγήσω αυτό.

Οι βιβλιοθήκες των ερευνητικών κέντρων είχαν ένα μεγάλο έξοδο –τα επιστημονικά περιοδικά. Η ομάδα του Φίλιππα έβγαζε κάθε χρόνο έναν κατάλογο σχετικά με το που υπάρχει τι. Σε μια προσπάθεια να μην αγοράζουν όλοι τα ίδια. Σου λέγανε τα παλικάρια –αφού υπάρχει ο τίτλος κάπου αλλού, αν δεν σου είναι τρομερά απαραίτητο, μην τον πάρεις. Ζήτα από την άλλη βιβλιοθήκη να σου στείλει τα άρθρα που σε ενδιαφέρουν με fax και αγόρασε κάτι άλλο. Ωραία ιδέα, δεν είχε πρόβλημα και ο διευθυντής του Φίλιππου γιατί με τέτοιες ενέργειες καθιερωνόταν το νταβατζιλίκι του Ιδρύματος στο χώρο. Αλλά το πρόβλημα ήταν ακριβώς εκεί -γέμιζε τις αποθήκες και άδειαζε τους προϋπολογισμούς. Γιατί το πρόβλημα λεγόταν «χαρτί». Ότι αγόραζες σε χαρτί κόστιζε. Η πρόταση του Φίλιππου ήταν ηλεκτρονική πρόσβαση στις βάσεις των εκδοτικών οίκων. Και CD με τα παλιά τεύχη για να διατηρείς το αρχείο σου. Μικρότερο κόστος, ελάχιστος αποθηκευτικός χώρος, τεράστια αύξηση της πληροφορίας. Καλάθι και φάουλ, πάνω στο σφύριγμα της λήξης.

Ενθουσιάστηκα. Έβλεπα το όνομά μου να αναφέρεται ήδη με φωσφοριζέ γράμματα στη μαρκίζα της Κοινοπραξίας. Ο δημόσιος υπάλληλος που έφερε την καινοτομία. Η ιστορία γραφόταν κι εγώ ήμουν με το μέρος των πρωτοπόρων. Τόσο απλά κι όμως τόσο μπροστά! Αλλά γιατί αγχωνόταν ο Φίλιπς δεν καταλάβαινα. Και δεν μου εξηγούσε κιόλας ο άτιμος.

Στη συνάντηση των βιλιοθηκαρίων έγινε της αγίας ομοφωνίας. Κάποιοι σκεπτικιστές πνίγηκαν στο κύμα της ευφορίας που επικρατούσε. Αφού να φανταστείς, εκείνη τη μέρα δεν βγήκαμε καν για τσίπουρα –τα παραγγείλαμε από το καφενείο του κτιρίου. Το βράδυ μας βρήκε μεθυσμένους και αισιόδοξους –δεν είχαμε φάει ψάρι για πρώτη φορά, μέσα στην ευδαιμονία κι εγώ. Ο Φίλιππος εξαφανίστηκε προς το τέλος της σεμνής τελετής για να ετοιμάσει τη χαρτούρα. Θα μου την έστελνε το συντομότερο, για να την προωθήσω στα ανώτερα κλιμάκια. Ταυτόχρονα, οι βιβλιοθηκάριοι θα έπαιρναν τις υπογραφές συμμετοχής στην Κοινοπραξία, από τους Προέδρους των φορέων τους.

Οι βιβλιοθηκάριοι μάζευαν υπογραφές με φρενήρη μεθοδικότητα. Δεν ξέρεις τι πουτάνες είναι οι βιβλιοθηκάριοι. Με τι καλή έννοια, έτσι; Πρόκειται για όντα κλεισμένα σε ανήλιαγα υπόγεια, ραχιτικά πλάσματα του σκότους που τα θυμάσαι μόνο όταν καίγεσαι για πληροφόρηση. Αυτά, από τη μεριά τους, έχοντας πλήρη συναίσθηση του ρόλου τους, κάνουν τον μικρότερο δυνατό θόρυβο. Πάντα -αλλά και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Φαντάσου την εικόνα: ο Πρόεδρος, βαρύς, επιβλητικός, πάνσοφος και μεγαλοδύναμος στη γραφειάρα του. Ο άνθρωπος των σκιών ξεπροβάλλει κι ο Πρόεδρος με το ζόρι καταπνίγει την αηδία του. Τι να θέλει ο μούχλας; Χαρτιά κάτω από τη μύτη του Προέδρου. Ο Πρόεδρος δεν ρωτάει –υπογράφει. Μια φορά έκανε την απερισκεψία να ρωτήσει τον μουχλάνθρωπο κι αυτός θρονιάστηκε για μισή ώρα. Ο Πρόεδρος υπογράφει βιαστικά, να ξεμπερδέψει, να τον ξεφορτωθεί. Βλέπεις την εικόνα;

Στην επόμενη συνάντηση μπήκαν όλοι σίγουροι. Κατακτητές. Με τις υπογραφές των Προέδρων, με νταούλια και βιολιά. Κι ο Φίλιππος είχε φέρει τη δική του υπογραφή αλλά έτρεμε από άγχος. Οι άλλοι κατέβαζαν τα κουλουράκια, ανακατεμένα με πορτοκαλάδες, κάνανε χαβαλέ –ο Φίλιπς μιλούσε με το μάτι κολλημένο στην πόρτα. Σαν αντιστασιακός που άκουγε Θεοδωράκη μέσα στη χούντα έκανε ο μπαγάσας. Αλλά, βγάζεις άκρη με τον Φίλιππο;

Η άκρη βγήκε, ή, για να το πω πιο σωστά, μπήκε στα μέσα της συνάντησης. Και φορούσε μουτσούνα διευθυντή του Φίλιππου. Λέγε με απλά «αγριάνθρωπο».

Ο διευθυντής ήταν τεράστια μορφή στον χώρο. Αντιστασιακός επί χούντας, με δωρεάν διακοπές στη Μακρόνησο. Έτσι λέγανε τουλάχιστον. Κουνιάδος μεγαλο-υπουργού της κυβέρνησης. Έτσι λέγανε. Επιστημοναράς. Μηδέν δημοσιεύσεις στα τελευταία 10 χρόνια. Αρχι-τραμπούκος. Παράσιτο των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων. Χωμένος σε κάθε φτιάξη του τομέα του –φτάνει να μυριζόταν λεφτά ή δόξα. Ή και τα δυο –δεν ήταν ακατάδεκτος ο διευθυντής. Ένα αρχίδι, με λίγα λόγια ο διευθυντής, από αυτούς που κάνουν χειραψία και μετράς τα δάχτυλά σου μετά.

Ο διευθυντής διέκοψε τον ομιλητή και πήρε τον λόγο με συνοπτικές, δημοκρατικές, διαδικασίες. Μίλησε απλά, πατρικά στην αρχή. Καλά μου παιδιά, συγχαρητήρια για την ιδέα σας και τις προσπάθειές σας, μπλα, μπλα. Αλλά υπάρχουν κίνδυνοι –νομικής φύσεως. Κι αν πέσουν οι servers; Κι αν κλείσουν οι εκδότες; Είναι ρίσκο να μην έχεις κάτι στα χέρια σου. Αέρας οι ηλεκτρονικές εκδόσεις, ένα τσαφ και χάθηκαν τα πάντα. Ο Φίλιππος τον παρακολουθούσε με φάτσα –ουράνιο τόξο. Αμίλητος κατά τα άλλα. Μέχρι που ένας τυπάκος, πιτσιρικάς, ενθουσιώδης, νέο αίμα στις βιβλιοθήκες σκέφτηκε να αντιδράσει. Πήρε τον λόγο από τον διευθυντή και έφερε κάποιες αμυδρές αντιρρήσεις. Αν οι servers πέφτουν, άλλο τόσο τα κτίρια παίρνουν φωτιά. Έχουμε και μελέτη κόστους-οφέλους που αποδεικνύει … Μέχρι εκεί πρόλαβε.

Ο διευθυντής χαμογέλασε. Μετά κοκκίνισε. Μετά γούρλωσε τα μάτια. Του εξήγησε, ήπια, πως τις μελέτες κόστους-οφέλους τις έχει για να σκουπίζει τον κώλο του. Του επεσήμανε πως δεν δεχόταν αντιρρήσεις από χτεσινούς και αρχιδάκια σαν και του λόγου του. Πως ότι κανονίζαμε εδώ μέσα ήταν μια παπαριά και θα μας γαμούσε πάραυτα, που μπλέξαμε τους Προέδρους στις συνωμοσίες μας. Χτύπησε το τραπέζι με τη γροθιά του και έφυγε φουριόζος συμβουλεύοντας τους μαλάκες παρευρισκόμενους να ψάξουν για καινούργια δουλειά, γιατί, αυτός, προσωπικά, θα φρόντιζε για την απόλυσή τους, αύριο το πρωί. Σταράτες κουβέντες, όσο να πεις.

Όντως, από το επόμενο πρωί, μας πήρε ο διάολος και μας σήκωσε. Ο αλλαγοφοβικός προϊστάμενος με ξέχεσε ευγενικά, επισημαίνοντας πως αυτός δεν ήξερε τίποτα επί του θέματος και πως η ευθύνη θα ήταν εξ ολοκλήρου δική μου. Οι συνάδελφοι με χτυπούσαν στην πλάτη και προσφέρονταν να κεράσουν το τελευταίο γεύμα του μελλοθανάτου. Μέχρι και η θεούσα με άφησε να καπνίσω στο κοινό μας γραφείο. Αυτό το τελευταίο ήταν πολύ κακό σημάδι.

Τότε αποφάσισα να κάνω την κίνησή μου. Πριν γελάσεις, θα πρέπει να σε προειδοποιήσω πως ήμουν νέος και άπειρος υπάλληλος. Δεν είχα πολύ καιρό στο Δημόσιο, έπεσα και πάνω στον οραματιστή, δεν θέλει πολύ ο άνθρωπος για να την ψωνίσει. Και να πιστέψει πως υπάρχει λογική στο Δημόσιο. Ότι η πιο συμφέρουσα πρόταση υλοποιείται. Ότι φροντίζουμε για το κοινό καλό. Γελάς; Καλά κάνεις.

Όπως και νάχει το πράγμα, αποφάσισα να μιλήσω στον Γενικό Γραμματέα μου. Καλός άνθρωπος ήταν (είχα ακούσει), προοδευτικός και πρώην πρύτανης Πανεπιστημίου. Δεν μπορεί, θα μας καταλάβαινε. Δεν μπορεί. Μπορεί;

Ο Γραμματέας με άκουσε προσεκτικά και με έχεσε πατόκορφα, αμέσως μετά. Τι για μετάθεση στο Σουφλί μου είπε, τι για αυτόματη μετατροπή μου σε κλητήρα, έκλεισε το λογύδριο με κάτι Χριστούς, Παναγίες και καντήλια τα οποία κατέβαιναν σε καταρρακτώδη ρυθμό –σαφής και ειλικρινής ο Γενικός. Και γενικώς και ειδικώς.

Έφυγα από το γραφείο του με την αποκρυσταλλωμένη άποψη πως είχα σβήσει πλέον από τον δημοσιοϋπαλληλικό χάρτη. Και την ουρά στα σκέλια, δεν χρειάζεται να το πω. Τις επόμενες μέρες έπαιξαν το ίδιο τραγούδι και στον Φίλιππο. Διευθυντής, Πρόεδρος, Γενικός Γραμματέας και πάλι πίσω. Κι αυτός κρατούσε τις υπογραφές των Προέδρων για τη συμμετοχή στην Κοινοπραξία και περίμενε να τελειώσει η μπόρα. Αμήχανος, ήσυχος, φοβισμένος, ενιότε μέχρι και αγανακτισμένος. Όχι πολύ –όχι όσο χρειαζόταν.

Δεν αργήσαμε να πάρουμε χαμπάρι ότι μας είχαν πετάξει στο λάκκο με τα κωλοδάχτυλα. Εμένα μου πήραν τους φακέλους και μου άλλαξαν τμήμα. Έβγαζα πλέον χρηματοδοτήσεις για πειραματικές εφαρμογές στη βιομηχανική παραγωγή. Τιμολόγια, εντάλματα, ισολογισμοί –μόνο οι μαύρες μανσέτες μου έλειπαν. Ο μαλακοφοβικός προϊστάμενος έκανε πως δεν με ξέρει. Φυσικά, στην καινούργια μου θέση δεν παρέλειψαν να με ρωτήσουν τι είχα σπουδάσει.

Ο Φίλιππος βρέθηκε με καινούργιο προϊστάμενο στο κεφάλι. Ένα μαλακιστήρι, σπουδαγμένο στην Αμερική, τσιράκι του διευθυντή. Υφιστάμενος του καινούργιου προϊσταμένου ο Φίλιπς με αρμοδιότητες μηδέν. Μόνο μια γλάστρα του άφησαν να ποτίζει, ήταν βλέπεις δώρο από τη Σουηδέζα που παρακολουθούσε αμήχανη την διαδραστική προβολή.

Οι βιβλιοθηκάριοι σκόρπισαν στην πρώτη ριπή του ανέμου –σα να λέμε στην πρώτη «αυστηρή προειδοποίηση από τους Προέδρους». Φρίκαραν οι άγιοι άνθρωποι οι Πρόεδροι -μέχρι χτες νόμιζαν πως ο θόρυβος στα υπόγεια γινόταν από ποντίκια. Και σήμερα βρέθηκαν μέλη Κοινοπραξίας, να δέχονται απειλητικά τηλεφωνήματα από Υπουργούς.

Ο διευθυντής του Φίλιππου βρήκε γρήγορα τη λύση. Η Κοινοπραξία θα γινόταν, αλλά θα αφορούσε έντυπα –χαρτί, όχι βάσεις δεδομένων και κολοκύθια με τη ρίγανη. Άντε να αγόραζαν και το περιεχόμενο σε CD, να τα έχουμε διπλά τα αντίτυπα, τι διάολο, στην ηλεκτρονική εποχή ζούμε. Και το Ίδρυμα θα είχε κυρίαρχο ρόλο. Ότι ήθελαν οι υπόλοιποι θα το αγόραζε αυτό. Μετά, θα τους το πουλούσε σε φωτοτυπίες. Μόνο που χρειαζόταν έξτρα χρηματοδότηση. Τους την έδωσαν για να μη φωνάζει. Κι ας εκτοξεύτηκε το κόστος σε τρελά ύψη. Λεφτά έφυγαν στον αέρα. Προϋπολογισμοί ξεχείλωσαν. Συγχρηματοδοτούμενα έργα γεννήθηκαν για να καλυφθούν οι ανύπαρκτες ανάγκες. Μπράβο ρε Φίλλιπα, γαμώ τις ιδέες είχες, το Ίδρυμα σε ευγνωμονεί.

Στους τρεις μήνες την έκανε ο Φίλιππος. Βρήκε θέση υπεύθυνου βιβλιοθήκης και εκπαιδευτικού υλικού στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, τράβηξε μια παραίτηση χορταστική σαν μακαρονάδα-έξτρα σάλτσα και την έκανε διακριτικά. Κανένα δεν χαιρέτησε, καμιά ειδοποίηση, από κάτι γνωστούς στο Ίδρυμα μάθαμε πως «Φίλιππος τέλος». Ο αέρας εξακολουθούσε να φυσάει, αλλά δεν υπήρχε τίποτα πλέον να παρασύρει. Προσεχώς νηνεμία.

Τον είδα άλλες δυο φορές τον Φίλιππο. Στο σπίτι του αναιδή βιβλιοθηκάριου που είχε κοντράρει τον extra large διευθυντή. Είμασταν λίγοι από τους παλιούς, ο Φίλιππος και η Σουηδέζα. Ο Φίλιππος μέσα στα σχέδια. Ανέλυε προοπτικές για τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου, παρουσίαζε πλάνα, χρονοδιαγράμματα κατά ριπάς. Αλλά δεν ήταν ο παλιός Φίλιππος. Σκοτείνιαζε στο ξεκάρφωτο, μπέρδευε τα λόγια του –αυτός που πριν μιλούσε σε ρυθμό πολυβόλου. Η συνάντηση ξεστράτισε με την εμφάνιση του παραδοσιακού γαμωψάρου. Είχε πιάσει και η Σουηδέζα την γκρίνια, για την ξεραΐλα στο νησί και την αφόρητη ζέστη στην Κύπρο, υγρασία, σκατόκαιρος –δέντρα δεν υπάρχουν ούτε για δείγμα στη Λευκωσία. Άσε τις παρέες, άσε το τουπέ της πανεπιστημιακής κοινότητας, μέσα στα μέλια και τα σιρόπια η Σουηδέζα. Το διαλύσαμε στην πρώτη δικαιολογία.

Πέρασαν δυο χρόνια μέχρι να ξαναδώ τον Φίλιππο. Στα ξεκάρφωτα, όπως και την προηγούμενη φορά, οι δυο μας τώρα, όχι όπως την προηγούμενη φορά. Χάλια είχε γίνει ο Φίλιππος. Είχε ξεπεράσει το στάδιο «ελβετικός σουγιάς», η απόσταση μύτης-γονάτων μειωνόταν απειλητικά πλέον. «Έχει κάποια υγρασία στη Λευκωσία», δικαιολογήθηκε χαμογελώντας χαζά. Και η Σουηδέζα τέλος –βαρέθηκε η γυναίκα, την τσάκισε το κλίμα, την έπνιξε η σκόνη. Δεν είχε κι έναν άνθρωπο να μιλήσει, ο Φίλιπς πρωί πήγαινε στη δουλειά, πρωί γύριζε (μετά από δυο-τρεις μέρες). Από το σπίτι πέρναγε μόνο για μπάνιο και ύπνο. Πολύ μπάνιο ένεκα η υγρασία, λίγο ύπνο γιατί έτρεχαν οι υποχρεώσεις. Του άφησε δυο φάσκελα ζωγραφιστά παρέα με κάτι άει γαμήσου στα σουηδέζικα και εξαφανίστηκε, που λες, η γυναίκα.

«Και τώρα τι κάνουμε Φιλιππάκο;», ρώτησα αδειάζοντας κάποιο πλανόδιο καραφάκι τσίπουρου.

«Πάλι από την αρχή βρε, τι νόμισες; Είμαι σε συνεννόηση με τα ελληνικά πανεπιστήμια, αυτοί έχουν φτιάξει κοινοπραξία, όπως τη λέγαμε τότε, θα βάλω και την Κύπρο μέσα, οι εκδοτικοί δεν θα έχουν πρόβλημα, έχω κάνει διερευνητικές κινήσεις, κάτι νομικά μας μπερδεύουν, αλλά θα τα λύσουμε, μετά θα συστήσουμε…»

Έφυγα χωρίς να κοιτάξω πίσω. Είμαι σίγουρος ότι ο Φίλιππος ακόμα μιλάει. Μια ζωή να παλεύει για το αυτονόητο, ξενύχτια σε υπόγεια πολυτελών κτιρίων για σχέδια που θα γαμηθούν με την πρώτη ευκαιρία.

Αυτή είναι η ιστορία του Φίλιππου. Θα μπορούσε να την είχε γράψει ο Κάφκα, αλλά η επιστημονική φαντασία δεν ήταν της μόδας στην εποχή του. Μετά άρχισε η μαλακισμένη η αποκτήνωση.

43 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:

Nada είπε...

Αναρωτιέμαι πού θα καταλήξουμε τελικά με όλους αυτούς τους «κατά προσδοκίαν (επί πάσης ιδιότητος)» όπως είναι ο Φίλιππος που περιγράφεις.

Η κατάσταση θυμίζει πολύ Brazil, μια μετα-δημοσιουπαλληλική ουτοπία. Ο Terry Gilliam θα έκανε το Φίλιππο αντι-ήρωα. Όσο για σένα, motorcycle boy, καλά να πάθεις αφού θέλεις να σκέπτεσαι βαθύτερα απ όσο χρειάζεται!!!

Unknown είπε...

Η φιγούρα του διευθυντή είναι απίστευτη. Τελικά ο μαλάκας έχει πάντα τα ίδια χαρακτηριστικά.

mmg είπε...

correctmeifimwrong:
sto dimosio mpaineis gia na MIN exeis orama.prepei na anagrafeteai & sto CV-an den ap(op)atwmai
"polla yposxomenos xystis idiwn & synadelfikwn arxdn,filikos pros katourimenes podies,me efkampti mesi & gonata enwpion ierarxika anwterwn,mi exwn orama"
ap(op)atwmai?
kata ta loipa,gia tin epomeni fri
mporw na paraggeilw kati se hppy end?

The Motorcycle boy είπε...

Ρε μαλάκες το διαβάσατε τόσο γρήγορα; Και μετά γκρινιάζετε για τα σεντόνια. Ρε Nada, νέος ήμουνα, δεν ήξερα. Δεν το ξανακάνω.
Tomboy και που να τον έβλεπες. 1.90 Χάρμα.
Mmg είχες προφανώς, λάθος αντίληψη για τον δημόσιο τομέα. Δεν είναι όλοι έτσι όπως περιγράφεις. Κάποιοι είναι πολύ χειρότεροι.
Brainsick που το θυμήθηκες; Έχεις απόλυτο δίκιο

oistros είπε...

Κι όμως κάποιοι ελαφρώς τροποποιημένοι Φίλιπποι μας πάνε μπροστά. Γαντζώνονται σε ένα όραμα, μοχθούν, σχεδόν τα καταφέρνουν, μέχρι να φανεί ένας "στιβαρός" άνωθεν διευθυντής και να τους αρπάξει την ... μπουκιά από το στόμα. να την οικειοποιηθεί, να εισπράξει τη δόξα της και να ρίξει τους απανταχού Φιλίππους στα τάρταρα.
Βλέπεις εδω ο διευθυνταράς ήταν αντίθετος. Αλλά η ακόμη μεγαλύτερη πίκρα είναι όταν οι διευθυνταράδες συμφωνούν.
Υ.Γ. Θα μπορούσε τιμής ένεκεν να ανήκει το κείμενο στους "νεώτερους" Φιλιππικούς.
Ή στις επιστολές "προς Φιλίππους" (καλά αστειεύομαι)

roidis είπε...

βρε σεις, μιλάτε για διευθυντές κλπ. δηλαδή μιλάτε για το "θέμα";

εδώ βλέπω τον ΜοτοΜποϋ να γράφει. να γράφει ωραία και στρωτά, ανεβάζοντας ένταση, ανεβο-κατεβάζοντας έννοιες με λέξεις απλές και σταράτες. αυτό το κείμενο έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός Λαϊκού διηγήματος από άνθρωπο που ξέρει σωστή λαλιά. τι να σου πω βρε άνθρωπε, άσε το κείμενο αυτό καμιά εβδομάδα, κι ύστερα βγάλτο. θα στο φάνε.

το απόλαυσα.

mmg είπε...

eeeesorryjim

:)

The Motorcycle boy είπε...

Κοίτα σουξέ ο Φίλιππος και δεν του το'χα. Μπήκα γιατί ξέχασα να απαντήσω στην mmg αλλά βλέπω κι άλλους.
mmg ιστορίες με χαρούμενο τέλος; Από μένα; Εντάξει, θα ανεβάσω μια μαζική δολοφονία που ο δολοφόνος ξέφυγε. Μέχρι εκεί -καλά;
oistros σε έχω κόψει για πανεπιστημιακιά. Και είσαι και διπλανό σπίτι με τη Λίτσα. Καλύτερα να οικειοποιούνται τη δουλειά σου, παρά να μην γίνεται καθόλου δουλειά. Οι φιλιππικοί δεν είναι του γούστου μου, αντιθέτως με εξιταρουν οι λαμπτήρες Philips. Λες να τους ζητήσω σπονσοράρισμα;
Ροϊδη, ευχαριστώ, αλλά για το ποστ μου τα λες αυτά; Είσαι υπερβολικός άνθρωπε. Αν είναι να μου το φάει φίλος, το χαρίζω και με κορδελίτσα γύρω-γύρω. Για τους υπόλοιπους, δε νομίζω.

averel είπε...

Ε, γι' αυτο με κραζεις. Αυτο δεν ηταν σεντονι, παπλωμα ηταν. Και ωραιο, ζεστο και απολαυστικο. Ευγε. Αλλα θα συμφωνησω με την δυνοητη κατα τ' αλλα mmg. To δημοσιο ειναι για αλλα πραγματα ρε philips. Αλλα συγγραφικη αδεια, καλα εκανε.

mmg είπε...

:) kaliyfthin

roidis είπε...

δεν είμαι υπερβολικός. κοίταξε να στρωθείς στο γράψιμο.

The Motorcycle boy είπε...

Ρε averel κοίτα γκαντεμιά. Αυτό το ποστ ήταν γύρω στο 95% αλήθεια και δεν με πιστεύουν. Ευχαριστώ πάντως.
mmg -ειδικότης μας η ικανοποίηση των πελατών (αυτό πάει και για κανένα Παναθηναϊκό, αν τύχει να περάσει από τη γειτονιά).
Ροϊδη, όλα γίνονται για κάποιο λόγο και διακόπτονται επειδή κυριαρχεί η βαρεμάρα. Κι εσύ κοίτα να μην εξαφανιστείς όταν έρθεις από τα μέρη μας.

mmg είπε...

dysnoiti?moi?
exw na thesw pws ethigin.
tinazw-etol-apoxwrw-ala(la)zonika-
me-yfos-myrizw-skt-pf

Unknown είπε...

εμετός μου ρχεται από την αηδία που μας περιβάλλει..

The Motorcycle boy είπε...

Ωραία πέσανε μαζί τα ποστ σας, mmg και cherry!
Όχι καλό μου δεν είσαι δυσνόητο, μπες στο καζάνι με το ατζέμ πιλάφι τώρα.

Elemental_Nausea είπε...

Πολύ ωραίο κειμένο MotorcycleBoy:)Δυστυχώς όπως αντιλαμβάνομαι για την περάτωση τέτοιων σχεδίων και την υλοιποιήση τους πρέπει να υπάρχουν και τα αναλόγα κονδύλια.Καταλαβαίνω πως είναι ένα ρίσκο ,αλλά ίσως θα ήταν καλύτερα κάποιος να είχε μελετήσει καλά τις κινήσεις και να είχε υπολογίσει τις συνέπειες πριν πάρει και τους άλλους στο λαιμό του.

Υ.Γ.Πέρνα μια βόλτα απο το τμήμα βιβλιοθηκονομίας του ΤΕΙ Αθηνώ να δεις πως έχουμε γίνει πλέον οι βιβλιοθηκονομοί.Κλασσικές φιγούρες μένουν μόνο κάποιοι καθγητές.Όλοι οι υπόλοιποι είμαστε 3 λαλούν και 2 χορεύουν.Κρίμα πραγματικά που μια τόσο ενδιαφέρουσα σχολή κατακλύζεται απο ζώα και διέπεται απο πλήρης ανοργανωσια.

mmg είπε...

πιλαφ!& mpika.

The Motorcycle boy είπε...

Τα χρήματα υπήρχαν you that may. Και τα χρήματα που ξοδεύτηκαν μετά στον καννιβαλισμό της πρότασης ήταν πολλαπλάσια από αυτά που απαιτούσε η όλη διαδικασία. Η οποία έχει εφαρμοστεί στα πανεπιστήμια. Είσαι στη βιβλιοθηκονομία; Έχω κάποιες ενδιαφέρουσες διευθύνσεις να σου προτείνω -και δεν εννοώ δικτυακές.

Elemental_Nausea είπε...

MotorcycleBoy ναι είμαι :)Kάθε πρόταση δεκτή εννοείται!

The Motorcycle boy είπε...

έτσι mmg -κάτσε τώρα εκεί και ήσυχη μέχρι να μουλιάσεις. you may θα τα κουβεντιάσουμε, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου -σε άτοκες δόσεις βέβαια.

mmg είπε...

.

The Motorcycle boy είπε...

ου να χαθείς αισχρή!

mmg είπε...

itan vronteri i sigi mou,to xerw.
napawnatiramisw?

mmg είπε...

pws exoume diaplakei etsi?
ntatella

homelessMontresor είπε...

Εμένα πάλι πολύ μου αρέσουν οι οραματιστές! Σκέψου κι το άλλο. Αν γεμίζαμε με πολλούς οραματιστές οι διευθυντές δεν θα προλάβαιναν να φτάσουν παντού εγκαίρως!
Ξέρω ξέρω είμαι πολύ νέα και αισιόδοξη! :-)

Eu-aggelos είπε...

"αυτη είναι η ιστορία του Φίλιππου.Θα μπορούσε να την είχε γράψει ο Έκο" αλλα την έγραψες εσύ και μαζί με το ποστ του ζουρι μου εφτιαξες το απόγευμα...αναμενω το επόμενο σεντονι.καλησπερα

The Motorcycle boy είπε...

Montressor, πάντα θα υπάρχει ένας διευθυντής για να σου γαμήσει το όνειρο (με το συμπάθειο -έτσι;)
Eu-aggele, ευχαριστώ πολύ. Γαμώτο, μου θύμισες οτι δεν πρόλαβα να διαβάσω zouri σήμερα.

Tasis Plisis είπε...

Καλο ρε!


Ο Φιλιππος δεν ξερω τι γνωμη εχει...

The Motorcycle boy είπε...

Σιγά μην έχει και γνώμη ο Φίλιπς. Προλαβαίνει ρε από τη δουλειά;

Λίτσα είπε...

Το post πολύ καλό ως συνήθως (να μην ξαναλέμε τα ίδια, τα είπε και ο Ροΐδης). Η πραγματικότητα ανατριχιαστική έως εμετική. Το καλό του Mboy: δεν γίνεται μελό, ο σαρκασμός (υπαινικτικά δοσμένος) υπογραμμίζει τον παραλογισμό, προκαλώντας ελεγχόμενες αντιδράσεις οργής, οι οποίες εν τέλει καταλήγουν στην κυνική διαπίστωση vredenpanenagamhthouneoloitouslewgw!
Αυτό που μ' αρέσει στο ζεύγος boy (στα αφηγηματικά τους) είναι η απόλυτη απόκλιση ύφους (αυτά για εκείνη τη συζήτηση περί επιβολής προσωπικοτήτων και λοιπών αηδιών που υπεστήριζε ο Mboy εκείνη την Πέμπτη μετά τον "καπετάν Μιχάλη".
Και μετά από την εμπεριστατωμένη λογοτεχνική κριτική, καλημέρα σας.

The Motorcycle boy είπε...

Ακόμα κι αν έχεις δίκιο σιγά μην το παραδεχτώ.

Καλημέρα, συνήλθατε από τη Eurovision;

Λίτσα είπε...

Συνήλθαμε (νομίζω) - είχαμε και μια βάφτιση σήμερα το μεσημέρι, με το απαραίτητο τσιμπούσι, καταλαβαίνεις. Πριν από λίγο ξυπνήσαμε.

ZissisPap είπε...

Καλημέρα όοολη μέρα.
Πολύ δυνατό το Post ότι πρέπει για Δευτέρα πρωί.
Αυτό που θέλω να προσθέσω σε όσα έχουν ειπωθεί είναι ότι εγώ διαπιστώνω την έλλειψη ανθρώπων με όραμα γενικά.
Ειδικότερα θα έλεγα νέων ανθρώπων.
Αυτή την στιγμή στην Ελλάδα ακόμη και ο ιδιωτικός τομέας λειτουργεί με την λογική Δημοσίου.
Εταιρίες που πωλούν υπηρεσίες και ακουμπάς τα ευρά σου σε αντιμετωπίζουν σαν από το γκισέ παλιάς εφορίας.
Οι νέοι δεν ξέρουν τι θέλουν κι εμείς πολλές φορές δεν ξέρουμε τι ζητάμε.
Έχω πολύ καιρό να δω άνθρωπο που τα μάτια του να είναι ζωντανά όταν σου μιλάει.
Έχω πολύ καιρό να δω σπίθα ή και φλόγα ή και πάθος γύρω μου.
Σαν να περιβάλλομαι από ευνούχους που παίζουν με τα κινητά τους.
Μιας και ανέφερες την Eurovision, ανατροπή θεωρείται πλέον η επικράτηση αυτού του σαχλορόκ τραγουδιού απέναντι σε ένα κοινό που ΔΕΝ ήξερε πως να αντιδράσει σε αυτό το αποτέλεσμα.
Πως το είπε ο Κωστάλας αυτό με τα γλυκά τερατάκια!!!
Εν ολίγοις μάλλον χρειαζόμαστε πολλούς μεταλλαγμένους Φίλιππους.

mmg είπε...

mb,13.30 sou ypenthymizw.
exases twn 10.15,sou menei to 2.45.
1.15' left & counting.

The Motorcycle boy είπε...

sigmund το σχόλιό σου είναι ένα ποστ από μόνο του (καλά εγώ θα το έκανα γύρω στις 18 σελίδες, γιατί αδυνατώ να εκφραστώ με σαφήνεια και περιεκτικότητα). Πάντως, τα είπες σχεδόν όλα. Δεν ξέρω αν χρειαζόμαστε τέτοιους ανθρώπους (σαν τον Φίλιππο εννοώ). Από τη μια εξυπηρετούν το κοινό ώφελος, από την άλλη όμως δίνουν ανάσες ζωής σε ένα ετοιμοθάνατο σύστημα. Μήπως θα ήταν καλύτερα να περιμέναμε την πτώση του ερειπίου; Φυσικά δεν έχω απάντηση.
mmg δε με βλέπω για σήμερα -κοιμηθείτε ήσυχοι. Περνάω ένα γαμημένο audit και το παίζω πρόθυμος, καταρτισμένος και ετοιμόλογος.

ZissisPap είπε...

Καλά μην τρελαθούμε κιόλας.
Τα πράγματα έχουν ξεκινήσει πολύ πιο απλά.
Το όποιο σύστημα το έχουμε φτιάξει εμείς οι άνθρωποι για να υπηρετεί το κοινό όφελος.
Η βάση της απλής ομάδας.
Η ομάδα αποφασίζει ποιος θα την υπηρετήσει και του ΕΚΧΩΡΕΙ το δικαίωμα να την αντιπροσωπεύει ούτως ώστε να φροντίσει με τον καλύτερο τρόπο για τα κοινά.
Ας φανταστούμε λοιπόν την εφαρμογή αυτού σε όποια θέση του συστήματος θέλουμε.
Από την κορυφή (κυβέρνηση) μέχρι την πιο "απλή" δουλειά (χτυπάω σφραγίδες σε ένα έγγραφο).
Εδώ λοιπόν μπαίνει το παιχνίδι του ελέγχου. Ναι του ελέγχου. Γιατί το να εκχωρείς είναι εύκολο (λέγεται και πάσα), το να ελέγχεις είναι δύσκολο και παρεξηγημένο.
Οφείλεις λοιπόν να ελέγχεις την οποιαδήποτε "θέση" γιατί πολύ απλά εσύ την έχεις προδιαγράψει και αν δεν λειτουργεί σωστά εσύ την αλλάζεις.
Σε περίπτωση δε που η κάθε "θέση" περιχαρακώνει τα της θέσης έτσι ώστε να μπει στο απυρόβλητο και να μπορεί να ασκεί πίεση πάνω σου «ξεχνώντας» τον πραγματικό της ρόλο, έχεις το δικαίωμα να αντισταθείς και να την ανατρέψεις.
"Δικαίωμα Κοινωνικής Ανυπακοής" λέγεται.
Εάν κάθεσαι περιμένοντας να πέσει το ερείπιο απλά έχασες χρόνο, χρήμα(!) και ενέργεια από κάτι δικό σου. Μην ξεχνάς ότι θα παραδώσουμε αυτό το σύστημα και στους επερχόμενους. Τι θέλουμε να λένε για μας;
Γι αυτό πρέπει να δυναμώνουν οι διάφοροι Φίλιπποι και να εξυπηρετούν το κοινό (μας) όφελος.
...
Φίλιπποι είμαστε όλοι μας.

Συγνώμη για το κατεβατό.

mmg είπε...

good.tha teleiwsw litsa loipon

The Motorcycle boy είπε...

Ευχάριστο το κατεβατό sigmund. Αυτός είναι άλλωστε και ένας από τους λόγους που κάνω posts. Με την ανάλυσή σου διαφωνώ σε επίπεδο δομών και λειτουργίας. Το είχα κάνει ποστ παλιότερα, νομίζω πως είναι αυτό: http://motorcycleboy.blogs.gr/index.php?op=ViewArticle&articleId=835
Έχω την τάση να πιστεύω πως οι θέσεις βρυκολιακιάζουν και λειτουργούν "ανεξάρτητα" ή και "αντίθετα" κάποιες φορές.
Γιατί δεν ανοίγεις κι εσύ το δικό σου blog; Αφού έχεις να πεις ρε άνθρωπε (όχι οτι χαλιέμαι που τα λες σα σχόλια έτσι;)
Mmg να πας να ξεστραβωθείς.

ZissisPap είπε...

Καλό το post αλλά μου βγαίνει λίγο με την πλάτη στον τοίχο.
Γιατί να είμαστε μονίμως στην άμυνα για το σύστημα;
Πηγαίνουμε στο εκτός Ελλάδας γήπεδο και συμπεριφερόμαστε αλλιώς.
Γυρνάμε μέσα και τα κεφάλια κάτω.
Μπορούμε να βγούμε πιο πάνω, να δούμε φως, να φύγουμε από το υπόγειο.
Χρειάζεται και η θετική των πραγμάτων προσέγγιση.
Και στο φινάλε δεν υπάρχει κοινωνικό σύστημα χωρίς προβλήματα εφόσον υπάρχουν οι άνθρωποι.
Περνάμε σε άλλο θέμα τώρα και σηκώνει συμπόσιο με ποτό και μεζεδάκι.

The Motorcycle boy είπε...

Το είπες και μόνος σου. Άσε κανένα mail γιατί ξεκινάς συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης (και τα κουβέρ πληρωμένα).

ZissisPap είπε...

Βάλε κάτι παραπάνω...

Θα τα πούμε!

Godot είπε...

koumpare mia kai ta 100 comments den se vlepw na ta pianeis san ton akatanomasto...den postareis tipotis?

krata simeiwseis ap to audit.
tha vgei gamato - kati mou leei.

The Motorcycle boy είπε...

Αρχηγέ Godot -δύσκολα τα πράγματα, πολύ το τρέξιμο. Κάτι θα καταφέρω πάντως. Φταις κι εσύ. Ακόμα δεν έχω προλάβει να διαβάσω τον ταρίφα.
Πουτάνα ζωή (Κουρούλη)

Δημοσίευση σχολίου

Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Tomboy | Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες και οι άλλοι