Παρασκευή, Ιουλίου 23, 2010

6. Αφού η Χελώνα έγινε Κέδρος

Προηγούμενα:
1. Κανένας δεν αγαπάει τη Φορολογική Δικαιοσύνη
2. Το καινούργιο παντοτινό όνομα του Προέδρου
3. "Η εξαγωγή του λίθου της τρέλας"
4. Ο Οδυσσέας, οι Αργοναύτες και άλλοι ηλίθιοι
5. Η προσευχή είναι ένας νεκρός κροκόδειλος

Ο θάνατος μοιάζει μακρινή προοπτική όταν τον αγναντεύεις από το φινιστρίνι ενός ελικοφόρου. Κοιτάζοντας έξω σκέφτομαι οτι μου είναι αδύνατο να καταλάβω όσους φοβούνται τα αεροπλάνα κι όλα τα σχετικά –εντάξει, κι εγώ πάσχω από υψοφοβία, όταν σκύψω πέρα από τα κάγκελα ενός μπαλκονιού νιώθω το τσιμέντο ή την άσφαλτο να με τραβάνε σα μαγνήτες, υψοφοβικός, κρατιέμαι τότε από τα κάγκελα, δίνω ώθηση να πέσω προς τα πίσω στην ασφάλεια, επειδή όταν σκύβω πέρα από τα κάγκελα ενός μπαλκονιού νιώθω ήδη πως είμαι στον αέρα με κατεύθυνση την πρόσκρουση. Έτσι νιώθω επειδή είμαι υψοφοβικός, αλλά δεν έχω κανένα τέτοιο πρόβλημα στα αεροπλάνα ή τα ελικοφόρα γιατί από δω πάνω όλα φαίνονται ψεύτικα, φτηνές προβολές, ούτε καν τρισδιάστατα ολογραφήματα. Πώς είναι δυνατό να φοβάσαι οτι θα πέσεις και θα τσακιστείς μέσα σε μια φτηνή προβολή; Είχα κάποτε συναντήσει έναν εικονικό προφήτη στις διαδρομές κοινωνικής δικτύωσης της ΑΔΙ μου, έλεγε εκείνος ο τύπος οτι οι πτήσεις είναι σκέτη οφθαλμαπάτη. Εδώ και αιώνες η ανθρωπότητα είχε ανακαλύψει την τηλεμεταφορά και τη χρησιμοποιούσε κατά το συμφέρον κάποιων λίγων. Οι οποίοι, για να μην δώσουν πλήρη πρόσβαση στους πολλούς έφτιαξαν αυτή τη φτηνιάρα προβολή που την ονόμασαν πτήση, για να νομίζεις οτι χρειάζεσαι ώρες ολόκληρες προκειμένου να καλύψεις μια απόσταση. Ενώ στην πραγματικότητα χρειαζόσουν κλάσματα δευτερολέπτου, όλο το υπόλοιπο διάστημα καθόσουν στο όχημα προσομοίωσης και χάζευες τις εικόνες που προβάλλονταν στα φινιστρίνια. Ασυναρτησίες το δίχως άλλο, βλακείες απ΄αυτές που στοιβάζονται στα πεζοδρόμια των διαδρομών κοινωνικής δικτύωσης με σκοπό να σε εντυπωσιάσουν, ή να σε κοροϊδέψουν, ή κι εγώ δεν ξέρω τι... Αλλά τίποτα δεν στέκεται από μόνο του στον λεπτό αέρα, έτσι λοιπόν κι αυτή η σαχλαμάρα περί τηλεμεταφοράς και προσομοίωσης πτήσεων βασιζόταν στην εξόφθαλμα μη ρεαλιστική εικόνα που βλέπεις κάθε φορά από τα φινιστρίνια. Ποιος είναι τόσο αθεράπευτα φαντασιόπληκτος ώστε να καταφέρνει να συνδυάσει αυτό που βλέπει από το φινιστρίνι του με μια μοιραία πρόσκρουση;
Πήραμε μια βουτιά για να αποφύγουμε τον αέρα που στριφογύριζε την αραιή βροχή, τα κτίρια έγιναν ελάχιστα πιο αληθοφανή. Ήταν ώρα να αναλάβω δράση. Προσάρμοσα το κεφαλόφωνο δίπλα στο στόμα μου.
«Α777 προς όλους τους επικεφαλείς», είπα.
Μετά περίμενα να λάβω τις έξι επιβεβαιώσεις και μετά πήρα βαθιά ανάσα. Τώρα άρχιζε το παιχνίδι.
«Αλλαγή συντεταγμένων πτήσης», προσπάθησα να το προφέρω όσο πιο σταθερά γινόταν.
«Υπάρχει αλλαγή σχεδίου από τα Κεντρικά;» ρώτησε κάποιος από τους επικεφαλείς. Τσέκαρα την ταυτότητά του στις ενδείξεις του κεφαλόφωνου.
«Α754 εσείς θα εξακολουθήσετε την πτήση σας προς τα γραφεία της Διηπειρωτικής», τον πληροφόρησα.
Αν κάποιος είχε τέτοιου είδους μαλακισμένες απορίες ας πήγαινε να σκοτωθεί μια ώρα αρχύτερα.
«Θα μου αναφέρετε πριν κάνετε οτιδήποτε», συμπλήρωσα.
Διάλεξα άλλα τρία ελικοφόρα που θα πήγαιναν στα κεντρικά και έδωσα πληροφορίες στους υπόλοιπους για τις αλλαγές των συντεταγμένων. Όσο το έκανα αυτό κοίταζα κλεφτά την άκρη της καμπαρτίνας μου όπου είχα σημειώσει τις διευθύνσεις, οι άλλοι δυο θα πήγαιναν μαζί στο κτιριακό συγκρότημα όπου έμεναν στελέχη της εταιρείας στις παρυφές της πόλης και θα μου ανέφεραν όταν έφταναν.
«Θα πρέπει να σας πληροφορήσω ότι το κέντρο επικοινωνιών αλλάζει επίσης», έκανα βιαστικά στο κεφαλόφωνο. «Σημείωστε την καινούργια συχνότητα....»
Τους έδωσα τη συχνότητα του γραφείου μου.
«Καλή τύχη σε όλους και όλες», ευχήθηκα κλείνοντας.
Μετά συνδέθηκα με την Β732.
«Ετοιμάσου για συνωστισμό», την ειδοποίησα.
«Είμαι έτοιμη», είπε.
Κατέβασα το κεφαλόφωνο στη βάση του λαιμού μου και χώθηκα στην καμπίνα των πιλότων.
«Κύριοι έχουμε αλλαγή συντεταγμένων», είπα.
«Από πότε;» ρώτησε ο κυβερνήτης.
«Και ποιος το αποφάσισε;» ζήτησε να μάθει ο συγκυβερνήτης.
«Από τώρα και εγώ», τους ξέκοψα. «Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;»
Απέφυγαν να με κοιτάξουν. Ήξεραν οτι το ελικοφόρο ήταν στις διαταγές μου, προτίμησαν να δείξουν αδιαφορία λοιπόν όσο τους εξηγούσα την καινούργια μας πορεία.
«Θα πρέπει να ενημερώσουμε τον πύργο ελέγχου», είπε ο κυβερνήτης.
«Εδώ μέσα, εγώ αποφασίσω τι πρέπει και τι δεν πρέπει», τους εξήγησα.
«Όμως, έτσι υπάρχει κίνδυνος σύγκρουσης», αντέτεινε.
«Σωστά», παραδέχτηκα. «Γι΄αυτό έχε τα μάτια σου στο δρόμο και μην ασχολείσαι με τα υπόλοιπα».
Του γύρισα την πλάτη και βγήκα από την καμπίνα, τι σύγκρουση και μαλακίες; Αφού όλα αυτά ήταν φτηνές προβολές στα φινιστρίνια.
Απομακρύνθηκα βιαστικά για να μη με δουν σκασμένο στα γέλια.
Έκανα νόημα στους δυο Β μου να αρχίσουν τη δουλειά τους, ο Β777 που είχα βάλει υπεύθυνο επικοινωνίας ξεκίνησε τις δοκιμές. Ο άλλος μάζεψε τους Γ κι έβαλε μπροστά τον συντονισμό ενεργειών. Μετά από λίγο με πλησίασε.
«Δεν μας έχετε ενημερώσει για την περιοχή επιδρομής», μου είπε ψιθυριστά.
«Δεν χρειάζεται», τον καθησύχασα. «Όταν φτάσουμε όλα θα είναι προφανή».
Σήκωσε το κεφάλι του, αρκετά διστακτικά.
«Πάμε για το νησί των Κέδρων», του ξεκαθάρισα.
«Στα σπίτια των αφεντικών δηλαδή», μουρμούρισε.
Κούνησα το κεφάλι.
Το νησί ήταν παλιότερα τόπος συγκέντρωσης εργατών, δηλαδή εκεί τους παράταγαν τα υδροπλάνα κι από εκεί τους μάζευαν τα πλοία των εταιρειών. Όμως με τον καιρό γινόταν όλο και πιο δύσκολο να βρεις κάποια άχτιστη περιοχή κοντά στην πόλη για να φτιάξεις ένα καινούργιο συγκρότημα κατοικιών, αναγκάστηκαν λοιπόν οι οικοδομικές εταιρείες να προβούν σε μαζικές εκκαθαρίσεις, το νησί των Κέδρων ήταν από τα πρώτα στον κατάλογο και δεν λεγόταν νησί των Κέδρων τότε. Λεγόταν Χελώνα, λόγω σχήματος. Οι κέδροι φυτεύτηκαν αργότερα, στη διάρκεια της ανοικοδόμησης και ήταν, φυσικά, όλοι τους από βιοπλαστικό. Θέλανε τρομερή φροντίδα, αλλά ακόμα κι έτσι δεν κρατούσαν πάνω από 5 χρόνια, μετά έπρεπε να φυτευτούν καινούργιοι.
«Και με την Ομπρέλα τι θα κάνουμε;» ρώτησε ο Β.
Έξυπνο παιδί. Είχε ήδη πάρει χαμπάρι οτι πηγαίναμε στο νησί απρόσκλητοι και αρκούντως ενοχλητικοί για την επιβίωση των κέδρων.
«Θα ζητήσουμε να την ανοίξουν», είπα.
«Κι αν δεν;» μουρμούρισε εκείνος.
«Τότε την πατήσαμε», αναστέναξα.
Τα νησιά που χρησιμοποιούνταν για την ανάπτυξη κατοικιών των εταιρικών μεγαλοστελεχών είχαν Ομπρέλα Προστασίας από αέρος, πλωτά περιπολίας τριγύρω και αποκλειστικά δική τους Σεκιούριτι στη στεριά. Επειδή δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ήθελαν να μπουν στα σπίτια αυτών των νησιών, ακόμα και χωρίς την συναίνεση των ιδιοκτητών τους, καταλαβαίνεις.
«Σε δυο λεπτά θα βρεθούμε στην περίμετρο του νησιού των Κέδρων», έκρωξε η μεταλλική φωνή του κυβερνήτη από το μεγάφωνο.
Ο Β με κοίταξε κι εγώ βιάστηκα να χωθώ στην καμπίνα τους.
«Όταν επικοινωνήσουν μαζί σας, δώστε μου τη συχνότητά τους», μούγκρισα.
«Αρχηγέ, είσαι κάπως παράξενος», δυσανασχέτησε ο κυβερνήτης.
«Κι εσύ θες να γυρίσεις σπίτι σου μετά το τέλος της αποστολής, γι΄αυτό θα κάνεις τα στραβά μάτια στις παραξενιές μου», του είπα.
«Πύργος ελέγχου νήσου Κέδρων, αναφέρατε», ακούστηκε από το καντράν πλοήγησης.
Ο κυβερνήτης έσκυψε δίπλα στο κλειστό μικρόφωνο του καντράν, ψαχούλεψε για λίγο και μετά μου ψιθύρισε το προσδιοριστικό της συχνότητας.
«Εντάξει, πες τους οτι έχουμε άδεια εισόδου από τα κεντρικά», είπα.
«Και που είναι η άδεια; Την έφαγε η γάτα;» μουρμούρισε ο συγκυβερνήτης.
«Είσαι πολύ αστείος, πρόσεξε μόνο μην καταντήσεις γελοίος», του απάντησα. «Κάνε ότι σου είπα», διέταξα τον κυβερνήτη.
Βγήκα λίγο παραέξω και επικοινώνησα με τη Β732. Της έδωσα τη συχνότητα.
«Ενημέρωσέ τους οτι θα προσγειωθούμε με εντολή Α7», της είπα.
«Ξέρεις τι μου ζητάς;» την άκουσα να λαχανιάζει.
«Ναι ξέρω», απάντησα.
«Αυτό θα με μπλέξει...»
«Όχι περισσότερο από όσο θα μπλέξεις αν σκοτωθώ», της θύμισα.
«Δώσμου δυο λεπτά, είναι κι αυτός εδώ μέσα που με κοιτάζει περίεργα....» παραπονέθηκε.
«Έχεις ένα λεπτό και τον Γ βάλτον να κοιτάζει την πόρτα», της είπα πριν κλείσω.
Μετά γύρισα προς την καμπίνα των πιλότων, ο κυβερνήτης έπαιζε μια χαρά τον εκνευρισμένο που η γραφειοκρατία τού δημιουργεί καθυστερήσεις.
«Ξαναψάξτε, δεν μπορεί...» είπε.
Και ύστερα από λίγο....
«Μα δεν σας το λέω τόση ώρα; Για σκουπιδιάρηδες μας περάσατε;»
Αναστέναξα ανακουφισμένος. Κοίταξα έξω από το φινιστρίνι, δεν είδα τίποτα, αλλά φαντάστηκα έναν μπλε ομιχλώδη θόλο να ανοίγει αφήνοντας το ελικοφόρο μας να περάσει, ποιος ξέρει; Ίσως όταν με σχολάσουν από τη Φορολογική Δικαιοσύνη να κάνω καριέρα σαν σεναριογράφος στις αεροπορικές εταιρείες... Ο κόσμος χρειάζεται πιο φανταχτερές ψευδαισθήσεις στις μέρες μας.
«Συνεχίζουμε απρόσκοπτα», έκρωξε πάλι η φωνή του κυβερνήτη από το μεγάφωνο.
Είχα λιγότερο από πέντε λεπτά στη διάθεσή μου.
Έκανα νόημα στον Β715.
«Ετοίμασέ τους για εισβολή», του ψιθύρισα.
«Όχι ρε γαμώτο», κλαψούρισε κι αμέσως μετά, «όπως διατάξετε».
Κοίταξα για τελευταία φορά έξω από το φινιστρίνι, το βρόχινο νερό έμοιαζε να περνάει από μηχανή φυγοκέντρισης πριν φτάσει στο έδαφος, η νύχτα έδειχνε πιο κρύα από δάχτυλα ετοιμοθάνατου. Μάζεψα την καμπαρτίνα μου και κοίταξα τους άντρες που περίμεναν όρθιοι.
«Όποιος πάρει πρωτοβουλία θα του ανοίξω το κεφάλι στα δύο», είπα.
Το ελικοφόρο άρχισε να κατεβαίνει στο ελικοδρόμιο της τεράστιας κατοικίας. Θα πρέπει να ήταν μεγαλύτερος από 10 στρέμματα ο χώρος, υπολόγιζα οτι για να φτάσουμε στην έπαυλη θα μας έπαιρνε κάνα πεντάλεπτο. Όσο το ελικοφόρο πάταγε τα σημάδια προσγείωσης τόσο γέμιζε ο πέριξ χώρος από Σεκιούριτι.
Άνοιξα την πόρτα ενώ η σκάλα αποβίβασης ακόμα κατέβαινε, εκεί έξω υπήρχαν 10 με 12 Σεκιουριτάδες.
«Όταν σας κάνω νόημα πυροβολήστε ότι κινείται», είπα στους δυο Β. «Εκτός από μένα», συμπλήρωσα.
Δεν γύρισα να δω τις αντιδράσεις τους, κυρίως επειδή φοβόμουν.
«Ποιος είναι ο επικεφαλής εδώ πέρα;» φώναξα κατεβαίνοντας τη σκάλα.
Ένας μεγαλόσωμος άντρας ξεχώρισε από τους υπόλοιπους, τον χαιρέτησα και κατευθύνθηκα προς το μέρος του.
«Έχετε κάποια γραπτή άδεια για να βρίσκετε εδώ;» με ρώτησε ψυχρά.
«Βεβαίως», τον βεβαίωσα.
«Να τη δω», είπε.
Έβαλα το χέρι μέσα από την καμπαρτίνα και τράβηξα το πιστόλι μου. Τον πυροβόλησα πριν προλάβω να ξεμπλέξω εντελώς το όπλο από την καμπαρτίνα, ανησύχησα και λίγο μήπως την τρύπησα, αλλά ο επικεφαλής είχε πλέον έναν λεκέ στην κοιλιά που τον ανησυχούσε πολύ περισσότερο.
Από πίσω άκουσα τα οβιδοβόλα των Γ να ταρακουνάνε τον τόπο, στα ενδιάμεσα έβηχαν τα αυτόματα των Β. Βγήκα βιαστικά από τη γραμμή πυρός κι έψαξα για επικίνδυνους Σεκιούριτι. Σαχλαμάρες.
Υπήρχαν ήδη 5-6 με τα μούτρα στο χώμα και οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να την κοπανήσουν σα χαμένοι. Είχα δίκιο, τουλάχιστον ως εδώ. Κανένας δεν περίμενε επιδρομή στα σπίτια των στελεχών και γι΄αυτό η φύλαξη ήταν παραμελημένη.
Έριξα μια ματιά στον επικεφαλής της ομάδας που έκανε τον ψόφιο (μπορεί και να ήταν κιόλας) τον πυροβόλησα στο πίσω μέρος του κεφαλιού για να σιγουρευτώ.
«Μην ξεφύγει κανένας», φώναξα.
Δεν υπήρχε λόγος.
Οι Γ αποτελείωναν όσους προσπαθούσαν να τρέξουν. Τους άφησα να καθαρίσουν, όσο κοίταζα την έπαυλη με τα κιάλια. Μας είχαν ακούσει, θα μας περίμεναν.
«Τρέχουμε», ούρλιαξα στην ομάδα κι άρχισα να σκουντουφλάω στα παρτέρια που μας χώριζαν από το σπίτι.
Σύντομα βρεθήκαμε σ΄έναν χαλικόδρομο, κέδροι δεξιά κι αριστερά μας, μια διαδρομή αναψυχής το δίχως άλλο, μόνο που τώρα οργωνόταν από τις αρβύλες μας. Όσο πλησιάζαμε, τόσο έχανα τη συνολική οπτική επαφή με την έπαυλη, τώρα δεν μπορούσα να διακρίνω τα πλαϊνά, μονάχα την κεντρική πόρτα, βαριά από κόκκινο πλαστικό με υφή τριανταφυλλόξυλου. Ασυναίσθητα σήκωσα το πιστόλι και σημάδεψα την πόρτα χωρίς να επιβραδύνω το τροχάδην μου και τότε σκέφτηκα οτι ήμασταν ήδη εντός πεδίου βολής για όσους μας περίμεναν μέσα στην έπαυλη. Γιατί δεν πυροβολούσαν λοιπόν;
Σταμάτησα απότομα λαχανιασμένος. Δυο Γ με προσπέρασαν πριν σταματήσουν κι εκείνοι. Έκανα νόημα σ΄αυτούς που είχαν μείνει πιο πίσω να βγουν από τον χαλικόδρομο και να καλυφθούν όσο καλύτερα μπορούσαν πίσω από τους κέδρους μετά έπιασα από το μπράτσο τον Β715.
«Θα ρίξετε μερικές προειδοποιητικές πριν πλησιάσετε προσεκτικά», του είπα.
Κούνησε το κεφάλι.
«Ξεκίνα», διέταξα.
Όσο έστηνε τους Γ αποτράβηξα τον Β777 εξηγώντας του οτι θα έπρεπε να με ακολουθήσει όσο πιο αθόρυβα γινόταν. Οι πρώτες βολές των Γ διέλυσαν τα παρτέρια της έπαυλης αλλά δεν έκαναν μεγάλη ζημιά στην εξώπορτα. Από μέσα οι Σεκιούριτι δεν απάντησαν στα πυρά. Σιγουρεύτηκα. Ή σχεδόν, τέλος πάντων.
«Πάμε να βρούμε την οικογένεια», είπα στον Β777.
«Ποια οικογένεια;» ρώτησε.
«Του Γουίλιαμ Δράκου», απάντησα.
«Τι είναι αυτός;» ξαναρώτησε.
«Το εισιτήριό μας για τη γιορτή των ζωντανών», του εξήγησα.
«Εμένα πάντως μια χαρά ζωντανοί μου φαινόμαστε και χωρίς αυτόν», σχολίασε ο Β777.
«Αυτό να το πεις στα πληρώματα των υπόλοιπων ελικοφόρων που βρίσκονται τώρα έξω από τα κεντρικά της Διηπειρωτικής», μουρμούρισα.
Μα την αλήθεια δεν είχα χρόνο για περισσότερες εξηγήσεις. Επειδή ήδη είχαμε βρεθεί στα πλάγια της έπαυλης κι έπρεπε να βρω προς τα πού είχαν κρυφτεί τα μέλη της οικογένειας του Γουίλιαμ Δράκου. Μια φορά, μέσα στην έπαυλη δεν ήταν –γι΄αυτό άφηναν ανενόχλητους τους άντρες μου να πλησιάσουν οι Σεκιούριτι. Αν οι φυλασσόμενοι βρίσκονται σε έναν χώρο πρώτη σου φροντίδα είναι να κρατήσεις μακριά τους εισβολείς, για να μην τραυματιστούν οι φυλασσόμενοι από καμιά αδέσποτη. Αν όμως, κι αυτό μάλλον συνέβαινε στη συγκεκριμένη περίπτωση, σε αφήνουν να πλησιάσεις όσο πιο κοντά γίνεται –σημαίνει οτι θέλουν να σε αναγκάσουν να καθυστερήσεις, υποχρεώνοντάς σε να καταλαμβάνεις κάθε δωμάτιο ξεχωριστά. Να καθυστερήσεις ή να πεθάνεις προσπαθώντας. Την ώρα που οι φυλασσόμενοι θα αποχωρούν με την ησυχία τους.
Εκεί.
«Τι είναι αυτό; Βοηθητικό οίκημα;» ρώτησε ο Β777 δείχνοντας στα δεξιά της έπαυλης ένα οίκημα στο οποίο τρεμόπαιζε κάποιο φως.
«Είσαι υπέροχος», τον επιβράβευσα κι άρχισα να τρέχω προς το οίκημα.
Οι πυροβολισμοί από τη μεριά της έπαυλης ήταν ακόμα μονομερείς, καταλάβαινα οτι εκείνοι που κρύβονταν στο οίκημα μπροστά μας θα περίμεναν να ακούσουν τα όπλα των Σεκιούριτι πριν κάνουν την επόμενη κίνησή τους.
100 μέτρα από το οίκημα έκανα νόημα στον Β777 να σταματήσει..
«Θέλει ησυχία τώρα», του είπα.
Ακούμπησε σ΄ένα ξεραμένο δέντρο μισοκλείνοντας τα μάτια του. Το τρεμάμενο φως στο οίκημα είχε σβήσει.
«Θα μπω από την κύρια πόρτα κι εσύ θα πας από πίσω», του είπα. «Πρόσεξε μην πάθει τίποτα η γυναίκα και τα παιδιά του...»
Κούνησε το κεφάλι κι έμεινα να τον κοιτάζω όσο χανόταν κάνοντας τον γύρο του οικήματος. Σίγουρα υπήρχε πίσω πόρτα αλλά υπήρχαν και παράθυρα, κάποιοι θα μπορούσαν να φύγουν από εκεί. Γι΄αυτό ξεκίνησα να πατάω σε νοητό ριζόχαρτο πλησιάζοντας το οίκημα, οι σόλες από τις αρβύλες μου σηκώνονταν απαλά κι ακόμα πιο ανάλαφρα ακουμπούσαν, προχωρούσα –μια κίνηση που μου πήρε τριπλάσιο χρόνο από τον συνηθισμένο. Ήμουν 20 μέτρα από την πόρτα όταν έλαμψε στιγμιαία το γυμνό μέταλλο παραμερίζοντας την κουρτίνα στο παράθυρο ακριβώς από δίπλα, κρατήθηκα να μη γυρίσω το πιστόλι μου προς τα εκεί, είχα λίγο χρόνο μέχρι να βρει τη στόχευσή του ο κάτοχος του όπλου. Κοίταξα βιαστικά από την άλλη πλευρά της πόρτας, δεν υπήρχε παράθυρο και τότε σκόνταψα, ή έτσι ήθελα να φανεί, πυροβόλησα κι εκείνος που κρυβόταν στο παράθυρο δίπλα στην πόρτα πυροβόλησε επίσης, πήρα όση φόρα μπορούσα να μαζέψω, έτρεξα, έπεσα πάνω στο παράθυρο με τα χέρια να προστατεύουν το πρόσωπό μου από τα τζάμια.
Ο θόρυβος συριστικός και μια πρόσκαιρη χαλαζόπτωση κρυστάλλων, άραγε είχε σταματήσει να ψιχαλίζει έξω; Δεν θυμόμουν, δεν είχα προσέξει, χτύπησα πάνω σ΄ένα σώμα και πόνεσα καθώς προσγειωνόμουν μέσα στο οίκημα. Το σώμα με τίναξε παραπέρα και προσπάθησε να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση απέναντί μου, αυτά είναι μεγάλες βλακείες αν θες να ξέρεις. Τον πυροβόλησα χωρίς στόχευση, βόγκηξε πρώτα από έκπληξη και μετά από πόνο, παραιτήθηκε. Γδούπος. Τον πυροβόλησα ακόμα μια φορά πηδώντας από πάνω του για να τον προσπεράσω.
Άκουσα τον δαιμονισμένο θόρυβο μιας πόρτας που διαλυόταν κάτω από τις ριπές του αυτόματου όπλου του Β777, δεν του είχα δώσει εντολή σχετικά με το πώς να ενεργήσει σεβόμενος το δικαίωμά του να καθορίσει τις προοπτικές θανάτου του. Αφού λοιπόν διάλεγε να επιτεθεί εγώ θα έπρεπε να υποχωρήσω. Αυτή είναι η πιο αποτελεσματική τακτική όταν κυνηγάς –ένας μέσα ο άλλος έξω, ένας επιτίθεται ο άλλος υποχωρεί και στη μέση το θήραμα.
Γύρισα πίσω, άνοιξα την πόρτα, βγήκα στο ξέφωτο. Μέσα στο οίκημα είχαν ανοίξει οι καταπακτές της κόλασης. Σύντομα....
Ένας άντρας με στολή Σεκιούριτι τραβούσε από το χέρι κάποιο παιδάκι, ακριβώς δίπλα του μια γυναίκα έκανε το ίδιο. Σήκωσα το πιστόλι, περίμενα κρατώντας την αναπνοή μου, όταν τράβηξα τη σκανδάλη δεν χρειαζόταν καν να ρίξω δεύτερη ματιά. Ο άντρας με τη στολή Σεκιούριτι παρέσυρε το παιδάκι στο έδαφος καθώς έπεφτε με το κεφάλι ανοιγμένο στα δυο, η γυναίκα ούρλιαξε –είχα δημιουργήσει αίσθηση.
«Πάρε τα παιδιά και έλα κοντά», της είπα.
Ήταν μια άσχημη γυναίκα, ντυμένη με την τελευταία λέξη της μόδας στον τομέα της αθλητικής περιήγησης, όταν με είδε έστριψε ασυναίσθητα από την άλλη μεριά για να με αποφύγει αλλά στο τέλος συμμορφώθηκε. Τα παιδάκια άρχισαν να κλαίνε γοερά.
«Κάτσε εδώ και ηρέμησέ τα», της ζήτησα.
Μετά ενεργοποίησα το κεφαλόφωνο.
«Β777;» ζήτησα.
Δεν πήρα απάντηση.
«Στόχος επετεύχθη. Άμεση επιστροφή στο ελικοδρόμιο», διέταξα.
Όταν άνοιγε το σήμα του θα έβρισκε το μήνυμά μου, ή μπορεί και όχι. Δεν είχα χρόνο να κάνω περισσότερα γι΄αυτόν.
«Β715;» ζήτησα στο κεφαλόφωνο.
«Διατάξτε», άκουσα.
«Φροντίστε για την ασφαλή αποχώρηση της ομάδος σας και την επιστροφή τους στο ελικοφόρο», είπα.
«Ελήφθη», μου απάντησε.
Γύρισα προς τη γυναίκα που κρατούσε τα δυο παιδιά στην αγκαλιά της.
«Πάμε», μουρμούρισα. «Μην ανησυχείς, δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα».
«Για μένα όχι, για σένα όμως θα φροντίσω να υπάρξουν πολλά», σκλήρισε. «Πολλά και άλυτα. Πού ακούστηκε να κάνετε εισβολή στο σπίτι μας βρομιάρηδες;»
«Μη με καθυστερείς και μη με εκνευρίζεις», της είπα. «Σκοπεύω να σας χρησιμοποιήσω για να συζητήσω με τον άντρα σου, αλλά δε θα μου χαλάσει η διαπραγμάτευση αν έχω στα χέρια μου ένα παιδί αντί για δυο –με εννοείς;»
Τα παιδάκια τσίριξαν κι εκείνη με κοίταξε χαμένα. Τρόμος τώρα πια.
«Πιο γρήγορα», είπα.
Συμμορφώθηκαν.
Καλύψαμε την απόσταση μέχρι το ελικοφόρο με συνεχείς αλλαγές ρυθμού στον βηματισμό μας, η γυναίκα χρησιμοποιούσε τα παιδιά σαν βαρίδια, σαν μπάλες κατάδικου, απ΄αυτές που έδειχναν οι αρχαίες ταινίες.
«Βιάσου», της φώναξα. «Αν μας πάρει χαμπάρι η Σεκιούριτι θα μας κάνει κόσκινο».
«Η δικιά μας Σεκιούριτι;» απόρησε.
«Νομίζεις οτι φωσφορίζεις στο σκοτάδι;» αγανάκτησα.
Αυτό μάλλον τη συνέτισε κάπως, τράβηξε τα παιδιά της πιο αποφασιστικά και έτρεξαν πίσω μου. Έφτανα ήδη στο ελικοφόρο.
Πριν ανέβω τη σκάλα κοντοστάθηκα, κοίταξα πίσω τους, έκανα νόημα.
«Ανεβείτε».
Η γυναίκα σταμάτησε λαχανιασμένη, τα παιδιά αποβλακωμένα. Οι σπαρμένοι νεκροί Σεκιούριτι τους έφερναν στα πρόθυρα πανικού.
«Που πάμε;» ρώτησε.
«Στη δουλειά του μπαμπά», είπα.
Έδειξε να το σκέφτεται, άρχισα να ιδρώνω.
Ευτυχώς εκείνη τη στιγμή φωτίστηκε ο ορίζοντας πίσω μας από κάποια έκρηξη, κοίταξα με τα κιάλια, μάλλον από την πλευρά της έπαυλης είχε έρθει. Η γυναίκα τσακίστηκε ν΄ανέβει τη σκάλα σέρνοντας τα παιδιά της.
Κι εγώ στάθηκα με το χέρι ακουμπισμένο στην κουπαστή, με το πιστόλι να κρέμεται –προέκταση του άλλου μου χεριού– στάθηκα και μύρισα τον αέρα περιμένοντας τους δικούς μου να επιστρέψουν. Μπαρούτι και η μεταλλική μυρωδιά του αίματος ανακατεμένη με τη στυφή γεύση των κέδρων που είχαν συρθεί στον λασπωμένο αέρα από τη βροχή. Η αίσθηση της ήττας.
«Β777 προς άπαντες. Έχω εγκλωβιστεί», άκουσα την αγωνιώδη φωνή του να βγαίνει από το κεφαλόφωνο.
Αυτό ακριβώς εννοούσα, αλλά συνήθως μπορείς ν΄αφήσεις την ήττα να περιμένει λίγο –έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να φύγει.
Ανέβηκα τρέχοντας τις σκάλες.
Στο εσωτερικό του ελικοφόρου η γυναίκα είχε τακτοποιήσει τα παιδιά της και περίμενε.
«Θα σε βγάλω στα μεγάφωνα», της είπα. «Θα διατάξεις τη Σεκιούριτι να σταματήσει τους πυροβολισμούς».
«Να πας να γαμηθείς Φίδι», μου απάντησε.
Εκείνη τη στιγμή βγήκε ο συγκυβερνήτης από την καμπίνα του.
«Ήρθαν σε επαφή μαζί μας τα Κεντρικά από την συχνότητα έκτακτης ανάγκης. Έχουμε αυστηρές διαταγές να κατευθυνθούμε προς τον αρχικό στόχο ακυρώνοντας τα αποτελέσματα κάθε άλλης ενέργειας», ανακοίνωσε χωρίς να με κοιτάζει.
Χαμογέλασα κοιτάζοντας το τίποτα, μπορείς ν΄αφήσεις την ήττα να περιμένει αλλά δεν μπορείς να την κάνεις να φύγει.
Άνοιξα το κεφαλόφωνο.
«Α777, προς Β715» ζήτησα. «Αναφέρατε την κατάστασή σας».
«Διατηρούμε τις θέσεις μας», απάντησε ο Β715.
«Ισοπεδώστε τον πολιορκούμενο στόχο και κατευθυνθείτε άμεσα προς παρακείμενο οίκημα για απεγκλωβισμό του Β777», διέταξα.
Παγωμένη σιγή από την άλλη άκρη.
«Ελήφθη», τελικά.
Κοίταξα τη γυναίκα που περίμενε μαζεμένη στο βάθος.
«Ελπίζω να μην είχες κάτι που χρειαζόσουν μέσα στην έπαυλη», σχολίασα.
Χαμογέλασε στραβά όσο με χάζευε υπολογίζοντας το τι ακριβώς θα ζητούσε από τον άντρα της να μου συμβεί όταν θα τελείωνε αυτή τους η περιπέτεια. Προσπάθησα να την αγνοήσω και στα πλαίσια αυτά....
«Β777», ζήτησα.
Σιωπή από την άλλη άκρη.
Μια, δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε εκρήξεις –το έδαφος σείστηκε.
Πέντε λεπτά απόκοσμης παύσης, κοίταξα από το φινιστρίνι για να σιγουρευτώ οτι ακόμα και οι ψιχάλες είχαν ακινητοποιηθεί στον αέρα.
«Σας επαναλαμβάνω....» επανέλαβε ο συγκυβερνήτης πλησιάζοντάς με.
«Βγάλε το σκασμό αν δε θες να σε μετρήσω για απώλεια», σφύριξα δίπλα στο μάγουλό του.
Μαζεύτηκε.
«Β777;» αναρωτήθηκα στο κεφαλόφωνο.
Μερικοί ξαφνικοί πυροβολισμοί, οι Γ σε περιμετρικές βολές, ο Β λίγες προσεκτικές ριπές, οι Σεκιούριτι κατά βούληση.... Κι άλλοι πυροβολισμοί, δεν μπορούσα πλέον να ξεχωρίσω. Κι άλλοι.... Και μετά εκρήξεις. Δυο. Τρεις. Ακόμα μία μετά από μισό λεπτό –για επιβεβαίωση μάλλον. Κοίταζα από το φινιστρίνι αδηφάγα.
«Αν δε θες να μπλέξεις απογείωσε το ελικοφόρο τώρα αμέσως», άκουσα πίσω μου.
Γύρισα. Η γυναίκα μίλαγε στον συγκυβερνήτη κι εκείνος με κοίταζε κλεφτά.
«Ακούστε πώς έχει η κατάσταση», είπα ήρεμα. «Αν το ελικοφόρο σηκωθεί χωρίς να έχω δώσει εντολή θα αρχίσω να πυροβολώ. Θα ξεκινήσω από τα γόνατα. Αν η κυρία από εδώ δεν με φέρει σε επαφή με τον σύζυγό της θα συνεχίσω τους πυροβολισμούς. Θα αρχίσω από το μικρότερο παιδί. Καταλάβατε;»
Ο συγκυβερνήτης τρεμούλιασε ανεπαίσθητα αλλά εγώ πρόλαβα και το είδα. Η γυναίκα προσπάθησε να με κοιτάξει υπεροπτικά. Ήξερε να το κάνει πολύ αποτελεσματικά, εκπαιδευμένη καθώς ήταν να αποφεύγει τους φτωχοδιάβολους που μπλέκονταν στις μεγαλειώδεις εκδηλώσεις σπατάλης της τάξης της και τους κακομοίρηδες που ξεγλιστρούσαν από τη ζελατίνα ασφαλείας η οποία την περιέβαλε και κατόρθωναν να την προσεγγίσουν. Είσαι μια μύγα, η ενόχληση που μου προκαλείς είναι προσωρινή, σύντομα θα σε ξεφορτωθώ, ετοιμάσου. Αυτό το βλέμμα.
Είδα τις σκιές τους να αγγίζουν τους νεκρούς Σεκιούριτι κι από εκεί να ξεπετάγονται μεγαλώνοντας καθώς πλησίαζαν τη σκάλα του ελικοφόρου. Μέτρησα. Μου έλειπαν δύο.
«Ζητώ άδεια επιβίβασης», φώναξε ο Β715 χώνοντας το κεφάλι του μέσα.
«Την έχεις», ψιθύρισα. Απορούσα κιόλας, πώς ένας λουφαδόρος Β πήγε και θυμήθηκε αυτό το απαρχαιωμένο τελετουργικό. Παραμέρισα καθώς έμπαιναν, κρυφοκοίταξα τη γυναίκα που άρχισε να φοβάται βλέποντας αυτούς τους άντρες να μισοκλείνουν τα μάτια προσπαθώντας να κοντρολάρουν τον θάνατο.
«Πηγαίνετε καθίστε πίσω», είπα στους Γ δείχνοντας τους πάγκους τριγύρω από τη γυναίκα.
Την είδα να σφίγγει τα παιδιά της στο στήθος.
«Αυτοί είμαστε όλοι;» ρώτησα τον Β715.
«Ναι», επιβεβαίωσε.
Μέτρησα ξανά.
«Χάσαμε έναν άντρα στην έπαυλη... Κι ο Β777 ήταν νεκρός όταν φτάσαμε....» μουρμούρισε εκείνος.
«Εντάξει», τον καθησύχασα.
Τι έφταιγε κι αυτός; Ήθελε να έχει μια σταθερή πηγή προμήθειας Σφαρού κι έτσι βρέθηκε στη Φορολογική Δικαιοσύνη να περιμένει πότε θα κλείσει την κάθε βάρδια για να ζήσει. Κι επειδή θέλησε να ζήσει βρέθηκε βουτηγμένος μέχρι τα γόνατα στον θάνατο.
Τους γύρισα την πλάτη και μπήκα στην καμπίνα του κυβερνήτη. Εκείνος, όταν με είδε, κάλυψε το μικρόφωνο με την παλάμη του.
«Την έχεις πολύ άσχημα», μου ψιθύρισε.
«Πες μου γι΄αυτό», κορόιδεψα.
Άνοιξε το μικρόφωνο.
«Σας συνδέω», είπε.
«Α777;» άκουσα από τον άλλο κόσμο.
«Εδώ είμαι», απάντησα.
«Χαίρομαι. Και θα χαρώ ακόμα περισσότερο όταν έρθεις εδώ», τόνισε την τελευταία του λέξη ο Α77. «Θα χαρώ επειδή τότε θα έχω όλον το χρόνο να σε κόψω κομματάκια και να σε πετάξω στα σκυλιά».
«Σκέτη ποίηση», θαύμασα.
«Ποιος σου είπε να πας στο νησί;» ούρλιαξε ο Α77. «Με ποιο δικαίωμα αδιαφόρησες για τις εντολές που είχες πάρει; Με ποιο δικαίωμα αυτενέργησες;»
Είδα τον κυβερνήτη να παρακολουθεί τη διαμάχη όλος προσμονή κι αποφάσισα να μην τον απογοητεύσω.
«Άκου προϊστάμενε», έβηξα θυμωμένα στο μικρόφωνο, «μας έστειλες σε μια επιδρομή πιο καρφωμένη κι από πινακίδα σε διασταύρωση, μας έστειλες να σκοτωθούμε. Κι αν τύχαινε κάποιος από μας να γυρίσει ζωντανός θα του φόρτωνες την αποτυχία της επιχείρησης και θα τον έθαβες κάτω από τα βελάκια των ολογραφημάτων για να μη σηκώσει κεφάλι ποτέ ξανά. Όλα αυτά θεωρώ οτι θα ενδιέφεραν το Τμήμα Εσωτερικών Ελέγχων, αλλά δεν είναι της ώρας. Επειδή τώρα πρέπει να αρκεστείς στο οτι έχουμε ελάχιστες απώλειες και πολύ σύντομα θα αποκτήσουμε αναίμακτη πρόσβαση στη Διηπειρωτική. Άρχισε λοιπόν να πανηγυρίζεις για την επιτυχία σου κι άσε τα υπόλοιπα σε μας, εντάξει προϊστάμενε;» έκανα πίσω ξαναμμένος.
«Δεν ξέρεις τι λες Α777, αλλά να ξέρεις οτι θα υποφέρεις όταν επιστρέψεις. Γι΄αυτό φρόντισε να επιστρέψεις σύντομα», ακούστηκε η φωνή του πριν διακοπεί η σύνδεση.
Ο κυβερνήτης με κοίταζε χαμογελώντας.
«Έχω τον τρόπο μου», περηφανεύτηκα.
«Όσο γι΄αυτό...» μουρμούρισε.
«Ξεκίνα να φύγουμε από αυτόν τον κωλότοπο», του είπα.
«Προορισμός;» ζήτησε να μάθει.
«Τα Κεντρικά της Διηπειρωτικής και με το πάσο σου», τον πληροφόρησα.
Βγήκα φουριόζος, έσπρωξα απότομα τον συγκυβερνήτη να γυρίσει στη θέση του και πλησίασα τη γυναίκα που δεν ένιωθε καθόλου όμορφα στριμωγμένη, αυτή και τα παιδιά της, ανάμεσα σε βρωμερούς και απειλητικούς άντρες.
«Έλα μαζί μου», της είπα.
«Δεν πάω πουθενά», τσίριξε.
«Έλα να τελειώνουμε. Μην κάνεις τα πράγματα χειρότερα», εκνευρίστηκα.
Σηκώθηκε ενώ τα παιδιά της γατζώθηκαν από τις άκρες του φωσφορούχου βιοενεργού μπουφάν γυμναστικής περιήγησης που φορούσε. Την περίμενα να τα ησυχάσει.
Μετά πήγαμε στη μέση του ελικοφόρου, όρθιοι, αντιμέτωποι, αβέβαιοι. Της έδωσα το κεφαλόφωνο.
«Κάλεσέ τον», διέταξα.
Το έκανε. Περιμέναμε.
«Γουίλιαμ.... εγώ είμαι. Με κρατάνε αυτοί οι άνθρωποι μαζί με τα παιδιά.....»
Της τράβηξα το κεφαλόφωνο κάνοντάς της νόημα να γυρίσει στη θέση της. Βιάστηκε να υπακούσει, ανησυχούσε για τα παιδιά της.
«Είσαι ο Γουίλιαμ Δράκος;» είπα όταν ξαναφόρεσα το κεφαλόφωνο.
«Εσύ ποιος καργιόλης είσαι;» μούγκρισε η φωνή από την άλλη μεριά.
«Φορολογική Δικαιοσύνη, Α777. Με βάση το νόμο περί παράνομου ενδοεταιρικού πλουτισμού συνέλαβα τη γυναίκα και τα παιδιά σας. Σας καλώ τώρα να παραδοθείτε οικειοθελώς....»
«Τι λες ρε Φίδι; Το μόνο πράγμα που θα σου παραδώσω είναι δυο μέτρα σίδερο, θα τα παραδώσω στο παχύ σου έντερο και θα φροντίσω να σου βγουν από το στόμα», φώναξε ο Γουίλιαμ Δράκος.
Γέλασα άθελά μου. Η απειλή φανέρωνε άνθρωπο που είχε χρόνια να απειλήσει.
«Ναι, εσείς μπορεί να είστε φανατικός των παλιών ταινιών περιπέτειας αλλά εγώ είμαι υποχρεωμένος να σας ενημερώσω οτι μεταβαίνουμε προς τα Κεντρικά της Υπηρεσίας όπου η γυναίκα και τα παιδιά σας θα τεθούν υπό κράτηση. Όπως ξέρετε, με τις διαδικασίες της συλλογικής ευθύνης μάς είναι δυνατό να προβούμε σε καταδικαστική απόφαση μη αντιστρεπτή για διάστημα ενός έτους κατ΄ελάχιστο».
«Είσαι πολύ άσχημα νεκρός, μόνο που δεν το ξέρεις ακόμα», ούρλιαξε ο Γουίλιαμ Δράκος.
«Εντάξει», είπα.
Και απενεργοποίησα το κεφαλόφωνο.
Έσκυψα το κεφάλι, μέτρησα τα σιδερένια πλακάκια που δένονταν στο πάτωμα του ελικοφόρου, το δέκατο πλακάκι είχε λασκάρει κάπως.
Μετά ενεργοποίησα το κεφαλόφωνό μου και προσπάθησα να επικοινωνήσω με τους Α των υπόλοιπων ελικοφόρων. Οι δυο που βρίσκονταν έξω από το συγκρότημα κατοικιών στις παρυφές της πόλης περίμεναν άπραγοι έχοντας εντοπίσει τα υποκείμενα εντός των διαμερισμάτων τους.
«Προχωρήστε σε συλλήψεις», διέταξα.
Οι Α των ελικοφόρων που είχαν αναλάβει να προσεγγίσουν τα κεντρικά της Διηπειρωτικής δεν ήταν εύκολο να βρεθούν. Προσπάθησα ξανά και ξανά. Έχοντας χάσει τον Β777 είχα κενό στις επικοινωνίες, πήρα την Β732.
«Β732», φώναξα τρομαγμένος.
Ξανά και ξανά.
Ένα σιγανό βουητό αέρα, λες κι ακούμπαγα το αυτί μου στη χαραμάδα.
«Β732;»
«Αν ενδιαφέρεσαι να συμμετάσχεις στη συγκέντρωση κόσμος για την κηδεία της πρέπει να επικοινωνήσεις με τον Σύλλογο Γραμματέων», απάντησε τελικά μια χαιρέκακη φωνή.
«Τι πράγμα;» απόρησα.
«Να σου υπενθυμίσω επίσης οτι οι Γ αποτεφρώνονται δημοσία δαπάνη», συνέχισε η φωνή.
«Ποιος είσαι;» ρώτησα.
«Ένας φίλος», είπε η φωνή.
«Φίλος τίνος;» ξαναρώτησα.
«Έχει σημασία;» απόρησε πριν απενεργοποιήσει τη γραμμή.
Προσπάθησα πάλι να επικοινωνήσω με τους επικεφαλείς των ελικοφόρων στη Διηπειρωτική. Τίποτα.
Η γυναίκα με πλησίασε χωρίς να την πάρω είδηση, ξαφνιάστηκα.
«Θέλει να σου μιλήσει», είπε προτείνοντάς μου μια φορητή ΑΔΙ.
Πήρα τη συσκευή στα χέρια μου μπερδεμένος, δεν είχα όρεξη για τέτοια.
Ακούμπησα το κεφάλι μου δίπλα στο κοντινότερο φινιστρίνι, το μέταλλο μου προκάλεσε στιγμιαίο πόνο. Έφερα διστακτικά την ΑΔΙ μπροστά στο πρόσωπό μου.
Ο Γουίλιαμ Δράκος με κοίταζε μέσα από ένα πανάκριβο κοστούμι. Το οτι ο Επικεφαλής Ασφαλείας της Διηπειρωτικής δεν είχε καταδεχτεί να φορέσει έστω μια φόρμα επιχειρήσεων έδειχνε πόσο λίγο υπολόγιζε την επιδρομή μας.
«Εσύ λοιπόν...» είπε ο Γουίλιαμ Δράκος.
«Τι έχει γίνει με τους δικούς μου;» ρώτησα.
Χωρίς να πάρει τα μάτια του από πάνω μου τράβηξε ένα παράθυρο που υπήρχε πίσω του και το έφερε στο ύψος του στήθους του. Από εκεί μπορούσα να δω ελικοφόρα ξεκοιλιασμένα σε ένα γκρίζο προαύλιο. Μπορεί να ήταν και μπλόφα.
«Θες να το τρέξω προς τα πίσω;» με ρώτησε.
«Δεν υπάρχει λόγος», είπα.
«Σε λίγο θα έχουμε εντοπίσει το σκάφος σας...» χαμογέλασε ο Γουίλιαμ Δράκος.
«Δεν υπάρχει λόγος», επανέλαβα. «Πηγαίνουμε στα κεντρικά της Φορολογικής Δικαιοσύνης, αν θες τη γυναίκα και τα παιδιά σου έλα εκεί να τους πάρεις».
«Δεν θα πάτε πουθενά. Θα σας εντοπίσουμε και θα σας οδηγήσουμε....» ξεκίνησε να λέει.
«Άκου ρε γελοίε, μόλις τώρα μου έδειξες ότι σκοτώσατε ένα σωρό ανθρώπους εκεί κάτω. Κι εγώ, εδώ που τα λέμε, δε με βλέπω να φτάνω μέχρι το τέλος της βάρδιας ζωντανός –γι΄αυτό έλα στα Κεντρικά της Υπηρεσίας μου αν θες να πάρεις πίσω τη γυναίκα και το παιδί σου», φώναξα.
«Τα παιδιά μου», με διόρθωσε.
«Το παιδί σου», επανέλαβα. «Κάποιος πρέπει να πληρώσει για όσους σκοτώσατε εκεί κάτω, δε νομίζεις;»
Βγήκα από την φορητή ΑΔΙ μετά την ακούμπησα ευλαβικά πάνω στα μεταλλικά πλακάκια που δένονταν στο πάτωμα του ελικοφόρου. Η ΑΔΙ άρχισε να βγάζει κόκκινο φως και βουητό. Κατέβασα με δύναμη το τακούνι της αριστερής μου αρβύλας, το μεταλλικό πλακάκι ταρακουνήθηκε όσο η ΑΔΙ έσπαγε. Ακόμα κι έτσι όμως το κόκκινο φως συνέχισε να βγαίνει, μαζί με το βουητό. Γι΄αυτό μάζεψα τα κομμάτια και τα πέταξα στο δοχείο απορριμμάτων.
Μπήκα στην καμπίνα των πιλότων.
«Επιστρέφουμε στην Υπηρεσία», διέταξα.
«Πώς κι έτσι;» ειρωνεύτηκε ο συγκυβερνήτης.
«Έχουμε τέσσερα ελικοφόρα εκτός λειτουργίας», είπα κοιτάζοντας τον κυβερνήτη. «Γι΄αυτό καλύτερα θα ήταν να τον μαζέψεις λίγο».
Τους γύρισα την πλάτη κι έφυγα αφήνοντας νεκρική σιγή.
Τα βλέμματα όλων πάνω μου, ο Β κρατούσε το κεφάλι του, οι Γ με στόματα μισάνοιχτα, η γυναίκα θυμωμένη, τα παιδιά τρέμοντας.
Τους πλησίασα.
«Γυρνάμε πίσω», τους είπα.
«Που πίσω;» ρώτησε η γυναίκα.
«Πολύ πίσω», της εξήγησα.
Δεν είχα όρεξη για άλλα λόγια.

24 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:

ΑΝΤΩΝΗΣ Σ. είπε...

δύσκολα τα πράματα

κάποτε θα τα θυμόμαστε και θα γελάμε, που 'λεγε κι ένας θανατοποινίτης...

Ανώνυμος είπε...

ο γραφειοκράτης dred θερίζει τα σκυλιά των αφεντικών αφού έχει κάνει την βόλτα του και από ένα παράλληλο κόσμο του dick.Όπως είχα ξαναγράψει, καλά το πας, λίγο πιο αριστερούτσικα από τα νσυνηθισμένα σου.
Υ.Γ. Για την συνέχεια: Όπως έλεγε κι ο Biaffra "i kill children:???

savon des bebes gentilles είπε...

κεντάς.


(λες απλά να πρέπει να πέσουν νεκροί για να βγάλω συμπεράσματα;)

(ελπίζω να σου χω κάνει και κάποιο κριτικό ποστ γιατί αλλιώς θα πρέπει να αναθεωρήσω)

sjors είπε...

φυσικά και φωσφορίζει στο σκοτάδι, αφού φοράει φωσφορούχο βιοενεργό μπουφάν γυμναστικής περιήγησης :)

το action μέρος της ιστορίας μου κάνει λίγο για γουίλιαμ γκίμπσον (όχι δράκος)

κάηκε η πλάτη μου από τον ήλιο ρε γαμώτο και δεν μπορώ να κοιμηθώ.
η μέρα (ειδικά του καλοκαιριού) στην ελλάδα είναι θανατερή.
η νύχτα της αθήνας όμως είναι ο,τι επαναλαμβανόμενα ομορφότερο έχω δει μέχρι τώρα.
το έλεγε και ο μακαρίτης: τη νύχτα είν'ολοφώτιστη, τη μέρα σκοτεινή

καλημέρα σας και καληνύχτα μου.

The Motorcycle boy είπε...

Χαχαχα τρελέ, κάποτε θα θυμόμαστε; Πολύ αισιόδοξο σε κόβω.

Ανώνυμε, φτιάχνω ένα πράγμα ύμνο στη γραφειοκρατία και μου λες οτι αυτό πάει πιο αριστερούτσικα; Χαχαχαχα -μπορεί να έχεις δίκιο, πιο σοβιετικά θα έλεγα. Ο dick τι είναι;

Savon, ναι ετοιμάζω την προίκα μου μπας και βρεθεί κάνα καλό παιδί... Ξέρω 'γω; Δεν τα θυμάμαι αυτά φιλενάδα, είμαι αφηρημένος.

sjors το 'πιασες το χιουμοράκι ε; Τα κάνει αυτά ο Α777, λέει μαλακίες για να γελάει από μόνος του.
Ο ήλιος της Ελλάδας είναι η κόλαση και οι νύχτες της Αθήνας είναι το καθαρτήριο -που έλεγε κι ο (Χρήστος;) Δάντης.
"Μ΄αγάλματα κομμάτια στα μάτια της τα δυο" ε; Εκεί που ο Νιόνιος συνάντησε τον Παύλο και αδιαφόρησαν αμφότεροι.

bernardina είπε...

Να με κι εγώωωω...

Το λοιπόν, έχουμε και λέμε:

1) το "επικεφαλής" δεν κλίνεται. Διόρθωνε.

2)η σκηνή της νυχτερινής εισβολής στην παράγκα ("κανείς δεν αγαπάει τη φορολογική δικαιοσύνη") πολύ πιο συναρπαστική. Παιδιά vs σκύλος σημειώσατε δύο. (Μπορεί να έφταιγε και η περιγραφή του σκοταδιού τότε...)

3)πότε ακριβώς εφευρέθηκε η διακτίνιση; Ζω για τη μέρα που θα ανακράξω beam me up Scottie... (Το Scottie προαιρετικό. Μπορεί να είναι και "Μήτσο").

ΥΓ. Κουρασμένο σε βρίσκω. Να πας διακοπές...

Την καλημέρα μου. Καλό σαββατοκύριακο. Κι ελπίζω να μη σε χαλάει η εποικοδομητική κριτική, χεχε. Άλλωστε περιμένω με μεγάλη ανυπομονησία να δω τι θ' απογίνει το Φίδι που λατρεύω και (να) μισώ!

Ανώνυμος είπε...

Λοιπόν φίλε μου, το διάβασα μονοκοπανιά (από την αρχή μεχρι το τέλος αυτή τη φορά και όχι από τη μέση). Δε θα σου πω πολλά μόνο ότι το βρίσκω και ιδέα και γράψιμο και χαρακτήρες επιεικώς απολαυστικότατα (Και πάρτο πάνω σου!) Τώρα για να βρω τα ψεγάδια και να κάνω κριτική θα πρέπει να κάτσω να το ξαναδιαβάσω και να τα ψάξω κάτι που προφανώς καθίσταται παντελώς άκυρο καθώς το "καταβρόχθισμα" από μόνο του έδειξε την αλήθεια!
ΥΓ: Έχεις βάλει ψηλά τον πύχη - κανόνισε να μου το κάνεις ράμπο στο τέλος να ξενερώσουμε ;-)

Ανώνυμος είπε...

http://en.wikipedia.org/wiki/Philip_K._Dick ,το κομμάτι με τη φτηνιάρα προβολή που ονόμασαν πτήση, μου τον θύμισε.
Όσο για τον ύμνο στη γραφειοκρατία "είμαστε δυό, είμαστε τρεις, είμαστε επτακόσιες εξήντα μία χιλιάδες ογδόντα επτά!".

The Motorcycle boy είπε...

Bernardina, άμα τα περάσω δεύτερο χέρι θα θυμηθώ να διορθώσω, τώρα βαριέμαι να ψάχνω τον περικεφαλής εκεί μέσα. Το κράτησα υπόψη πάντως, σαν καμήλα.

Άλλο η επιδρομή και το μακέλεμα φτωχών κατατρεγμένων ανθρώπων, άλλο η επιδρομή στις χάι κλας επαύλεις χρυσό μου. Αν τη δεύτερη την έβλεπες τόσο συναρπαστική και αγγιχτική όσο την πρώτη θα άρχιζα ν΄ανησυχώ!

Πότε εφευρέθηκε η δικτίνηση; Που να ξέρω; Άμα βρεις τον προφήτη της κοινωνικής δικτύωσης ρώτα τον χεχεχε.

Κουρασμένος γεννήθηκα, απλά τώρα έχω διάφορα ν΄ασχοληθώ γι΄αυτό και κάποια πράγματα ξεφεύγουν ή πρέπει να κοπούν στο μοντάζ. Η κριτική δε με χαλάει, εδώ δε με χαλάνε οι Κρητικοί -τι να λέμε τώρα;

travell στο τέλος θα τους πάρουν όλους οι εξωγήινοι ενώ ο Κάπτεν Αμέρικα θα αργοπεθαίνει ανήμπορος, χεχεχε. Ευχαριστώ πάντως και για το μονορούφι, ευχαριστώ που έχεις τη διάθεση να βρεις τα ψεγάδια -κι αν τα πετύχεις καλό θα μου κάνεις για να διορθώσω. Στ΄αλήθεια φίλε δεν βάζω εγώ το μέτρο, αυτό το κάνουν συνήθως οι ήρωες των ιστοριών (άρα, άμα βγει μαλακία ρίχτα στο Φίδι, χαχαχαχα).

Ανώνυμε, δεν έχω πολυδιαβάσει Φίλιπ Ντικ, θες το επώνυμο, θες το στυλ γραφής με τα παραισθησιογόνα; Τέλος πάντων, τον εκτιμώ αλλά δεν τον συμπαθώ. Έχω δει όμως ταινίες του στο σινεμά -μήπως συνδέεις την προβολή πτήσης με αυτό που γινόταν στο Τόταλ Ρικόλ; Τι δουλειά έχει το ελληνικό δημόσιο με τη γραφειοκρατία ρε; Θα σε μαλώσω! Όση σχέση είχε ο χονδρός Κωστάκης με νεοφιλελευθερισμό άλλη τόση έχει κι ο μέσος έλληνας δημόσιος υπάλληλος με τη γραφειοκρατία.

Ανώνυμος είπε...

Λοιπόν αφού θες κριτική τώρα που τα έχω φρέσκα θα σου αναφέρω μερικούς ψύλλους στ άχυρα: α) Στο σημείο που περιγράφεις την ΑΔΙ στο Λίθο της τρέλας μπερδεύτηκα λίγο, ίσως δεν μπήκα τελειώς στο πνεύμα που ήθελες να δώσεις και ας πούμε ότι δεν με απορρόφησε τόσο. Επίσης β)στην περιγραφή της παρουσίασης των Α στο "Η προσευχη είναι ένας νεκρός κροκόδειλος" (παρένθεση: το τέλος σε αυτό σχεδόν με συγκίνησε, μεγάλο μπράβο για την εναλλαγή συναισθημάτων του αναγνώστη σου) νομίζω πως φαίνεται ότι θες να δώσεις πολύ υποβόσκουσα ένταση και άγχος αλλά δεν νομίζω ότι το κατάφερνεις τόσο. Θέλω να πω ότι ένιωθα ότι θα έπρεπε να με τσιτώνει περισσότερο απ όσο με τσίτωσε. Και γ)αυτό που είπε και η Bernadina πριν, βγάλε από τη γκόμενα το φωσφορίζον τζάκετ γιατί ενώ η ατάκα "τι νομίζεις φωσφορίζεις στο σκοτάδι" που της πετάει ο Α777 είναι εντυπωσιακή και ειρωνική και καυστική όπως πρέπει(και τη θυμάσαι), μετά σκέφτεσαι ότι παίζει και να φωσφορίζει όντως και σου κάθεται κάπως περίεργα. Αυτά. Ξαναλέω πάντως, ψύλλοι στα άχυρα λιγουλάκι.
ΥΓ: Αυτό το να τα ρίξω στον Α777 με κάνει να πιστεύω ότι δουλεύεις στο δημόσιο ... :-PPP

The Motorcycle boy είπε...

Travell, αυτό με την ΑΔΙ ήταν απλά μια περιγραφή ολογραφικής τηλεόρασης συν ίντερνετ, με τη διαφορά οτι επιλέγοντας την περσόνα-οδηγό στην προσωπική σου διάσταση επιλέγεις μέχρι ενός σημείου και το πώς θα είναι τα νέα που σου εκφωνεί. Με αποτέλεσμα να αποθηκεύεις τη δική σου εκδοχή των ειδήσεων και άρα... Άρα; Τέλος πάντων, αυτό ήταν όλο, δεν ήταν και για να γονατίσει κανένας και να προσκυνάει τη μεγαλοφυία μου, χαχαχαχαχα.
Στην περιγραφή της παρουσίασης των Α στην "προσευχή" απλώς παρουσιάζω μια τελετή παραλαβής-παρόδοσης Υπουργείου. Πάλι όχι κάτι τρομακτικό -εννοώ, δεν νομίζω οτι θα έπρεπε να βγει κάποια ένταση από εκεί.
Το αστείο του Α777 με το "φωσφορίζεις στο σκοτάδι" είναι σε πρώτη φάση απλοϊκό αστείο του στυλ "πώς την έχετε δει εσείς οι πλούσιοι" και μετά γίνεται σουρεαλιστικό αστείο σε στυλ "μα και βέβαια φωσφορίζω!" Μου αρέσει ρε γαμώτο! Πάντως, ευχαριστώ για την κουβέντα που ανοίγεις -χωρίς αυτή τέτοια ποστ είναι πολύ μοναχικά.

Υ.Γ.: Ε βέβαια στο δημόσιο δουλεύω, πού τα ξέρω νομίζεις όλα αυτά; Έχω κάνει και την πρακτική μου στην πραγματική Διεύθυνση Φορολογικής Δικαιοσύνης (δε σου λέω που είναι) γι΄αυτό τα έχω από πρώτο χέρι.

Ανώνυμος είπε...

κι εσυ λάμπεις Μπάμπη!Λοιπόν τα βιβλία του Ντικ δεν έχουν καμμία σχέση με τις ταινίες που βασίστηκαν σε αυτά-ίσως το Μπλεηντ ράνερ λίγο ήταν στο πνεύμα- οπότε άστο.
Σαν συνάδελφος, έχω να δηλώσω ότι έχω ζήσει από κοντά απίστευτες ιστορίες ελληνικής γραφειοκρατικής παράνοιας.

The Motorcycle boy είπε...

Ναι, έτσι τα έχω ακούσει κι εγώ για τον Φίλιπ Ντικ. Το Μπλέιντ Ράνερ έχω ξεκινήσει δεκάδες φορές με όλη την καλή θέληση του κόσμου να το παρακολουθήσω αλλά ποτέ δεν τα κατάφερα -κάτι έχει η ταινία που με απωθεί (ίσως τον Χάρισον Φορντ τον οποίο θεωρώ εξίσου εκφραστικό με αγελάδα την ώρα της βοσκής, ίσως κάτι άλλο, δεν ξέρω...)
Αγόρι μου, δεν υπάρχει γραφειοκρατία στην Ελλάδα -πολύ θα θέλαμε να έχουμε αλλά δεν έχουμε. Η γραφειοκρατία είναι εξελιγμένο στάδιο σε σχέση με αυτό που ισχύει στην Ελλάδα. Μην μπερδεύεις τη γραφειοκρατία με την ασχετοσύνη του Χ υπαλλήλου ή με το τουπέ του βλάχου που έπιασε θέση και νομίζει οτι έκανε και κώλο.

La koumbara είπε...

Διαφωνώ κάθετα - για το Blade Runner φυσικά!

Καλημέρα!

The Motorcycle boy είπε...

Καλημέρα. Κι εγώ διαφωνώ μαζί μου (για την ακρίβεια σχεδόν όλα τα άτομα των οποίων τη γνώμη σέβομαι διαφωνούν μαζί μου) αλλά εξακολουθώ να μη μπορώ να τη δω την ταινία και να τη θεωρώ χασμουριστική. Κάτι με χαλάει...

La koumbara είπε...

Και πάνω που σκέφτηκα ότι μου έκανες κοπλιμέντο (όλα τα άτομα των οποίων τη γνώμη σέβεσαι διαφωνούν μαζί σου, εγώ διαφωνώ μαζί σου άρα σέβεσαι τη γνώμη μου) βλέπω ότι αυτό που λες είναι ότι σέβεσαι τη γνώμη σου (αφού διαφωνείς μαζί σου)!
Ναι, μην το πεις, το μπουζούκι είναι όργανο!

The Motorcycle boy είπε...

Ε, άμα δε σεβαστώ τη γνώμη μου πώς θα σεβαστώ και τη γνώμη του άλλου; Σέβομαι τη γνώμη μου καθώς και το δικαίωμά μου στη διαφωνία (με μένα!) Ή αλλιώς "τα όρια μεταξύ δημοκρατίας και σχιζοφρένειας (δεν υπάρχουν)"

Υ.Γ.: Βασικά αναφερόμενος στα άτομα των οποίων κ.λ.π.... εννοούσα τον Νίκο τον Νικολαϊδη ο οποίος λάτρευε να μνημονεύει τη συγκεκριμένη ταινία, αλλά και τη δική σου γνώμη τη θεωρώ άξια προβληματισμού (ε;)

Ανώνυμος είπε...

Εχεις δίκιο για την γραφειοκρατία αλλά αυτό μάθαμε να ονομάζουμε γραφειοκρατεία στο Ελλάδα. Οπότε "μάλιστα κύριε motorcycle boy"

The Motorcycle boy είπε...

Έτσι μπράβο. Ή, όπως λέει και το άσμα: "Ποιο ζώο έχει σειρά;
Εγώ.
Εσύ ΄σαι πιτσιρίκο; Στο λέω άλλη μια φορά πριν φάω τα Φοφίκο. Πάρε αυτή την αίτηση για να τη συμπληρώσεις. Τι ώρα πήγε; Μία; Δεν προλαβαίνεις να τη δώσεις".

Αυτό είναι το ελληνικό παράδειγμα.

bernardina είπε...

Εν πάσει περιπτώσει, φέρε το χαρτομάνι
Θέλω και απόδειξη από το Δεληολάνη
Ότι το κάρο του παππού είναι το δικό σου
Θέλω και υπογραφή απ' τον συμπέθερό σου

Τι; έχει πεθάνει; Σκάψε να τον βρεις
Αλλιώς το πιστοποιητικό δεν πρόκειται να δεις
Μίλα κυρά μου, μ' έσκασες, τι θέλεις, μια σφραγίδα;
Ε ρε πού μπλέξαμε με τούτη δω τη γίδα!


E... ναι. Κάπως έτσι. Και στο τέλος σε λένε και... ενόχλα του ωτού.
Α, ρε άπαιχτα ημισκούμπρια.

ΥΓ, Εγώ, πάντως, μότορα, σέβομαι απόλυτα το ιερό δικαίωμά σου να... συμφωνείς μαζί μου, χεχε

The Motorcycle boy είπε...

Κουφή είσαι γιαγιά; Τι ανοίγεις τη μασέλα; Θέλεις και μετάφρα απ΄τη Νατάσσα Συρεγγέλα;" Ποιος είναι τόσο αρχαίος ώστε να θυμάται σε ποιο συγκρότημα έπαιζε πλήκτρα η Νατάσσα Συρεγγέλα;
Τα ΗΜΙΖ είχαν δυο κομματάρες σ΄εκείνο το δίσκο, το "Δημόσιο 4 Έβα" και το "Ζε σουι μποσού" με το Δεληβοριά (άντε βάλε κι ένα τρίτο, τη "Ντισκοτέκ" με την Ελπίδα). Αλλά έκτοτε το γαμήσανε και ψόφησε.

Υ.Γ.: Ευχαριστώ Μπερναρντίνα για το σεβασμό που δείχνεις -δε λένε άδικο οτι σ΄αυτό τον τόπο γεννήθηκε η δημοκρατία!

bernardina είπε...

Αμ πώς! Κι επίσης σου επιτρέπω δημοκρατικότατα να μη διαφωνείς, χε χε.

Όμως ρε συ μοτορα, αυτή η Συρεγγέλα κάτι σε μεταφράστρια δεν είναι; τι πλήκτρα με λες; τι τεύχος έχασα πάλι;

The Motorcycle boy είπε...

Ναι, υποτιτλισμό κάνει τώρα σε ταινίες και τηλεοπτικά. Αλλά μια εποχή άνοιγε τη συναυλία των New Order φιλενάδα!

bernardina είπε...

WOW! I'm impress..ive (hehe)

Δημοσίευση σχολίου

Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Tomboy | Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες και οι άλλοι