Τρίτη, Φεβρουαρίου 01, 2011

"Τώρα με λένε Ελένη και θα βρέξει"

Σε ποιον να το πω και να το πιστέψει; Εγώ πάντως όχι –δεν το χάφτω οτι ήταν τυχαίο. Τι ήταν τότε; Βρες το και πάρτο. Χτες λοιπόν πέρναγα μια βαρετή, μίζερη μέρα και είπα να μάς κεράσω ένα ποτό. Να πάει κάτω η μέρα –Δευτέρα, καταλαβαίνεις; Έβαλα τα τρομερά λόγια με τις θρυλικές φωτογραφίες στο σέικερ, τα χτύπησα, έφτιαξα ένα Σίνγκαπουρ Σλινγκ –κερασμένο από τον Νίκο Νικολαϊδη. Σήμερα το πρωί είχε έρθει στο μέιλ μου το δελτίο τύπου –η δεύτερη έκδοση του «Μια στεκιά στο μάτι του Μοντεζούμα» κυκλοφορεί ήδη στα βιβλιοπωλεία! Σύμπτωση; Στημένο; Τρέχα γύρευε και κάτσε ρώτα. Αλλά πάντως τρέχα φίλε να προλάβεις επειδή αν το αφήσεις γι΄αργότερα δεν θα περισσέψει ούτε λέπι –έτσι έγινε την προηγούμενη φορά με την πρώτη έκδοση, έτσι γίνεται γενικώς με τέτοια βιβλία πλέον. Επειδή δεν κυκλοφορούν πολλά αληθινά βιβλία –έχουμε πήξει στις Σάρες και τις Μάρες (Μεϊμαρίδου) κι αυτές ιμιτασιόν. Η «Στεκιά στο μάτι του Μοντεζούμα» ήταν (για μένα) ένα χρωστούμενο –ο Νικολαïδης το έβγαλε απότομα από την τσέπη του και το κοπάνησε στο τραπέζι, στη συνέχεια κοίταξε τριγύρω. «Ευχαριστημένοι;» Και πριν προλάβει κανένας να απαντήσει μάς γύρισε την πλάτη. «Τραβηχτείτε μόνοι σας από δω και πέρα». Και την έκανε. Αλλά δεν τα λέω σωστά. Γι΄αυτό καλύτερα να το βουλώσω και ν΄αφήσω εκείνον να τα πει. Από το δελτίο τύπου:

Σκέψεις και απόψεις του Νίκου Νικολαΐδη:

Για τη συγγραφή: «… Το γράψιμο ενός σεναρίου είναι γενικά πολύ πιο εύκολη δουλειά… Το μυθιστόρημα είναι πιο άγριο. Ο Οργισμένος Βαλκάνιος μου πήρε τέσσερα χρόνια. Το ίδιο έγινε και με τα Γουρούνια στον Άνεμο. Συνήθως γράφω όταν είμαι πολύ στριμωγμένος και σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση…» (Σ.Σ. παρόλα αυτά, το βιβλίο Μιά στεκιά στό μάτι τού Μοντεζούμα το ολοκλήρωσε σε λιγότερο από δώδεκα μήνες).
Για την ποίηση: «… Για μένα θα ήταν πιο σημαντικό αν κάποιος από όλους αυτούς αποφάσιζε να μπει μέσα σ’ ένα σούπερ μάρκετ, να κλειδώσει τις πόρτες και να τους αναγκάσει ν’ ακούσουν Καβάφη, Καββαδία και Καρυωτάκη… Θα το ’κανα εγώ, για να τους ληστέψω τις καρδιές».
Για τις ταινίες του, τα βιβλία του και τη ζωή του: «… Ο Βαλκάνιος γράφτηκε για να γίνει ταινία. Δεν έγινε και ίσως να μη γίνει ποτέ, γιατί είναι πολύ ακριβή. Πάντως σαν ταινία πρέπει να διαβάζεται. Όσο για τις άλλες δουλειές μου, όπως και ο Βαλκάνιος, είναι κατά 90% αυτοβιογραφικές, με εξαίρεση τη Γλυκιά Συμμορία που δανείστηκα σε κάποιο, μικρό πάντως ποσοστό, κι άλλες εμπειρίες... Μπορεί να φανεί λίγο υπερφίαλο αυτό που λέω, αλλά από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ζούσα σινεμά και μυθιστόρημα. Ποτέ δεν περπάτησα σε δρόμους που υπήρχαν. Ήμουν παραδίπλα κι έπαιρνα τους δικούς μου. Έτσι πέρασα…».

Για τους ήρωες των ταινιών και των βιβλίων του: «Οι ήρωές μου δεν είναι ποτέ εύθραυστοι και ουδέποτε συντρίβονται. Απλώς επιλέγουν την αυτοδιάθεση, την αντιπαραγωγικότητα και τη μη κατανάλωση αγαθών και ιδεών… Πρέπει ο ήρωας να κουβαλάει μαζί και την αμφισβήτησή του και να διαλογίζεται μ’ αυτήν. Κι ακόμα να αυτοακυρώνεται και συνεχώς να επιδιώκει νέες μάχες στην προσπάθεια να κερδίσει πάλι την αυτοεκτίμησή του. Και αυτό είναι το ζητούμενο. Κι έπειτα, να μην ξεχνάμε και τη σχέση μου με το ίδιο το υλικό. Η αμφισβήτηση πρέπει να ’χει πολλούς αποδέκτες και τι το καλύτερο ν’ αρχίζεις από σένα τον ίδιο…».
Για τη δεκαετία του ’50, τα κορίτσια, το σινεμά και τη Λάουρα: «Είχα την ευτυχία να ανήκω σ’ εκείνη τη γενιά της πρώτης αμφισβήτησης και της φυγής. Το σινεμά τότε κάλυπτε απόλυτα αυτά τα αιτήματα. Τους χειμώνες πήγαινα δυο φορές την εβδομάδα και τα καλοκαίρια τρεις. Τις υπόλοιπες μέρες έψαχνα για τα κορίτσια με τις προδιαγραφές θανάτου. Τότε υπήρχαν… Η πορεία μου προς τη Λάουρα άρχισε πολύ περίεργα, όπως συνέβαινε τότε, στα χρόνια της δεκαετίας του ’50. Ώρα 9 το βράδυ, και πέντε τσαμπουκάδες επιτίθενται στον 15χρονο τότε σκηνοθέτη, έξω από το TOP-HAT της Πατησίων. Κατορθώνω και ξεφεύγω και ζητάω βοήθεια από τους φίλους μου μέσα στο TOP-HAT. Βγαίνουν πέντε γομαράκια και ακολουθεί μία άγρια μάχη που δεν κράτησε πάνω από τρία λεπτά, με χαστούκια, μπουνιές, χτυπήματα με zippo, κοπανήματα πάνω στις λαμαρίνες των αυτοκινήτων, κλοτσιές στα κεφάλια και άλλα τέτοια, μέχρι που οι πέντε τσαμπουκάδες το ’βαλαν στα πόδια. Ταραγμένοι μετά όπως ήμασταν, δεν είχαμε διάθεση για χορό και έπειτα από πρόταση δική μου ξεκινήσαμε για σινεμά να δούμε τη Λάουρα, στον Έσπερο, ένα σινεμά απέναντι από το Αττικόν. Δυο ώρες μετά οι έξι φίλοι, καθισμένοι στο σκαλάκι του Εσπέρου, μπροστά από το κατεβασμένο διχτυωτό ρολό του σινεμά, μιλούσαμε έκθαμβοι για τη Λάουρα. Ήμασταν γδαρμένοι και ματωμένοι ακόμα από τον καβγά, με ρούχα σκισμένα και πρησμένα από τις γροθιές χέρια και μιλούσαμε για τη Λάουρα. Ήτανε ο Τάκης το γυάλινο μάτι, ο Μίλτος ο μποξέρ, ο Όλιβερ, ο Βάκης ο βέσπας και ο Μίμης ο Μπογκομόλετς, ήρωες όλοι τους του αυτοβιογραφικού μου μυθιστορήματος με τίτλο Γουρούνια Στον Άνεμο και φυσικά η Λάουρα που από τότε στοίχειωσε μέσα μου για να πάρει πάλι τη μορφή της «Βέρας που δεν έρχεται ποτέ» στο Singapore Sling, που μαζί με τον «Άνθρωπο Που Αγάπησε Ένα Πτώμα» συνιστούν τα βασικά μου μοτίβα σε ταινίες όπως Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα–Πρωινή Περίπολος–Singapore Sling–Θα Σε Δω Στην Κόλαση, Αγάπη μου και εν μέρει καλά καμουφλαρισμένα στο Ο Χαμένος Τα Παίρνει Όλα. Και μην ξεχνάμε ότι τρεις από τις ταινίες μου είναι αφιερωμένες σε «κάποια Βέρα τέλος πάντων»…» (Σ.Σ. Η “σκηνή” στο TOP-HAT περιγράφεται στα κεφάλαια 5 και 7 του βιβλίου Μιά στεκιά στό μάτι τού Μοντεζούμα).

Αποσπάσματα από το βιβλίο:
Από το κεφάλαιο 5:
(…) —ξύλο είπε ό Μάνος αυτό γουστάρω ό τύπος έκανε μπροστά μισό βήμα κι αμόλησε μιά ροχάλα δίπλα στά παπούτσια του—άν είσαι μάγκας κολύμπα—πατώνω απάντησε ό Μάνος καί ξαφνικά τού χύμηξε καί τού ’ριξε μιά κουτουλιά κι άρχισε αμέσως μιά άγρια κλωτσοπατινάδα βρισιές κλωτσιές μπουνιές ροχάλες γονατιές καί ξεμαλλιάσματα κ’ εγώ πήγα νά βγάλω τ’ αμπέχωνο νά πλακωθώ μαζί τους—αλλά σέ μιά στροφή μέ πέταξε πίσω δυνατά ό Μάνος—φύγε από δώ ρέ Σπόρε.
Τήν καλλίτερη δουλειά τήν έκανε τό παιδοβούβαλο πού ’χε κάτι αρβύλες νούμερο 47 καί τούς γαμούσε στίς κλωτσιές καί τούς μπίσταγε μετά πάνω στό καπό καί τίς πόρτες. Ό αεροπόρος είχε ένα προσωπικό στυλάκι κάτι πρός καραγκιόζη κ’ έριχνε τίς κλωτσιές του σά μπουνιές καί τίς μπουνιές κλωτσιές κ’ έτσι τούς μπέρδευε μόνο ό Μπογκομόλετς χτύπαγε σωστά καθότι καί μποξέρ αλλά βαρέθηκε γρήγορα γιατί οί άλλοι δυό τού τήν πέφτανε στά γιούργια κι άτσαλα καί δέν τού ’βγαινε ή προπόνηση. Ό Μάνος χοροπηδούσε σά κατσίκι ανάμεσά τους κουφάλες θά πεθάνετε τούς άδειαζε μέ κουτουλιές τούς έβγαινε στήν πλάτη καί άνετος από κεί σβούριζε τίς γροθιές του στά νεφρά τους.
Ό Μπογκομόλετς έστειλε έναν πάνω στίς λαμαρίνες κ’ έσυρε έναν τύπο γονατιστό δίπλα μου μακριά απ’ τούς άλλους καί τού ’ριχνε τούς μπουλκουμέδες ρυθμικά στή μάπα κάτι ανάμεσα μπουνιά σφαλιάρα κι ό τύπος μέ κοίταξε καθώς τίς άρπαζε καί μού ’πε μέ παράπονο—εμείς ρέ φίλε πλακωνόμαστε γιά πάρτη σου καί σύ κάθεσαι καί κοιτάζεις καί γύρισε απότομα νά ξεφύγει καί κεί τού ξέφυγε καί τού Μπογκομόλετς μιά ξεγυρισμένη που βρήκε σβέρκο καί τόν άφησε σέκο. Αμέσως μετά ακούστηκε μιά πόρτα νά κλείνει τό κοκοράκι άναψε τή μηχανή κ’ ήρθανε δύο στραπατσαρισμένοι μές στά αίματα νά μαζέψουνε τόν σέκο που τόν πετάξανε στό πίσω κάθισμα καί πέσαν από πάνω του νά φύγουν. Τό παιδοβούβαλο έσπασε μέ κλωτσιές τά πισινά φανάρια τους κι αυτοί σπινιάραν τήν ξεφτίλα τους πάνω στά λάστιχα καί φύγανε μέ χίλια πρός τά κάτω καί πόρτες ανοιχτές νά κοπανάνε.
Τό όλο σκηνικό δέν κράτησε ούτε λεπτό. Γίνανε όλα τόσο γρήγορα που εγώ στεκόμουνα ακόμα μέ τό μανίκι μου νά κρέμεται μισοβγαλμένο ψιλοχεσμένος κιόλας γιατί σ’ ό,τι καβγάδες είχα μπλέξει μέχρι τώρα ήτανε—κράτα μή τόν πλακώσω τόν πούστη καί σού γαμώ τό μουνί που σέ πέταγε καί τό μπουγαδοκόφινο τήν αδελφή σου καί τέτοια μέ τό στόμα δηλαδή καί τσαμπουκιές τής πλάκας.

Μετά έπεσε στά μεγάφωνα καί ή Γκλεντόρα.
Δέ γουστάρω εδώ μέσα πάμε κανά σινεμά είπε βαριανασαίνοντας ακόμα ό Μάνος καί σηκώθηκε—μέ σένα θά τά πούμε αύριο είπε στή Στέλλα που ετοιμαζότανε ν’ ακολουθήσει κι αυτή συμμαζεύτηκε μετά γύρισε καί μέ κοίταξε σέ στύλ φίδι—τί γουστάρει τώρα τό μουνί της;
Έξω απ’ τήν πόρτα τού Τόπ-Χάτ μέ ρώτησε—παίζει κανά καλό ρέ Σπόρε έπαιζε στόν Έσπερο τή Λάουρα—τί ’ναι αυτό ρώτησε τό παιδοβούβαλο—αστυνομικό θρίλλερ καί πρός τό ερωτικό λιγάκι καί είπε ό Μπογκομόλετς γουστάρω φύγαμε.
Μπήκαμε σ’ ένα ταξί Σεβρολέττα ρεφενέ νά μήν αργήσουμε καί σ’ ένα τέταρτο αράζαμε κέντρο πλατεία μές στόν Έσπερο μακριά απ’ τόν κρυστάλλινο πολυέλαιο τής οροφής που όπου νά ’ταν θά ’πεφτε.
Σέ δυό λεπτά βάρεσε ή καμπάνα κι ανοίξανε αργά οί βυσσινιές κουρτίνες στήν άσπρη οθόνη νά δούμε τή Λάουρα.

Από το κεφάλαιο 36:
(…) —βασίλεψα πάω γιά ύπνο τού είπα σηκώθηκα πήγα τρικλίζοντας γιά τό κρεββάτι έφτασα κ’ έριξα βουτιά πάνω στά μαλακά σκεπάσματα. Μετά ένοιωσα τόν Μιχάλη νά μού βγάζει τά παπούτσια μετά τά ρούχα πουλόβερ πουκάμισο παντελόνι καί μέ χίλια βάσανα μέ έχωσε κάτω απ’ τό πάπλωμα.—Είσαι γιά τό τελευταίο τσιγάρο; ρώτησε—είμαι γιά σάπισμα φίλε μέ πλάκωσε τό πατέ καί τό κρασί δέν ξέρεις τί τράβηξα νά φτάσω μέχρι εδώ άντε καληνύχτα—είπε κι αυτός καληνύχτα πήγε κ’ έριξε ένα ξύλο στή φωτιά καί έβαλε τή σίτα μπροστά στό τζάκι γύρισα μπρούμυτα καί τόν άκουσα ν’ ανεβαίνει τά ξύλινα σκαλιά γιά τό πατάρι μετά τού φώναξα—δέν ξέρω μαλάκα μου αλλά αύριο θά μέ πάς στόν παλιό σταθμό—ποιό σταθμό;—εκεί που γύρισε ο Όρσον Ουέλλες τή Δίκη—έχασες φίλε μου τόν έχουνε κλείσει γιά συντήρηση—μή σού γαμήσω μέσα ήρθα μέχρι τίς Βρυξέλλες καί δέ θά δώ τόν σταθμό;…—Θά δείς όμως τόν Μιχάλη τόν Βιθέντε μού απάντησε κι αυτά ήταν τά τελευταία του λόγια έτσι απλά χωρίς τυμπανοκρουσίες καί υπερβολές χωρίς κορώνες καί μαντήλια ν’ ανεμίζουνε στήν αποβάθρα γιατί όταν τήν άλλη μέρα τό πρωΐ σηκώθηκα νά πάω γιά κατούρημα έπεσα πάνω στά παπούτσια του γιά τήν ακρίβεια δέν έπεσα κουτούλησα γιατί τά παπούτσια του σαλεύανε στό ύψος τών ματιών μου στό ένα μάλιστα ήταν λυμένο τό κορδόνι κι από πάνω συνέχιζε τό κορμί του μέ τόν λαιμό αρπαγμένο μέσα σέ μιά σφιχτή θηλειά που ανέβαινε ζορισμένη κι άρπαζε πάνω σ’ ένα χοντρό δοκάρι.
—Βιθέντε άσε τίς μαλακίες καί κατέβα από κεί πάνω αλλά τό πρόσωπό του σκούρο μελανί μέ στόμα ανοιχτό πρησμένη γυρισμένη γλώσσα σά νά ’κρυβε πίσω της ένα βραστό αυγό που τόν έπνιγε κ’ ετοιμαζόταν νά μού τό φτύσει κατάμουτρα.
Τόν παράτησα καί πήγα γιά κατούρημα θά ’χε κρύψει κανένα κρίκο στήν πλάτη του καί κρέμεται από κεί καί ή θηλειά μουσαντένια νά μού κόψει τή χολή πρωινιάτικα ό λούστρος.
—μέ τό τρία βγαίνω κατεβαίνεις καί μού φτιάχνεις καφέ κωλόπαιδο…αλλά όταν βγήκα ήταν ακόμα εκεί….

Τελικά μάς τήν έκανε ό Βιθέντε ψυχραιμία τώρα νά τόν κατεβάσω κ’ είδα δίπλα μου μιά πεσμένη καρέκλα κ’ ένα τραπέζι σάν κλωτσημένο παραπέρα—αποκλείεται νά σκαρφαλώσω εκεί πάνω—καλά είσαι ρέ μαλάκα; τού φώναξα μετά κοίταξα τό ρολόι μου σέ μιά ώρα θά ερχότανε ό Τάκης. Πήγα καί κάθησα στό κρεββάτι καί ντύθηκα άναψα ένα τσιγάρο πρέπει νά μαζέψω τ’ αποτσίγαρα καί τά ποτήρια κι άν γίνεται νά μήν κοιτάζω πρός Βιθέντε μεριά. Δίπλα μου ξεκίναγε ένα μακρύ έπιπλο γεμάτο δίσκους κ’ έφτανε μέχρι τό πίκ-άπ καί τό Ρέβοξ σηκώθηκα πήγα καί πάτησα τό πλαίη κι άρχισε νά γυρίζει ή μπομπίνα μετά από δύο-τρείς στροφές άκουσα τή φωνή του απ’ τά μεγάφωνα κι ανατρίχιασα.—Κάρλ Μαρία φόν Βέμπερ κονσερτίνο φύρ κλάρινεττε ούντ ορκέστερ όπους 26 αντάτζιο μά νόν τρόππο.
—δέν τό ’χω ακούσει αυτό ρέ Βιθέντε καί οί βολβοί του σά θολό αλάβαστρο είχαν πεταχτεί έξω καί γυάλιζαν όπου νά ’ναι θά τού πέσουν κάτω θά γκελάρουνε καί θά τούς ψάχνω κάτω απ’ τά έπιπλα έφυγα σφυρί γιά τό μπάνιο κ’ ίσα που πρόλαβα κ’ έριξα μιά ρουκέττα στήν μπανιέρα μετά ξεπατώθηκα στό ξέρασμα—μόλις τελείωσα πήρα βαθειές ανάσες κρατούσα ακόμα τό τσιγάρο μου τό πέταξα στήν μπανιέρα τήν ξέβγαλα απ’ τά ξερατά έριξα νερό στή μούρη μου ξέπλυνα τό στόμα μου άρπαξα μιά πετσέτα που μύριζε Βιθέντε σκουπίστηκα νά δείς τώρα που θά βγώ έξω θά τήν έχει αράξει στήν πολυθρόνα καί θά γελάει ή κουφαλίτσα….

Υ.Γ.: Αν τώρα έχεις όρεξη να διαβάσεις τη γνώμη μου για το βιβλίο, ρίξε μια ματιά εδώ.

19 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:

Puppet_Master είπε...

paw na to parw na to exw kiolas

The Motorcycle boy είπε...

Δανεικό το είχες διαβάσει ρε; Πάρτο να το έχεις κι άμα περάσεις από την Αθήνα φέρτο μαζί σου να στο κάνω πολύτιμο.

Kit Kat είπε...

Πήρα σήμερα πρωί πρωί τον δρόμο για το βιβλιοπωλείο. Μπαίνω μέσα κουνάμενη συνάμενη, πλησιάζω τον τύπο εκεί "Γεια σας" λέω, "θα ήθελα να παραγγείλω ενα βιβλίο". Με κόβει αυτός καλά καλά,και ακολουθεί ο εξής διάλογος:
"Μάλιστα, ποιο;"
"Το μια στεκιά στο μάτι τ...".
"...καλα ρε κοπελιά με δουλεύεις;"
"Εγώ;; Και γιατί να το κάνω αυτό δηλαδή;"
"Εσυ δεν είχες έρθει πριν απο κάνα μήνα και ρώτησες αν παίζει να βρούμε πουθενά κανα ξεπεσμένο αντίτυπο;"
"Εχμμ ναι!"
"Ε λέει, αφού δεν βρήκαμε και αφού δεν υπάρχει, εσυ πως θα το παραγγήλεις;" (σε αυτό το σημείο αυτος εχει αρχίσει και βγάζει φλίχτενες και εγώ εχω αρχίσει και εκνευρίζομαι με το στυλάκι του).
"Προφανώς έμαθα πως επανακυκλοφορεί...;;;;"
"Ναι καλά..."
"Τι ναι καλά;"
"Σιγά το σοβαρό βιβλίο που θα το επανέκδιδαν κιόλας"
"Δεν θυμάμαι να ρώτησα την γνώμη σας (τέρας ευγενείας ή ειρωνείας -πάντα τα μπέρδευα αυτά). Τελικά θα μου το φέρετε;"
"Όχι! Είπαμε δεν υπάρχει"
"Και μετά απορεί ο κόσμος..."
"Τι εννοείς;"
"Γιατί σας λένε γκασμάδες"
"Είσαι ανάγωγη"
"Φχαριστώ!!"

Στο τσάκ δεν τον έφτυσα. Τι είναι τούτοι ρε?? Δεν πάμε καθόλου μα καθόλου καλα!!
Έτσι λοιπόν τέλειωσε άδοξα η αναζήτηση του βιβλίου. Βαρέθηκα να τρέχω και στου διαόλου τη μάνα στον Παπασωτηρίου. Θα το πάρω απο την Αθήνα μια και καλή γιατι δεν θα αντέξω και δεύτερο γύρο χαχαχα

Πάντως πολύ χαίρομαι που ξαναβγήκε γιατι είχα φάει τον κόσμο μπας και το βρώ. Το είχα λατρέψει απο τα αποσπάσματα και μόνο.

Puppet_Master είπε...

daniko apo fixit, ti enoeis giati tha sto ferw.

The Motorcycle boy είπε...

Kit, μαλακία σου. Έπρεπε να κατεβάσεις το βλέμμα και να του πεις σεμνά: "εν τοιαύτη περιπτώσει μήπως μπορείτε να μου φέρετε τα Άπαντα του Ξενόπουλου;" Δεν υπάρχει τρομακτικότερη εκδίκηση για βιβλιοπωλείο.
Άστο να το πάρεις από Αθήνα γιατί ο γκασμάς θα στο έδινε κάνα 50αρι χαλαρά.

Puppet, φέρτα και τα δύο και θα δεις.

Puppet_Master είπε...

h stekia vghke mono, to alo an enoeis ta gourounia, de kserw pou na ta vrw.

The Motorcycle boy είπε...

Καλά -μπέρδεμα. Ναι, το ξέρω οτι η Στεκιά βγήκε μόνο, σύντομα (αλλά όχι πολύ) θα κυκλοφορήσει Βαλκάνιος. Τα Γουρούνια αργούν λίγο.

Τέλος πάντων, φέρε ότι έχεις ή ότι πήρες.

Kit Kat είπε...

Χαχαχαχα που να το ξέρω ρε συ! Αλλά τώρα που το έμαθα θα το λέω, είμαι αρκετά κωλόπαιδο ώστε να περάσω αύριο και να του κάνω το ίδιο πάλι lol.
Να σου πω την αλήθεια δεν το είχα σκεφτεί πως θα με γδάρουν εδώ, απλά χάρηκα τόσο πολύ που απλά πήγα να το πάρω!

The Motorcycle boy είπε...

Το΄χω κάνει κι ακόμα με βλαστημάνε σε βιβλιοπωλείο. Μιλάμε οτι ο άτομος πρέπει να έχει βγάλει γύρω στα 20 με 25 βιβλία, όλα αισχρά κι απούλητα.
Το δελτίο τύπου έλεγε 25 ευρώ στην τιμή, στην Αθήνα σε καμιά Πολιτεία θα το βρεις λίγο πιο κάτω υποθέτω. Παραπάνω μη δώσεις.

Kit Kat είπε...

Θα τσεκάρω Πολιτεία (Ακαδημίας δεν ειναι αυτό?) πρώτα και βλέπουμε, ευχαριστώ πολύ!
Όσο για τον Ξενόπουλο, είχα διαβάσει κάποια απο τα παιδικά του, λόγω σχολείου. Τα αρκουδάκια πρόσκοποι, Το σκαλιστήρι και ντίκς μπλού.

The Motorcycle boy είπε...

Ακαδημίας και Ασκληπιού. Ο Ξενόπουλος έχει γράψει τέτοια πράγματα; Μάλλον τότε που ήταν στη Διάπλαση των Παίδων! Εννοώ πάντως τα άλλα βιβλία του Ξενόπουλου με τον Επαναστάτη Ποπολάρο, την Αναδυομένη και άλλα τινά (ένιωσα μια ανατριχίλα -σα να έφαγα χαλασμένο σουβλάκι τώρα που τα έγραφα).

DimosK. είπε...

to ειχα διαβασει απνευστι που λενε και οσοι διαβαζουν βιβλια!!
Τοσο γελιο δεν πρεπει να ειχα ριξει ΠΟΤΕ με βιβλιο!!
(οκ,μπορει και ναι..δεν θυμαμαι τωρα)
Φιλε ειδα μια γενια να ξαναζωντανευει μπροστα μου,χωρις ηρωισμους και μνημες-κωλυμπυθρα του Σιλωαμ!
Οπως πραγματικα ηταν!
Σουπερ!!!
(θα το ξαναδιαβασω..)

free style kallithea είπε...

Aγαπητη Κιτ Κατ εγω προτεινω να περασεις κουναμενη συναμενη απο το βιβλιοπωλειο και να του δειξεις με ενα ωραιο χαμογελακι το βιβλιο που μολλις αγορασες και να του πεις : τιποτα ετσι περνουσα απεξω και σκεφτηκα να σας δειξω το βιβλιο που αποκλειεται να ξανακυκλοφορησει! Μολλις το αγορασα απο του (παπασωτηριου- πολιτεια ή ) Θα του τσακιζες το νευρικο του συστημα και καλα θα του κανες!

GIORGOS είπε...

Αλήθεια φέρθηκαν έτσι στην κοπέλα σε βιβλιοπωλείο;
Αντίστοιχο και χειρότερο έχω πάθει σε DVDάδικο αλλά ήδη νευρίασα αρκετά και δεν το συνεχίζω.

Πάντως τη νοοτροπία του στυλ 'αφού δεν μοστράρεται σε κάθε στύλο της ΔΕΗ,μόνο μαλακία θα είναι ασφαλώς'να την προσέχετε καθότι πιο διαδεδομένη από ότι υποψιαζόμαστε,φίλε Μότορ.
Και εννοώ ότι δεν αγγίζει απαραίτητα μόνο γκασμάδες σαν τον κύριο μαγαζάτορα αλλά και ανώτερα επίπεδα δυστυχώς.

Μου λείπουν η 'Στεκιά' και οι 'Τυμβωρύχοι' από τον Νίκο.Άντε να τα βρούμε κι αυτά.
Τα 'Γουρούνια' πάντως είναι λίγο πιο δύσκολο και αγκάθι,θα πρότεινα για ξεκίνημα το 'Βαλκάνιο'(αυτή η σκηνή της σύλληψης του ήρωα και το πως τους κάνει τρία σκουπίδια τους βλάχους,ανθολογία! Και η σκηνή στο μπακάλικο,must.Για όσους θέλουν να σπάσουν μούτρα,που έλεγε κι ο NΝ)

The Motorcycle boy είπε...

Δήμο, ειδικά η σκηνή με το πισωκολλητό -α πα πα! Όντως, ελάχιστα είναι τα βιβλία που σε κάνουν να γελάς μόνος σου σαν ηλίθιος (και να κρύβεσαι για να κλάψεις μόνος σου αμέσως μετά -ο ηλίθιος).

Καλή θέα, υπάρχει και η ευγένεια στη συμπεριφορά. Ξαναπάς π.χ. στο μαγαζί και του ζητάς να σου φέρει το Λίντελ Σκοτ (το λεξικό) από την Αθήνα. Είναι του Άδωνη, δίνει μεγάλο ποσοστό και θα τσακιστεί ο μάλαξ. Όταν το φέρει του λες "φέρατε και το Μοντεζούμα που σας είχα παραγγείλει; Όχι; Κρίμα -θα πρέπει να το παραγγείλω να μου το στείλουν από Αθήνα κι αφού θα πληρώσω θα ζητήσω να μου φέρουν σπίτι και το λεξικό".

Γιώργο, δεν είναι θέμα νοοτροπίας, θέμα νταβατζήδων είναι. Η Στεκιά βγαίνει σε αμερικάνικο εκδοτικό οίκο, σιγά μη στη φέρουν στο βιβλιοπωλείο, μαλάκες είναι; Να τους κόψει την πίστωση ο Καστανιώτης π.χ.; Και μετά θα αναρωτηθεί ο ποιητής γιατί ο Τζούμας πουλάει περισσότερο από τον Νικολαϊδη και τι σημαίνει αυτό για τη λογοτεχνική τους αξία!

Kit Kat είπε...

@Giorgos. Αλήθεια, ούτε εγώ το περίμενα αλλά απο ηλίθιους ο κόσμος άλλο τίποτα. Θα μπορούσε απλά να μου πει δεν μπορώ ή δεν θέλω να στο φέρω και να τελειώνει η υπόθεση. Και ο μότορας έχει δίκιο, τυχαίο που σε όλες τις βιτρίνες θα δείς (σχεδόν) μόνο Πατάκη και Καστανιώτη?

@Kallithea. Μη νομίζεις οτι δεν το σκέφτηκα και αυτό! χαχα

Last but not least...μότορα, αμα κάνω συνδιασμό των 2 θα είναι too much? Και το λεξικό και τα άπαντα του Ξενόπουλου χαχαχα.
Απο εδω και πέρα αμα ειναι να κάνω καφρίλα θα σε συμβουλεύομαι πρώτα :P

The Motorcycle boy είπε...

Μπα -δεν είναι πρόβλημα, μπορείς να κάνεις τον συνδιασμό και των δύο, αλλά μετά θα σε συμβούλευα να μεταναστεύσεις γιατί θα του έχεις κάνει πάνω από πεντακοσάρικο ζημιά και το σπάσιμο ποδιού από Ρωσσοπόντιο πάει μόλις 3 κατοσταρικάκια.

Ανώνυμος είπε...

Ο Παπασωτηρίου απ' ότι θυμάμαι είναι το μόνο βιβλιοπωλείο που δεν τόχε γιατί είχε κυκλοφορήσει μέσω αντζέντη του Ελευθερουδάκη. Οπότε παντού, εκτός Παπασωτηρίου... γι αυτό τόση έχθρα από κει!!!

The Motorcycle boy είπε...

Καλά -από πότε ο Παπασωτηρίου θεωρείται βιβλιοπωλείο κανονικό;

Δημοσίευση σχολίου

Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Tomboy | Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες και οι άλλοι