Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 22, 2008

8. Εξόριστος από τη Μητρόπολη

Προηγουμένα:
1. Ο τελευταίος κροκόδειλος του πλανήτη
2. Τιλτ
3. Ο σκλάβος της Κυριακής
4. Λίγος, πολύ λίγος
5. Με τον διακόπτη στη ρεζέρβα
6. Το ιγκουάνα που μάσαγε τριαντάφυλλα
7. "Κράτα το χέρι μου και θα είσαι για πάντα καταραμένος"

Έρχεται από το πουθενά και μετά, τίποτα πια δεν φαίνεται ίδιο. Σκελετωμένα δάχτυλα σού αρπάζουν την καρδιά -μένεις άγαλμα όσο η καρδιά σου σφίγγεται, στραγγίζει από ζωή. Δεν σου έχει ξανασυμβεί, χτες ακόμα, ήσουνα στην τσίτα -πρώτα έβγαινες μπροστά και μετά σκεφτόσουν. Αν σκεφτόσουν δηλαδή, αν προλάβαινες. Αλλά τώρα κάθεσαι εκεί, λουφαγμένος, να νιώθεις κιόλας τον πόνο από το χτύπημα που δεν έχει έρθει, νοκ-άουτ πριν μπεις στο ρινγκ, ξαφνικά βλέπεις ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΟΥ ΣΥΜΒΕΙ! Σινεμπασκόπ μπροστά στα μάτια σου οι συνέπειες, θα σε χτυπήσουν αλύπητα, θα πονέσεις, αίμα και σάλια –θα παρακαλάς για το έλεός τους κι εκείνοι αδίστακτοι θα συνεχίζουν. Μοιάζει με την υψοφοβία, μέχρι χτες κρεμιόσουν στα κάγκελα σαν τη μαϊμού, σήμερα ανεβαίνεις πεζοδρόμιο και ζαλίζεσαι. Το κενό σε τραβάει σα μαγνήτης και ο πόνος είναι εδώ πριν ακόμα εμφανιστεί και τρέμεις, θέλεις να φύγεις αλλά δεν μπορείς να κουνήσεις. Παγωμάρα. Φόβος.

Κι αν γραπώσει την καρδιά σου δεν φεύγει ποτέ.

Τσαλάκωσα το άδειο πακέτο και το σούταρα στο καλάθι απέναντί μου. Φυσικά αστόχησα –όταν τίποτα δεν πάει καλά, δεν πάει καλά τίποτα -απλό είναι. Δεν είχα όρεξη να σηκώσω τα μάτια, δεν άντεχα κυρίως να τους μετρήσω. Η Αναστασία προτίμησε να μείνει στο κρεβάτι, τη Σόνια την κρατάγανε ακόμα στα Κεντρικά της Ασφάλειας, μαζί με τον Άκη και πέντε ακόμα δικούς μας. Είχαμε άλλους 5-6 στον Ευαγγελισμό με διασείσεις και θλαστικά τραύματα. Οι υπόλοιποι ήμασταν εδώ. Δεύτερος όροφος, αίθουσα 205, σε μια ώρα την χρειάζονταν οι δευτεροετείς για κάποια συνάντηση.
«Που ήταν οι άλλες σχολές;» είχε ρωτήσει ο Κύπριος. Πριν κάτι αιώνες. Κανένας δεν απάντησε –περιμέναμε το Άγιο Πνεύμα.
«Που ήταν οι άλλες σχολές; Δεν έχει κανένας να πει τίποτα πάνω σ΄αυτό;»
Ο Παντελής σήκωσε επιτέλους το κεφάλι, τον κοίταξα, έκανα νόημα, «άστο».
«Δεν ήρθαν οι άλλες σχολές. Μιλήσαμε μαζί τους, μας είπαν ότι θα κατέβουν …» ξεκίνησα.
«Ποιοι σας το είπαν;» με έκοψε ο Κύπριος.
«Αυτοί που βρήκαμε από τις άλλες σχολές …»
«Ναι, εντάξει αλλά ποιοι; Ονόματα δεν έχουν;»
«Και ονόματα έχουν και διευθύνσεις –αλλά δεν τα κράτησα», μούγκρισα σιχτιρισμένος.
«Δεν είπα αυτό. Απλά ρωτάω πού στο διάολο ήταν όλοι και τι σκατά κανόνισες;» πετάχτηκε ο Κύπριος.
«Και γιατί ρωτάς εμένα; Αν θέλεις να μάθεις που ήταν, πήγαινε ρώτα τους».
«Εσύ δεν έπρεπε να κανονίσεις να είναι εκεί;»
«Έπρεπε».
«Και;»
«Και –τίποτα. Έπρεπε να κανονίσω, μίλησα με κάποιους, έγινε ότι έγινε, κλάσε μας τ΄αρχίδια τώρα. Ευχαριστημένος;» κλώτσησα την καρέκλα καθώς σηκωνόμουν. «Για να προλάβω μάλιστα τις συζητήσεις που συνήθως διαρκούν 2 μέρες στη σειρά, σου λέω ότι εγώ τελείωσα. Βάλτε κάποιον άλλο στη θέση μου και μη με υπολογίζετε. Αντίο και φιλιά στον θείο», σάρωσα το θρανίο μαζεύοντας την πραμάτεια μου, έναν πλαστικό αναπτήρα και τα κλειδιά της μηχανής.
«Κάτσε μισό λεπτό», φώναξε ο Παντελής.
Έμεινα με την πλάτη γυρισμένη.
«Πήγαμε μαζί στην ΑΣΟΕ και οι τύποι εκεί πέρα μας είπαν ότι θα έρθουν. Για το ΕΜΠ …»
«Άστο ρε Παντελή, δεν αξίζει τον κόπο. Μιλήσαμε με κάποιους που μας έγραψαν κανονικά, μίλησα κι εγώ με κάτι άλλους, τελικά δεν ήρθε κανένας. Έχει σημασία το ‘ποιος’ και το ‘γιατί’; Δικιά μου δουλειά ήταν και τα σκάτωσα κανονικά. Μην το παιδεύουμε άλλο», άνοιξα την πόρτα.
«Κάτσε ρε να το κουβεντιάσουμε», φώναξε ο Κύπριος.
Έκλεισα την πόρτα πίσω μου. Τι να κουβεντιάζαμε; Και τι θα βγάζαμε με τις κουβέντες; Τι βγάλαμε γενικότερα δηλαδή; Το πόμολο μάγκωσε στη σιδερένια βάση, τράβηξα πιο δυνατά, να κλείσω την πόρτα. Πρέπει πάντα να κλείνεις καλά την πόρτα όταν φεύγεις για να μη σε ακολουθήσουν κι άλλοι. Για το δικό τους καλό.

Η μέρα εκεί έξω μύριζε καμένο λάδι κι αγιόκλημα. Πήρα τη μηχανή προσπαθώντας να μην συναντήσω ψυχή ζώσα, σκόπευα να τραβηχτώ οπουδήποτε, με μια προϋπόθεση. Να μην υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να τρακάρω κάποιον γνωστό μου. Δεν ήθελα να δω και, κυρίως, δεν ήθελα να με δουν. Αλλά, ποτέ δεν γίνεται έτσι –το ξέρεις καλά αυτό.

Διέκρινα λοιπόν τα μακριά μαλλιά της, όλο μπούκλες ν΄ανεμίζουν όσο έτρεχε περνώντας τη λεωφόρο. Πενήντα μέτρα παραπέρα αλλά μπορούσα να μυρίσω το άγχος της. Κανονικά θα την απέφευγα, θα κοίταζα αλλού, δεν θα την έβλεπα. Όμως χρωστούσα στη Ράνια, από εκείνο το βράδυ στην κατάληψη, όταν με περίμενε να φύγουμε παρέα κι εγώ την είχα πουλήσει στεγνά για να φύγω με κάποια άλλη. Κοίταζε αλλού όσο περνούσαμε δίπλα της, κενό στα πράσινα μάτια της –είχε περάσει ένας χρόνος σχεδόν από τότε, αλλά ακόμα τα έβλεπα εκείνα τα πράσινα μάτια, δεν μαθαίνεις ποτέ να ζεις με τις τύψεις –έτσι νομίζω.
Την πλεύρισα όταν ανέβηκε το πεζοδρόμιο.
«Γιατί τρέχεις ρε; Τι έγινε;»
Δε με γνώρισε στην αρχή –χαμένη στο μέσα τού μυαλού της.
«Αααα … εεεε … να προλάβω το λεωφορείο…. Ο Λεωνίδας είναι στο νοσοκομείο …» ψέλλισε.
Ο Λεωνίδας ήταν ένας απ΄αυτούς που η μαλακία μου είχε στείλει στον Ευαγγελισμό, μάλλον κάτι έτρεχε ανάμεσα σ΄εκείνον και τη Ράνια, δεν το ήξερα.
«Έλα, θα σε πάω εγώ», προσφέρθηκα.
Το σκέφτηκε, θυμήθηκε μάλλον την προηγούμενη εμπειρία της μαζί μου.
«Ξέρεις … εγώ κι ο Λεωνίδας …»
«Ανέβα ρε παιδάκι μου να τελειώνουμε!» δυσανασχέτησα. Δεν ήθελα ν΄ακούσω πολλά.
Ανέβηκε. Στριμώχτηκε κιόλας πίσω στη σέλα της μηχανής, πιάστηκε από τη σχάρα για να μη μ΄ακουμπάει λες κι είχα ψώρα. Την καταλάβαινα πλήρως.
Έκανα κάτι σφήνες χαζοχαρούμενες στο μποτιλιάρισμα της Συγγρού, την τίναξα σα χαλάκι, μέχρι που κόλλησε πάνω μου, ένιωσα τη ζεστασιά της στην πλάτη μου. Ο Λεωνίδας –σιγά το μαλάκα! Χαμογέλασα αλλάζοντας καρφωτές τις ταχύτητες και ένιωσα εντελώς γελοίος, αλλά δεν μπορούσα να κάνω πολλά γι΄αυτό.
«Ευχαριστώ», μουρμούρισε όσο κατέβαινε στο πεζοδρόμιο του νοσοκομείου.
«Δεν κάνει τίποτα», απάντησα. «Δώστου φιλιά κι από μένα».
Με κοίταξε.
«Εντάξει. Γεια σου τώρα …» ψιθύρισε.
«Γεια σου», είπα χωρίς να κουνήσω από τη θέση μου.
Μείναμε να κοιταζόμαστε μέχρι που βαρέθηκε –μου γύρισε την πλάτη και μπήκε στο νοσοκομείο. Εγώ κατέβασα το σταντ της μηχανής και έμεινα εκεί, άνευ λόγου. Κάτι γερόντια έβγαιναν κουτσαίνοντας, κόσμος έμπαινε βρίζοντας, πίσω μου σταμάτησε ένα περιπολικό και βγάλανε τραβώντας κάποιον άγριο με χειροπέδες. Κοίταξα καλύτερα, τον είχαν τρελάνει στο ξύλο τον άγριο. Ψάχτηκα για τσιγάρα, θυμήθηκα ότι είχα πετάξει το πακέτο πιο πριν, στη συνάντηση, κατέβηκα για να βρω περίπτερο.
«Ένα Κάμελ άφιλτρο».
Ο περιπτεράς μού το σβούριξε ζοχαδιασμένα στον αέρα –άφησα να περάσει δίπλα μου το πακέτο.
«Ένα Κάμελ άφιλτρο», ξανάπα.
«Σου το ‘δωσα», μούγκρισε ο άλλος.
«Όχι σε μένα. Στη σχάρα του υπονόμου το ‘δωσες. Ένα Κάμελ άφιλτρο».
Κοίταξε πάνω από τον ώμο μου, σκέφτηκε λίγο.
«Άντε πιάστο», είπε αδιάφορα.
Πήγα πειθήνια. Πήρα το πακέτο, είχε βραχεί κάπως αλλά εντάξει. Το έβαλα στην τσέπη μου και έκανα να φύγω.
«Δεν θα πληρώσεις;» φώναξε ο περιπτεράς.
«Για ποιο πράγμα; Στον υπόνομο το ψάρεψα –έχεις ιδιοκτησία στον υπόνομο;» έκανα.
«Μη μου λες μαλακίες ρε κωλόπαιδο!» κοκκίνισε.
Γύρισα να τον κοιτάξω. Ευκαιρία έψαχνα, μέρες τώρα.
«Θες κάτι;» φίδιασα.
«Άντε φύγε, πάρτο χάρισμά σου», μαζεύτηκε ο περιπτεράς.

Τίναξα το αποτσίγαρο σημαδεύοντας τα κάγκελα του νοσοκομείου –αστόχησα ως συνήθως. Αλλά δεν έτρεχε τίποτα, εκείνη την ώρα έβγαινε η Ράνια, με είδε, κοντοστάθηκε πριν πλησιάσει.
«Ακόμα εδώ είσαι;»
«Ναι, έτσι φαίνεται. Πως είναι ο …;»
«Εντάξει. Τον κρατάνε μέχρι να βγουν οι εξετάσεις του, μάλλον αύριο θα πάρει εξιτήριο».
«Εντάξει».
Κοιταχτήκαμε.
«Ήθελα να σου πω …» ξεκίνησα.
«Άστο δεν πειράζει. Καταλαβαίνω».
«Καταλαβαίνεις;»
Τίναξε τα μαλλιά της πίσω, χαμογέλασε.
«Καταλαβαίνω … δεν καταλαβαίνω…. τι τα σκαλίζουμε τώρα; Πάνε αυτά, πέρασαν».
«Για σένα πέρασαν, για μένα όχι».
Θύμωσε κάπως, δεν την είχα ξαναδεί έτσι. Η Ράνια ήταν μελιστάλαχτο κορίτσι –μέχρι βαρεμάρας. Θύμωσε, αλλά δεν είπε τίποτα.
«Που να σε πάω;» άλλαξα κουβέντα.
«Πουθενά, θα πάρω λεωφορείο».
«Έλα μωρέ τώρα», διαμαρτυρήθηκα. «Ανέβα –χάρη θα μου κάνεις!»
Ανέβηκε. Ξεκίνησα χωρίς να περιμένω υποδείξεις, χώθηκα γρήγορα στο Κολωνάκι, πήγαινα κουτουρού.
«Δεν θα πάμε Πάντειο;» με σκούντηξε η Ράνια.
«Κερνάω καφέ», είπα.
Δεν άκουσα αντιρρήσεις, συνέχισα λοιπόν μέχρι την πλατεία χωρίς να σκεφτώ περισσότερο.

«Το βράδυ είναι η συναυλία …»
«Ποια συναυλία;» ρώτησα ρουφώντας τον φραπέ μου.
«Στο Πεδίο του Άρεως …» είπε η Ράνια.
Πως το είχα ξεχάσει; Σήμερα ήταν λοιπόν! Χτύπησα το μέτωπό μου.
«Θα πάμε μαζί;» ρώτησα.
«Ξέρω ‘γω …»
Έσκυψα μπροστά, την πλησίασα.
«Εκείνο το βράδυ στη σχολή ήταν από αλλού. Μαγικό, θυμάσαι την κρυφή βεράντα;»
Απέφυγε να με κοιτάξει και με διαόλισε κανονικά. Δεν είχε νεύρο μέσα της αυτή η κοπέλα, δεν είχε καθόλου ψυχή;
«Αυτό που θέλω να πω είναι ότι μπορεί να μαλακίστηκα ανεπανόρθωτα, αλλά δεν πρόκειται να ξεχάσω».
Σώπασα, την περίμενα. Άδικα. Μετά από λίγο τελείωσε την κοκακόλα της και τεντώθηκε στην καρέκλα.
«Πείνασα», είπε.
Σηκώθηκα σπρώχνοντας κάποια κέρματα στο τραπέζι. Μάζεψα τα υπάρχοντά μου.
«Η Ράνια πείνασε», σχολίασα. «Η Ράνια πρέπει να φάει και εγώ θα πάω τη Ράνια για φαγητό».
Γέλασε κάπως ξεκούρδιστα.
«Κάποιο ρομπότ;» αναρωτήθηκε.
«Κάντα δύο τα ρομπότ», την κάρφωσα φουρκισμένος.

«Τους έχεις ξαναδεί;» με ρώτησε μασώντας κάτι λαχανικά που πρέπει να υπήρχαν στην ταβέρνα από την εποχή του μπαρμπα-Γιάννη.
«Ποιους απ΄όλους; Ο Ρότεν πρώτη φορά έρχεται … Έχω ξαναδεί όμως τους Syndicate», είπα.
«Πως ήταν; Καλοί;» ενδιαφέρθηκε να μάθει.

Πήγαινε μισός χρόνος από τότε που είχα δει τους Syndicate σ΄εκείνη τη συναυλία με τους Anti Troppau Council. Εγώ βέβαια είχα πάει για τους Anti Troppau, τους Syndicate ούτε που τους ήξερα. Από αρχές ’80 ήμουνα άρρωστος με Anti Troppau, από τότε που έπαιζαν στον Πήγασο και λέγαμε ότι είναι «το συγκρότημα του μαγαζιού». Πριν εμφανιστούν οι Last Drive, καλοί ήταν κι αυτοί, αλλά εγώ είχα το κόλλημά μου. Μια φορά τη βδομάδα Πήγασο, κάθε βδομάδα, δυο στις τρεις κατέληγα να ξημερωθώ στο κωλάδικο της Καλλιδρομίου για εξακρίβωση στοιχείων, ωραία φάση. Μετά τον έκλεισαν τον Πήγασο και κυνήγαγα τους Anti Troppau όπου παίζανε. Όμως εκείνη η συναυλία που άνοιγαν τους Syndicate ήτανε κάπως. Ο Ντρενογιάννης αγχωμένος ως συνήθως, ο Βασίλης ο Τζαβάρας μάσαγε τα σανίδια ως συνήθως, παίζανε το Forest καλύτερα από τους Cure όπως πάντα … Κοίτα τώρα –είχα δει τους Cure στο Rock in Athens, είχα ακούσει το Forest τίγκα στην καπνίλα και τον ξηρό πάγο. Μούφα. Ο Smith, πέραν του ότι ήταν κωλόχοντρος, δεν κούναγε ούτε μισό βήμα! Ο Βούδας της Σαμπέρμπια ένα πράμα! Ο Βασίλης εκεί πάνω το απογείωνε το κομμάτι –κάτι σαμανιστικά έκανε, τιναζόταν στον αέρα, στριφογύριζε εγκλωβισμένος από το τίποτα … Εμπειρία σού μιλάω! Και γάμησε ότι καλώδια κυκλοφορούσαν γύρω του, απορούσα πως ακουγόταν ακόμα. Είπαν μετά το Contract with the devil, το αγαπημένο μου –ειδικά εκεί που κάνει ένα τίναγμα το κομμάτι κι ανεβαίνει στο θεό … Τέλος πάντων, είχαν δέκα τόνους οργή τα παιδιά εκεί πάνω, ή κάτι άλλο δεν ξέρω, κλώτσαγαν τους ενισχυτές, τα ηχεία, τις βάσεις των μικροφώνων, σκέτα παγοθραυστικά όλοι τους, ο Βασίλης δεν ξέρω από πού έπαιρνε φόρα αλλά έσκαγε πάνω σε οτιδήποτε είχε ύψος περισσότερο από είκοσι εκατοστά –η σκηνή θύμιζε παραλία μετά από λίγο. Κάτι αγριεμένοι έβγαζαν τα κεφάλια τους πίσω από εκεί που πριν υπήρχαν στοιχισμένα τα ηχεία και το συγκρότημα έδειχνε να μην πατάει σ΄αυτή τη γη. Μετά κόπηκε ο ήχος, δεν κατάλαβα αν τελείωσαν, αν τους έκλεισαν από την κονσόλα ή είχαν διαλυθεί πλήρως τα ηχητικά –τι να καταλάβω; Αφού με είχαν πάρει και με είχαν σηκώσει μαζί τους. Είδα κάτι σκατόχοντρους να τραβάνε τον Βασίλη πίσω από τη σκηνή κι εκείνος γύρισε προς τον κόσμο με ένα σκανταλιάρικο χαμόγελο, θέλεις να σου πω για το χαμόγελο; Ήταν η πρώτη φορά που το έβλεπα ζωντανά, αλλά το είχα ξαναδεί. Σε μια φωτογραφία ασπρόμαυρη, όταν οι μπάτσοι τραβάγανε τον Τζιμ Μόρισον από τη σκηνή εκεί κάτω στο Μαϊάμι. Και ήταν το ίδιο χαμόγελο σου λέω, το κωλοπαιδίστικο που έμοιαζε να αναρωτιέται «έκανα τίποτα κακό;» αλλά την ίδια ώρα έβλεπες ξεκάθαρα ότι υπήρχε κάτι περισσότερο. Κάτι σαν «κανείς δεν θα βγει ζωντανός από εδώ μέσα». Και έτσι ήταν –κανένας μας δεν βγήκε ίδιος μετά από εκείνη τη συναυλία –δεν ξέρω για τον Μόρισον τότε στο Μαϊάμι, αλλά εδώ είχαμε πεθάνει και ξαναγεννηθεί. Μετά έπαιξαν οι Dream Syndicate.

«Καλοί είναι, μια χαρά», γέλασα απαντώντας στη Ράνια.
«Τι στυλ παίζουν;» επέμεινε.
«Στυλ ‘μετά τη Δευτέρα Παρουσία’» ξεκαρδίστηκα.
Η άλλη με κοίταζε λες και ήμουνα τίποτα πλασμόδιο του Λαβεράν να πούμε.
«Τι εννοείς;» ρώτησε μετά από λίγο.
«Ωραίοι είναι ρε παιδί μου, γαμώ τα γκρουπ!»είπα για να κόψω την κουβέντα.

«Ο κόσμος απέξω/ κι εκείνη στο χείλος του γκρεμού/ ζωγραφίζει μια κάρτα/ και τρομοκρατεί τους πάντες./ Κι εγώ εδώ ν΄αναρωτιέμαι/ πως μπλέχτηκα έτσι/ και όλοι να λένε ‘δε με νοιάζει’/ εγώ απλά να προσπαθώ να θυμηθώ/ τις μέρες του κρασιού και των τριαντάφυλλων./ Ο παπάς από το παρεκκλήσι/ ψάχνει για ευκολόπιστους/ ο άντρας με το σημειωματάριο/ κάνει εξακριβώσεις/ κάποιος λέει ότι όλα αυτά είναι δικό μου δημιούργημα./ Η μάνα της λέει ‘ είναι δικό σου το λάθος/ ποτέ δεν ενδιαφέρθηκες για κείνη’./ Ο πατέρας της κανονίζει/ να πάρει πίσω τα έπιπλα/ κι εγώ εδώ ν΄αναρωτιέμαι/ ποιος είναι ο λόγος για όλα αυτά».

Έχει ήλιο ακόμα, αλλά όχι ζέστη. Ο κόσμος χοροπηδάει τριγύρω, κάποιοι πίνουν τσιγάρα και κρασιά καθισμένοι στο ξέφωτο, μοιάζει με Κυριακή στον Εθνικό Κήπο, κόσμος μάς χαιρετάει κι εγώ χαμογελάω, η Ράνια κρεμασμένη στο μπράτσο μου δε λέει κουβέντα. Είναι όμορφα εδώ πέρα, η συναυλία έχει αρχίσει από ώρα, χάσαμε μάλλον τις Τρύπες, αλλά ποιος τις γαμεί τις Τρύπες; Για άλλο είμαστε εδώ. Ο Στιβ Γουιν έχει ξεφύγει εκεί πάνω, κρεμιέται στο μικρόφωνο ψάχνοντας τις «μέρες του κρασιού και των τριαντάφυλλων», ουρλιάζει επειδή σίγουρα οι μέρες εκείνες έχουν περάσει, μετά παραπατάει προς τα πίσω και χιμάει στα τάστα της Στρατοκάστερ του. Παρακολουθώ κάπως αποβλακωμένος, ένα μάτι στον κόσμο που τριγυρνάει, ένα μάτι στη σκηνή –κάπου με αποσυντονίζει η μουσική τους κι αυτό είναι ωραίο, υπολογίζω ότι πρέπει να έχει περάσει πάνω από εικοσάλεπτο κι ακόμα παίζουν για τις «μέρες του κρασιού και των τριαντάφυλλων». Χαμογελάω στη Ράνια κι αυτή το ίδιο.
«Ώπα! Κι εσύ εδώ;» τρώω ένα σκούντημα.
Ο Καβάτζας μαζί με κάτι άλλους Εξαρχειώτες, φαίνονται λιωμένοι –περισσότερο από το συνηθισμένο τους.
«Ναι, είπα να περάσω …»
«Είσαι από την αρχή;»
«Όχι, τώρα ήρθα».
«Πως κι έτσι;»
Τι να του πω; Ότι μετά το μεσημεριανό καταλήξαμε σπίτι μου με τη Ράνια κι έπεσε κάποιο πήδημα το οποίο μας καθυστέρησε;
«Έτσι έτυχε –τι ψάχνεις τώρα;»
Ο Καβάτζας δεν με ακούει καν. Κάτι λέει με τους δικούς του. Μετά γυρίζει σε μένα.
«Μη χαθείς. Θα γίνει φάση».
Κουνάω το κεφάλι και, με το που απομακρύνονται, ψάχνω πώς να εξαφανιστώ. Δεν είναι ότι καλύτερο να μπλέκεις μαζί τους, ειδικά όταν δεν μπορούν να κρατήσουν τα βλέφαρά τους ανοιχτά. Καθόμαστε στο πρώην γρασίδι. Οι Syndicate αποχωρούν σιγά-σιγά.
«Πόση ώρα έπαιζαν το ίδιο κομμάτι;» ρωτάω.
«Πολλή. Πάρα πολλή. Αφόρητα πολλή!» απαντάει η Ράνια.
«Ε, ρε Τζαβάρας που τους χρειάζεται!» διαπιστώνω.
«Τι;» κάνει η Ράνια.
«Τυρί», απαντάω και σκύβω να την φιλήσω. Αν υπάρχει ρεκόρ μαλακίας το έχω σπάσει με μεγάλη διαφορά –αν η πουστιά γίνει ολυμπιακό άθλημα πρέπει επειγόντως να γραφτώ σε αθλητικό σύλλογο, είμαι πλέον έτοιμος να δοξάσω τα ελληνικά χρώματα!

Στη σκηνή οι θρυλικοί Triffids!
«Ποιοι είναι αυτοί;» ρωτάει η Ράνια.
«Μάλλον οι Triffids».
«Και τι λένε;»
«Ξέρω ΄γω; Μανιάτικα μοιρολόγια».
Στρώνω το μπουφάν μου για να βολευτούμε καλύτερα, μετράω την ώρα μαζί με πολλούς εκεί μέσα –για άλλο ήρθαμε εδώ σήμερα.

«Ξέρεις κάτι;»
Γυρίζω και την κοιτάζω.
«Δεν βγαίνει πουθενά αυτό, μάλλον το απωθημένο μας κάναμε …»
Εξακολουθώ να μη λέω τίποτα.
«Δηλαδή, εντάξει, ήταν εκείνη η νύχτα στην κατάληψη της σχολής …»
«Γιατί δεν ήθελες να μιλήσουμε προηγουμένως για εκείνη τη νύχτα;»
«Ποιος ο λόγος; Απλά για να σε φέρω σε δύσκολη θέση;»
«Για να σου ζητήσω συγνώμη ίσως;»
«Και σε τι θα ωφελούσε; Μήπως κανένας από τους δυο μας θα ξέχναγε;»
Σκύβω το κεφάλι, έχει δίκιο. Φαίνεται οτι οι άψυχες γυναίκες στροφάρουν καλύτερα.
«Πάμε μια βόλτα να ξεμουδιάσουμε», λέω.

Ο Άκης από τους Αρχιτέκτονες χορεύει κάτω από τη σκηνή, πλήρως χαζεμένος. Ζητάω συγνώμη από τη Ράνια, τρέχω δίπλα του, τον αρπάζω και πάμε παραδίπλα.
«Που ήσασταν ρε μουνί;»
Με κοιτάζει χωρίς να καταλαβαίνει.
«Γιατί μας πουλήσατε;»
«Για την πορεία λες;»
Κάτι βλέπω ν’ ανάβει στα μάτια του.
«Ναι ρε –γι΄αυτό λέω».
«Άραξε κολλητέ, τι γυρεύεις τώρα; Δυσαστρία», μουρμουρίζει.
«Δυσαστρία;»
«Disaster, πως το λέτε εσείς στο χωριό σας …»
Τον κόβω από πάνω μέχρι κάτω. Με κοροϊδεύει ή είναι εντελώς φτιαγμένος;
«Τι πίπες μου τσαμπουνάς τώρα; Πέντε στην Ασφάλεια κι άλλους τόσους στο νοσοκομείο έχουμε ρε αρχίδι!»
«Περαστικά τους αδερφέ! Ολόψυχα το εύχομαι!» και παίρνει να ξαναχορεύει σα νευρόσπαστο.
Τον παρατάω, ούτε σφαλιάρα δεν αξίζει να του ρίξω. Δηλαδή το αξίζει, αλλά δεν θα το καταλάβει, οπότε ποιος ο λόγος;
Κάτι παιδιά σκαρφαλώνουν στη σκηνή από τα πλάγια.

«Ποιος ήταν αυτός;» ρωτάει η Ράνια.
«Κάποιος από την Αρχιτεκτονική», λέω αφηρημένα. Μπροστά στη σκηνή πέφτουν αραιές σφαλιάρες.
«Τι έγινε τελικά στην πορεία; Γιατί ήμασταν μόνοι μας;»
«Επειδή έκανα μαλακία –γι΄αυτό».
«Και νάταν η πρώτη …» σφυρίζει η Ράνια.
«Ή η τελευταία …» της χώνομαι αλλά δεν το παίρνει χαμπάρι.
Όλο και περισσότερος κόσμος ανεβαίνει στη σκηνή, το συγκρότημα εκεί πάνω κάνει ότι παίζει αλλά κυρίως φυλάει τα όργανά του.

«Συγνώμη λίγο. Πάω να δω κάτι».
Τρέχω μπροστά, οι Εξαρχειώτες έχουν βάλει στη μέση κάτι κακόμοιρους με λευκά μπλουζάκια και τους κοπανάνε. Κόσμος ανεβαίνει στη σκηνή, τα λευκά μπλουζάκια προσπαθούν στην αρχή να κρατήσουν τα πόστα τους, αλλά γρήγορα το βάζουν στα πόδια. Η μουσική σταματάει, το συγκρότημα φεύγει ψηλοτροχάδην.
«ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΤΕΒΕΤΕ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΗΝΗ –ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΑΤΥΧΗΜΑΤΟΣ», ακούγεται στα μεγάφωνα ξανά και ξανά. Κοιτάζω τα άσπρα μπλουζάκια, είναι για λύπηση. Δίπλα μου περνάνε κάτι πάνκηδες.
«Τι τρέχει ρε;»
«Θα τα γαμήσουμε όλα απόψε! ΤΖΟΝΥ! ΤΖΟΝΥ!».
«Και τους άσπρους γιατί τους κυνηγάμε;»
«Είναι μπάτσοι του δήμου –δεν τους βλέπεις;»
Τρίβω τα μάτια μου να δω καλύτερα. Δε μου κάνουν για δημόμπατσοι τα άσπρα μπλουζάκια –πολύ ατσούμπαλοι φαίνονται. Ένας τους κλαίει δίπλα στην κεντρική σκαλωσιά. Πάω πιο κοντά, φρικάρω! Κάποιος πούστης είχε την έξυπνη ιδέα να βάλει άτομα με ειδικές ανάγκες στην περιφρούρηση! Ένας Εξαρχειώτης προβάρει κίνηση σέντερ φορ, πάνω από τον άνθρωπο που κλαίει.
«Μη ρε μαλάκα! Δεν τον βλέπεις πως είναι;»
Με σπρώχνει πίσω.
«Θα το γαμήσω το μόγγολο!» και μετά κλωτσάει τον καθισμένο άνθρωπο.
«ΑΝ ΔΕΝ ΦΥΓΕΤΕ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΗΝΗ ΔΕΝ ΘΑ ΒΓΕΙ ΑΛΛΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ»
«ΟΥΟΥΟΥΟΥ!!!»
«ΟΙ ΠΑΜΠΛΙΚ ΙΜΑΤΖ ΜΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΑΝ ΟΤΙ ΑΝ ΔΕΝ ΑΔΕΙΑΣΕΙ ΠΛΗΡΩΣ Η ΣΚΗΝΗ ΔΕΝ ΘΑ ΕΜΦΑΝΙΣΤΟΥΝ ΑΠΟΨΕ»
«ΜΟΥΝΟΠΑΝΑ!! ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΝ ΡΟΤΕΝ ΝΑ ΒΓΕΙ!!»
«ΑΡΧΙΔΙΑ ΘΑ ΣΑΣ ΛΙΩΣΟΥΜΕ!! ΔΕ ΜΑΣΣΑΕΙ Ο ΤΖΟΝΥ!! ΑΦΗΣΤΕ ΤΟΝ ΝΑ ΠΑΙΞΕΙ!!»
Βλέπω τον κόσμο να σηκώνει ενισχυτές και ηχεία, οι κονσόλες σέρνονται στο σανίδι της σκηνής πριν γίνουν κομμάτια.
«Πάμε ρε μαλάκα –ΝΤΟΥ!!», με τραβάει ο Καβάτζας που έχει μυστηριωδώς βρεθεί δίπλα μου.
«Που να πάμε ρε; Εκεί πάνω τα διαλύουν όλα! Πως θα παίξει ο Ρότεν;» απορώ.
«Ποιος τον γαμεί τον Ρότεν; Πάμε να πάρουμε τίποτα από κει πάνω. Πρώτο πράμα για πούλημα!» γελάει ο Καβάτζας.
Τον κοιτάζω χαζά. Μου τραβάει μια σφαλιάρα και φεύγει. Πίσω μου μυρίζει καμένο, στη σκηνή γίνεται κανονική ζωοπανήγυρης. Σκέφτομαι –πόση ώρα έχουμε μέχρι να πλακώσουν οι μπάτσοι; Σκέφτομαι –πρέπει να φύγω από εδώ πέρα, όσο πιο γρήγορα γίνεται. Δεν σκέφτομαι –που είναι η Ράνια;

Πισωπατάω χαζεύοντας τους ανεβασμένους στις σκαλωσιές. Ξηλώνουν ακόμα και τα καλώδια! Δεξιά μου ανοίγεται ο δρόμος προς το δασάκι, κοιτάζω –όλα καλά φαίνονται. Βάζω το κεφάλι ανάμεσα στους ώμους, θα βγω από εδώ μέσα, ετοιμάζομαι να σπριντάρω. Κόβω απότομα –που είναι η Ράνια; Γυρίζω πίσω τρέμοντας.

Τα παιδιά τρέχουν πέφτοντας ο ένας πάνω στον άλλο. Κόσμος κουβαλάει μηχανήματα, μερικοί χαζεύουν ψάχνοντας από πού θα την κοπανήσουν και κουτουλάνε μεταξύ τους, αρπάζω ένα παιδί από το μανίκι.
«Μια κοπέλα! Ήταν εδώ, μακριά καστανά μαλλιά …»
Το παιδί γελάει στα μούτρα μου.
«Βάλε αγγελία στα ΝΕΑ».
Και φεύγει.
Τριγυρίζω σε σκηνικό ταινίας καταστροφής. Δεν έχω χρόνο και το ξέρω, παραπατάω σε σκουπίδια, μυρίζω τον αέρα σα σκυλί. Πόσος χρόνος μου μένει μέχρι να πλακώσουν οι μπάτσοι; Κάποιος με πιάνει από το μπράτσο, πετάγομαι.
«Που ήσουν; Σ΄έψαχνα!»
Τη βουτάω άγαρμπα και ξεκινάω πάλι για το δασάκι.
«Πρέπει να την κάνουμε Ράνια, μη μιλάς, μόνο τρέχα».

Τα πόδια μου βουλιάζουν στη λάσπη, δε δίνω σημασία –προσπαθώ να δω μπροστά, πέρα από τα καχεκτικά δεντράκια, ένα λάστιχο ποτίσματος μπερδεύεται στο παπούτσι μου, σκύβω. Γι΄αυτό δεν τους παίρνω χαμπάρι αμέσως, πρώτα ακούω τη υστερική κραυγή της. Δεν χρειάζεται να μου πει το λόγο, βλέπω ήδη το δακρυγόνο να καπνίζει μισό μέτρο από τα πόδια μας. Και το δασάκι θολώνει από στολές, που διάολο ήταν όλοι αυτοί; Γιατί δεν τους έβλεπα πριν;
«Πάμε πίσω!» πανικοβάλλομαι.
Η Ράνια έχει μαρμαρώσει, προσπαθώ να την ξεκολλήσω από την λασπώδη βάση της. Τρέμω καθώς οι στολές μένουν εκεί πέρα, ανάμεσα στα καχεκτικά δεντράκια –ακίνητες.
«Δεν πάω πίσω, θα μας λιώσουν εκεί πέρα», λέει ήρεμα η Ράνια.
Την κοιτάζω. Λοιπόν, είναι ψύχραιμη μετά το ξάφνιασμα του δακρυγόνου –κοιτάζει τους μπάτσους και περιμένει. Τι διάολο περιμένει;
«Από πού θα φύγουμε;» αναρωτιέμαι.
«Δεν θα φύγουμε», απαντάει η Ράνια.
Κοιτάζω τριγύρω. Κι άλλα παιδιά πλησιάζουν, βλέπουν τους μπάτσους, κοντοστέκονται. Δεν γυρίζουν πίσω –ξέρω τι θα γίνει παρακάτω. Τα παιδιά ορμάνε καταπάνω τους, κατεβασμένα κεφάλια, ουρλιαχτά. Οι μπάτσοι δεν σαλεύουν.
«Πάμε μαζί τους», εκλιπαρώ τη Ράνια. Ίσως τελικά αυτή να είναι η λύση.
«Κάτσε εδώ που είσαι», με γειώνει κανονικά.
Έχω παραλύσει από φόβο, αφήνομαι λοιπόν.

Και είναι πια φανερό –οι μπάτσοι θα μας λιώσουν σήμερα. Ήδη έχουν μπει στην πλατεία από τη μεριά του αγάλματος, ποδοπατάνε κόσμο στον χώρο της συναυλίας. Δεν χρειάζεται να κοιτάξω, είμαι σίγουρος –οι Εξαρχειώτες την έχουν ήδη κοπανήσει. Αυτοί που βογκάνε εκεί πίσω είναι άσχετοι, ίσως και αμέτοχοι στα επεισόδια. Ανυποψίαστοι.
Μπροστά μου τα παιδιά σκάνε σαν απόνερα σε κυματοθραύστη υψωμένων ασπίδων –πολύ ξύλο. Από πού θα μας έρθει; Θα περπατήσουν άραγε οι μπροστινοί, ή θα κλείσουν τον κλοιό οι διμοιρίες που αλωνίζουν στον χώρο της συναυλίας; Νιώθω ήδη από τα πριν, τη μυρωδιά του πλαστικού γκλοπ στο πρόσωπό μου, ανακατεμένη με δακρυγόνο –είμαι σίγουρος ότι θα κάνω εμετό.
«Έλα, φεύγουμε!» φωνάζει η Ράνια.
Καιρός ήταν –την ακολουθώ σέρνοντας με τυφλά ανοιχτά μάτια. Ακούω κραυγές, άραγε θα κάνουν συλλήψεις; Δεν θέλω να με πιάσουν, ξέρω τι γίνεται με τους συλληφθέντες μέσα στις κλούβες, ξέρω τι γίνεται στην Ασφάλεια, ξέρω … Δεν θέλω.
«ΦΕΥΓΟΥΝ, ΠΙΑΣΤΟΥΣ!!!» ακούω δίπλα μου.
Δεν θέλω να κοιτάξω, δεν υπάρχει λόγος –το πρώτο χτύπημα σκάει στην πλάτη μου. Δεν φωνάζω, απλά αγκαλιάζω τη Ράνια και τη σπρώχνω μπροστά –ένστικτο ίσως. Δεύτερο χτύπημα με παίρνει ξυστά γιατί προλαβαίνω ν΄ακούσω το σφύριγμα στον αέρα. Σπρώχνω τη Ράνια πιο δυνατά, δεν κοιτάζω πίσω επειδή μπροστά ο δρόμος είναι ελεύθερος! Τελικά οι μπάτσοι μαζεύτηκαν από μόνοι τους, άφησαν κενά στα πλάγια. Η Ράνια φεύγει λες και πήρε ώθηση, τρέχει, φτάνει στο πεζοδρόμιο κι εγώ πίσω της. Πεταγόμαστε στην άσφαλτο, ευτυχώς δεν περνάνε αυτοκίνητα. Τρέχουμε ανάμεσα σε κλούβες, κόβουμε προς Πατησίων λαχανιασμένοι. Οι μπάτσοι λιγοστεύουν, τα δόντια μου χτυπάνε ανεξέλεγκτα. Ξαναρχίζουμε να τρέχουμε σαν ηλίθιοι, χωρίς προορισμό.

«Έφαγες φρίκη εκεί πέρα!» παρατηρεί η Ράνια.
Το παραδέχομαι κουνώντας το κεφάλι. Δεν είναι εύκολο να πω άλλα. Καθόμαστε σε ένα παγκάκι κατά Κολωνάκι μεριά, τα χέρια μου ακόμα τρέμουν όσο ανάβω τσιγάρο.
«Δεν ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει, αλλά πανικοβάλλομαι εύκολα τον τελευταίο καιρό», λέω στο τέλος.
«Λογικό μού ακούγεται –είναι δύσκολες αυτές οι μέρες», λέει η Ράνια.
«Σκατά δύσκολες. Έχουμε περάσει και χειρότερα», μουρμουρίζω.
«Εντάξει, αλλά κάποτε φτάνει η ώρα του καθενός».
Την κοιτάζω –λες να έχει δίκιο; Έφτασε η ώρα μου να τρέξω; Ήρθε η σειρά μου να κρυφτώ;
«Πουθενά να τρέξεις και πουθενά να κρυφτείς», ψιθυρίζω.
«Καλά, μην τα δραματοποιείς τα πράγματα …», γελάει η Ράνια.
«Τι ξέρεις εσύ;» πετάγομαι στο ξεκάρφωτο. «Γαμώ την ψυχραιμία σου μέσα! Αν δε ζεις στη Μητρόπολη δεν υπάρχει πουθενά αλλού να ζήσεις», πετάω το τσιγάρο μακριά.
«Ποια Μητρόπολη; Αυτή που είναι μετά την πλατεία Συντάγματος;» ξύνει το κεφάλι της η Ράνια.
«Ναι αυτή –που κάνει πιάτσα ο Σεραφείμ», λέω φουρκισμένος.
Μετά το βουλώνω.
«Θα πάω από το νοσοκομείο να δω τι κάνει ο Λεωνίδας», μιλάει στον αέρα η Ράνια.
Περιμένει λίγο, σκέφτομαι ότι έχω παρατήσει τη μηχανή απέναντι από το Πεδίο του Άρεως, στα στενά. Πρέπει να πάω να τη μαζέψω. Δεν τη βλέπω όσο σηκώνεται και δεν την ακούω όσο φεύγει. Δεν λέω «αντίο Ράνια», δεν χρειάζεται.

Κάποιος μας κλείδωσε έξω από τα τείχη της Μητρόπολης, κάποιος μας πέταξε στη Νεκρή Ζώνη κι εμείς ψάχνουμε τον προσανατολισμό μας. Άδικος κόπος –ακόμα κι αν τις βρεις, οι Πόρτες είναι αμπαρωμένες.

Και φυλάγονται καλά.

29 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:

Unknown είπε...

Μαύρη απελπισία αδελφάκι μου!

The Motorcycle boy είπε...

Ε, είμαι κάποιος απελπιστικός τύπος -ακόμα δεν το κατάλαβες;

Υ.Γ.: Πάντως ξέρω κάποιον που διασκεδάζει να τα διαβάζει αυτά -αλήθεια λέω!

Unknown είπε...

Πολύ άγχος.
Δεν ξέρω αν διασκεδάζει. Η ώρα περνάει πάντως.
Ρε τι καλά που είμαι παιδί των 90's.

The Motorcycle boy είπε...

Το θέμα είναι να περνάει η ώρα, μην το ξεχνάμε αυτό.

Ναι, ευτυχώς που είσαι '90ς δεν θα άντεχα άλλο τη μανιοκατάθλιψη των '80ς ντούμπλεξ μέσα στο σπίτι μου.

Ανώνυμος είπε...

σαν ειναι ο τραγος δυνατος δεν τον βαστα η μαντρα, ο αντρας κανει τι γενια και οχι η γενια τον αντρα (παραδοσιακη μαντιναδα)...
αυτο για το διαλογο περι γενιων. παντως κοινα βιωματα κανουν ιδιες αναμνησεις και οχι ιδια μυαλα.

SDRyche είπε...

Έχει γίνει πολύ "σπλάτερ" η κατάσταση στα τελευταία επεισόδια.
Εγώ πάντως μπορεί να ήμουν νιάνιαρο και να έπαιζα με τα αυτοκινητάκια μου εκείνα τα χρόνια αλλά γουστάρω τρελά τις ιστορίες σου.

Ανώνυμος είπε...

Π ρ ό τ α σ η…..

Αγαπητοί συνάδελφοι και συναδέλφισσες bloggers….:
βλέποντας κι ακούγοντας…., με μεγάλη μου λύπη κι εγώ…., κυρίως, τα εφηβάκια –μας
να τραγουδούν ‘’φτηνά’’ τραγούδια…., ως επί το πλείστον, της ερωτ’’αγάπης’’….,
και ξέροντας, ως όλοι μας, τη δύναμη που έχει το τραγούδι
στη διαμόρφωση χαρακτήρα και συμπεριφοράς…., κι όχι, μόνο, της ερωταγαπικής….,
κάτι που με ανευθυνότητα τους το ‘’επιβάλλουν’’….: δισκογραφικές εταιρείες,
ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί,….. λες και σε συμπαιγνία….,
τολμώ….,
αν και ξέρω πως…., και, μ’ αυτό…., θα ενοχληθούν’’ μερικοί και μερικές bloggers….,
να σας κάνω μια ‘’ανάλογη’’ πρόταση….!

Έχοντας…., ήδη….. και με ‘’ανάλογη’’ πρόταση…., προσφέρει
1095 τραγούδια και ‘’τραγούδια’’ –μου….,
και, σχετικής θεματολογίας μέσα απ’ το μπλογκ μου….: URL : www.alexandros-zivas.gr....,
κάτι σαν ‘’αντίπραξη’’ στη ‘’συμπαιγνία’’ των ως άνω αναφερόμενων παραγόντων….,
προτείνω…., πάντα, για τον ίδιο σκοπό….,
να δημιουργήσουμε μια ‘’Τράπεζα στίχων προσφοράς’’….,
όπου Έλληνες στιχουργοί και ποιητές να τους προσφέρουν…., αφιλοκερδώς κι αυτοί….,
είτε για επιτραπέζια ημερολόγια προσφοράς….. είτε για τη δημιουργία μουσικών CD’s….!

Ίσως….. να φανεί αφελής και ουτοπική η πρότασή μου….,
ή κι εγώ….. αφελής…. κι ονειροπόλος ουτοπιστής….,
αλλά….. ας σκεφτούμε τη δύναμη που μας προσφέρει η ‘’Μπλογκόσφαιρα’’….,
που….. από ‘’βαβελική’’ Κατάρα…., ως ‘’μερικοί’’ ‘’μοιροπλάστες’’ –μας τη θέλουν….,
μπορούμε…., και, με ‘’τέτοια’’ : ‘’τρελά’’ της ‘’τρελής’’ λογικής…., ή και λογικής ‘’τρέλας’’….,
να την κάνουμε Ευλογία….!

Έτσι…., καθώς πιστεύω πως….,
ως παλαιότεροί μου bloggers…., που, μόλις, 3 μηνών blogger εγώ….,
είστε οργανωμένοι, και, για ‘’τέτοια’’ : ‘’τρελά’’….,
ελπίζω…., κι εάν, βέβαια, βρίσκετε ενδιαφέρουσα κι εφικτή την πρότασή μου αυτή….,
να συναποφασίσετε…., πάντα, για ‘’τέτοιον’’ σκοπό….,
για τα περί μιας ‘’Τράπεζας στίχων προσφοράς’’….!

Και…., εάν…., πάλι και γι’ αυτό, τότε….,
σαφώς, κι αφού το συναποφασίσετε…., είτε για ‘’επιτραπέζιο ημερολόγιο’’ είτε για CD….,
τολμήσετε να ανοίξετε και τραπεζικό λογαριασμό….,
σας υπόσχομαι πως…., ως πρώτη προσφορά χρημάτων από πλευράς μου….,
θα συνεισφέρω στην ευλογητή προσπάθειά –σας, –μας, 300 Ευρώ….,
που, πιθανόν, να βρεθούν και εξωμπλογκοσφαιρικοί χορηγοί….!

Μα θα χαρώ, ‘’το ίδιο’’, και, εάν κάποιοι μουσικοσυνθέτες ή κάποιες μουσικοσυνθέτριες….,
συνάδελφοι ή συναδέλφισσες μπλόγκερ….. ή μη….,
ανταποκριθούν στην ανάλογη πρότασή μου….. που υπάρχει στο μπλογκ μου….,
όπου, το ξαναλέω, προσφέρω αφιλοκερδώς και για όποιον φιλανθρωπικό σκοπό
1095 τραγούδια και ‘’τραγούδια’’ –μου…., αφ’ ενός για τη δημιουργία
3 επιτραπέζιων ημερολογίων….. για τα έτη....: 2010, 2011 και 2012….,
κι αφ’ ετέρου για τη δημιουργία ενός, ή και πλέον, CD….!

Φυσικά, το 2ο, εφόσον τυχόν μουσικοσυνθέτες/θέτριες κρίνουν κάποια άξια μελοποίησης….,
πάλι, για τον ίδιο σκοπό…., κι εγώ…., μα κι οι ανταποκριθησόμενοι/σόμενες αυτοί/αυτές….,
όπου, τότε, θα έχω…., κι εγώ κι εκεί…., συμμετοχή και με δικιά μου μουσική και στίχο….,
ενώ, αργότερα κι έτσι και γι’ αυτό, και με τραγούδια –μου σε στίχο στην αγγλική γλώσσα….!

Εάν δε σας ενοχλεί το παρόν μήνυμά μου…., μπορείτε να το διαγράψετε….,
ναι, και διόλου δεν θα με πειράξει….!
Σας ευχαριστώ πολύ….. και, προπαντός, γεια….: Αλέξανδρος Ζήβας…..

The Motorcycle boy είπε...

Άσωτε, η μαντινάδα αναφέρεται σε γενιά αίματος, όχι ηλικιακή ρε! Τέλος πάντων, δεν έχω άποψη, δεν ξέρω τι φτιάχνει τις γενιές, δεν ξέρω καν αν υπάρχουν γενιές ή όλο αυτό είναι ένα εφεύρημα. Τέλος πάντων, μπορούμε να χρησιμοποιούμε τις γενιές για να συνεννοούμαστε -κάτι είναι κι αυτό.
Σαφώς λοιπόν τα μυαλά δεν είναι ίδια λόγω των κοινών βιωμάτων. Η οπτική σε κάποια θέματα .... μπορεί...

SDRyche εντάξει, θα μαλακώσει το πράγμα στα επόμενα. Ή έτσι νομίζω τουλάχιστον. Χαίρομαι που τα γουστάρεις να τα διαβάζεις, οι ιστορίες είναι για να μοιράζονται.

Αλέξανδρε Ζήβα, καλή τύχη στην προσπάθειά σου αλλά γράψε κάποιο μικρότερο κείμενο! Μας λυποθύμησες!

Ανώνυμος είπε...

τι λες ρε που θα μας πεις απο την αθηνα τι λεει η μαντιναδα...
παιζει να ερθω για κανα διμηνακι πανω να σας δω. θα ενημερωσω συντομα...

The Motorcycle boy είπε...

Η Αθήνα τα ξέρει όλα και συμφέρει! Δεν το έμαθες ακόμα; Έλα πάλι πάνω να στο εξηγήσουμε. Άντε περιμένουμε.

Ανώνυμος είπε...

Όντως "Η οπτική σε κάποια θέματα .... μπορεί..." να είναι ίδια στις γεννιες

πωπω τρελες εποχες κ καταστάσεις

Καλά τι σόι μαλάκες ήταν αυτοί (ενας καβάντζας κλπ) που πλακώνανε τα άτομα με ειδικές ανάγκες, πόσο μαλάκες!!!
ανεκγεφαλα χουλιγκανια που ψάχνονται για ξύλο χωρις λόγο, νομιζα ότι μόνο στα γηπεδα συχνάζουν αυτοί

The Motorcycle boy είπε...

Για το τελευταίο κομμάτι του σχολίου σου δεν θα σου απαντήσω. Σκέψου το πάλι, πρόβαλλέ το σε σημερινές καταστάσεις και στη θέση των ατόμων με ειδικές ανάγκες βάλε κοπελίτσες που δουλεύουν σε φασιστικά βιβλιοπωλεία.

Είναι το μεγάλο ζήτημα -χτυπάς αυτό που αντιπροσωπεύει ο άλλος, όπου και όποτε σε παίρνει ή χτυπάς το κεφάλι σου στα νύχια του θηρίου; Αν ποτέ βρεις απάντηση μου τη λες κι εμένα γιατί δεν την ξέρω.

Ανώνυμος είπε...

Δεν ξέρω μπορεί να χρειάζεται σκέψη

αλλά τώρα αμέσως θα σου απαντούσα όχι
(κ δε νομίζω ότι στη φάση που αναφέρεσαι χτυπήσανε την κοπέλα)
μπορεί τα ίδια σκάτα μ αυτά που πουλάει να κουβαλαει στο κεφάλι της, αλλά είναι ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ γελοίο να νομίζει κάποιος ότι έτσι θα την αλλάξει.

αλλά ας μην το πάμε πάλι στη βία Μοτορσάικλ Μπόι

γιατί ρε άνθρωπε (εξ αρχης σου ειχα πει δεν ξέρω τι έπαιξε με το βιβλιοπωλείο κ είχα πει κ τι πιστευω για αυτό)

αλλά όταν αυτή που δουλεψα το καλοκαίρι (το γαμημένο κομ-μουνάκι που επειδή στα νιατα της δεν ξέρω τι σκάτα της μάθανε στην ΚΝΕ που ήταν, μαλλον να το κάνει μόκο κ να είναι δουλάκι! κ απαιτούσε προφανώς κ γω να έχω τη δουλοπρέπεια που γουσταρε ο εγωϊσμός της) δεν ήθελε να με πληρώσει ο μόνος τρόπος ήταν πολύ συγκεκριμένος!!!!!!!!!!
όπως (κ το εκτιμώ απίστευτά!)μου είπε ένας κοντινός μου άνθρωπος αναρχικός παρόλο που εγώ δεν έχω κάνει κάτι γι αυτούς

σε τέτοια θέματα (που ακόμα κ δηλωμένη να ήμουν) η επιθεωρηση εργασίας γαμιέται!!!!!!!

ξέρεις ποσα λεφτα έχω χάσει κ γω κ άλλοι

σε τέτοια θέματα λοιπόν φίλε μου ένας είναι ο τρόπος, δεν υπάρχει άλλος!!!!!!!!!!!!!
πώς παίρνεις πίσω τα χρωστούμενα που μιλάμε για ψιχουλα!!!

κ μακάρι να γνώριζα κάποιους τύπους από παλια να κανονίζονταν η κατασταση σε πολύ συγκεκριμένο μαγαζί που δουλευα κ βγάζανε εκατομύρια "Milos Rest." αν έχεις ακουστα. Αν ήξερα δε ότι τα γαμήμενα καθίκια αυτά δε θα με πληρωναν αυτά που δικαιούμουν δε θα καθόμουν ούτε μια ώρα

μη ξαναπιάσουμε λοιπόν το θέμα της βίας ΓΕΝΙΚΑ

σε τέτοια θέματα όπως το παραπάνω το λίγοτερο που μπορείς να κάνεις είναι ένα καλό μπερντάκι σε τέτοια αφεντικά, να χάσεις σίγουρα δεν έχεις τίποτα αφού δε σε πληρώνουν
αυτοί έχουν να χάσουν κ αν το ψιλιαστούνε σύντομα δε θα χάσουνε κ πολλά

Ανώνυμος είπε...

Κ για να το ξεκαθαρίσουμε κ πάλι
σου είπα κ στον Ντιούσντ τη γνώμη μου γι αυτό

είναι ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ μαλακισμένο κ γελοίο που πλακώσανε τα "μογγολάκια' όπως λεέι στην ιστορία

όπως επίσης κ για την κοπέλα που λες, που κάνενας ΟΜΩΣ δεν πλάκωσε

The Motorcycle boy είπε...

Καλά μην τα μπερδεύουμε όλα. Είναι διαφορετικό πράγμα τα αφεντικά και διαφορετικό οι υπάλληλοι των αφεντικών.

Απλά όπως σου έγραψα και παραπάνω στο ερώτημα "πλακώνω αυτούς που με παίρνει γι΄αυτά που εκπροσωπούν ή πλακώνομαι με δυνατότερους από μένα και σπάω τα μούτρα μου" εγώ δεν έχω απάντηση.

Ανώνυμος είπε...

Δεν ξέρω αν ε΄χιε να κάνει με θέμα δύναμης. Αλλά ποτέ δε θα εκανα κατι τέτοιο κ δει σε συναυλία ακόμα κ αν ήταν τα παιδια των μπάτσων!

κ ναι μην τα μπερδευουμε δεν είναι ούτε χαζοι ούτε απανθρωποι αυτοι που λες!!!!

όσο για διατυπώσεις δεν ξέρω π.χ. για τον Βαγγελακα που έλεγες τις προάλλες κ γω δεν κάνω παρέα συμφωνα με τις πολιτικές πεποιθήσεις του άλλου, κάνω παρέα DESPITE των πολιτικών πεποιθήσεων τους, απλά πολλές φορές μπορεί να έχω καυγάδες όταν ακούω ακραία πραγμ.

αλλά όσο "ησυχος" κ αν είναι ένας τυπος με "ωραίο" κ εκλεπτυσμένο λόγο όπως π.χ. ο γεωργιάδης είναι επικυνδηνος ακρίβώς γι αυτό το λόγο! γιατί κάποιοι άνθρωποι θα κολλήσουν σαν κ σενα κ θα πόυν "κοιτά τι ωραία που μιλάει, τι γλυκός κ σωστός άνθρωπος" όχι σαν το τέρας τον Ανεβλαβή που βρίζει
μια βλαμμένη που δουλευαμε μαζί δεν μπορείς να φανταστεις τι απόψεις είχε υιοθετήσει από τις μαλακίες που άκουγε από την τηλεοραση!!!!
σε τι απίστευτο φασιστάκι είχε μεταλλαχθεί! κ πρόσεξε Ν.Δ. απόφασισε να ψηφίσει τότε αλλά είμαι σιγουρη ότι σ αυτές τις εκλογες κανα Λάος θα ψηφισε.

μην τρελαθούμε όσο μορφωμένος ή δεν ξέρω τι, κ να είναι 1 ανθρ. βλέπεις τι γίνεται! Λόγώ του ωραίου λόγου ψηφίζουν κ οι πιο μορφωμένοι μαλακε΄ς αυτούς που βρισκονται στη βουλή

μα καθόλου κριτική σκέψη! κ μετά σου λένε για μορφωση!

Υ.Γ. είναι πραγματικότητα αυτό που λες στην ιστορία με τα παιδιά με ειδικές ανάγκες; πες μου

The Motorcycle boy είπε...

Ναι, αυτό με τα παιδιά (μιλάμε για άτομα ανάμεσα στα 18 και τα 28, απ΄ότι θυμάμαι) με τις ειδικές ανάγκες είναι αλήθεια -όσοι ήταν εκείνη τη μέρα στη συναυλία θα το θυμούνται. Αλλά ήταν και τεράστια μαλακία του Δήμου Αθηναίων να βάλει αυτά τα παιδιά περιφρούρηση στη συναυλία! Που ζούσαν οι άνθρωποι; Τι περίμεναν δηλαδή; Οτι θα ερχόταν ο Ρότεν στην Αθήνα και δεν θα γινόταν της πουτάνας; Απλά υποθέτω οτι ο Έβερτ και η παρέα του έβαλαν αυτά τα παιδιά ηθελημένα -για να φάνε ξύλο και μετά να εκμεταλλευτεί η παράταξη του το γεγονός. Άλλωστε ο Έβερτ ήταν μανούλα στις προβοκάτσιες από την εποχή των Κενταύρων.

Ο Γεωργιάδης δεν λέει τίποτα "γλυκό και σωστό" αντιθέτως είναι αρχικήρυκας του μίσους και κάργα υποκριτής, αν τον άκουσες τώρα τελευταία που μιλάει για το ριάλιτυ της γυναίκας του καταλαβαίνεις τι εννοώ. Και η κριτική ικανότητα δεν είναι μόνο θέμα μόρφωσης -είναι θέμα αυτοσεβασμού.
Αν λοιπόν κάποιος πλάκωνε τον Γεωργιάδη δεν θα με ένοιαζε καθόλου. Αλλά κανένας δεν το κάνει -εκεί είναι το θέμα.

Αυτό που σου έλεγα σχετικά με τον Βαγγέλακα είναι οτι τον συμπαθώ σε προσωπικό επίπεδο αλλά διαφωνώ με τις ιδέες του τις οποίες καθόλου δεν έχω σε υπόληψη. Δεν μπορεί η βλαμμένη της δουλειάς σου να πει το ίδιο για τον Γεωργιάδη επειδή, απλά, δεν έχει προσωπική επαφή μαζί του. Εκεί είναι η διαφορά.

Ανώνυμος είπε...

Σαφώς κ ή ταν τεράστια μαλακία να βάλουνε αυτά τα άτομα. Αλλά δε μπορώ να πιστέψω ότι τα πλακώσανε στο ξύλο.

Ο γεωργιάσης κ η παραταξή του τώρα τελευταία έχουν υιοθετησει πολύ συγκεκριμένο στιλ, τις απόψεις αυτές που λες δεν τις λένε, πιάνουνε το λαϊκο σφυγμό μέχρι κ (δε θυμάμαι που) για τους μεταναστες αν δεις τι λέγανε. Όλα τα σερβίρουνε με πολύ ωραίο τρόπο κ διατύπωση. Κ για 17 Νοέμ. αν θυμαμαι κάλα περυσι, ο μαλάκας ο καρατζαφέρης μιλούσε κ έλγε να τιμησουμε αυτή τη γιορτή που ήταν ενάντια στη δικτατόρία κ δε θυμαμαι τί. Ρε είναι κουτοπόνηρα καθίκια, γιατί στα λόγια βρίσκουνε ένα τρόπο να δείξουνε ότι κ καλα είναι δημοκράτες κ αυαίσθητοι κ δεν ξέρω τι άλλες μαλακίες

δεν ξέρω τι φταίει κ αν είναι θέμα μορφωσης, παλιοτερα ας πούμε ό,τι κ να μου έκανε κάποιος δεν μου ερχοντανε με τίποτα να τον εκδικηθώ αυτό κ άλλα πολλά έχουν αλλάξει, μερικές φορές τώρα ας πουμε νιώθω λες κ θέλω να πλακωθώ με όλους... τι να σου πω, δεν ξέρω.

Όσο για τον Έβερτ που λες δε θυμάμαι πράγματα, αλλά πολύ λαϊκα θα σου πω ότι με τίποτα δε γούσταρα τη φάτσα του όταν τον έβλεπα, μου φαινόντανε απίστευτο καθήκι

η βλαμμένη της δουλειάς μου όμως όπως κ ο Βαγγέλακας επίσης δεν γνωρίζονται σε προσωπικό επιπεδο με όλο τον κόσμο. Αυτή λοιπόν σε συγκεκριμ. συζητησή όταν μιλούσαμε για κάποιους κ τις έλεγα διαφορά, η απάντηση της ήταν με πολύ συγκεκριμένο ύφος, (η φάτσα της κ μόνο χωρίς να μιλάει είχε γίνει αηδιαστική) "...δε πα να ψοφίσουν... να πάνε στη χώρα τους!"
κ άλλα πολλά!

τωρα την ιδια ακριβώς αποψη μπορεί να έχουν κ άλλα αρχιδια σαν κ αυτή, το ότι θα το διατυπώσουν διαφορετικά, εμενα δε μου λεει τίποτα, η διαφορά ας πούμε (ειδικά παλιότερα σε μένα τουλαχιστον) είναι ότι ό,τι κ να μου έλεγε κάποιος, όσο ευγενής κ αν ήταν η μου χαμογελούσε ή μου έδινε το χερι του παρόλα αυτά μπορεί να με "έσπρωχνε" ή αύρα του...
κ άλλους που μπορεί ένα γεια να είχες πει κ να σε τραβούσε η "αυρα" τους, σορρυ δεν μπορώ να το εξηγήσω καλύτερα, ό,τι καταλαβες κατάλαβες...

Ανώνυμος είπε...

Ένα άλλο παραδειγμα (γιατί φίλος με κορόιδευε παλιά γι αυτή την άποψη)...

τα μώρα φίλε μου ούτε λόγια γνωρίζουν, ούτε γλώσσες κ πολιτικές

κάποιο μωράκι δε σταματούσε το κλάμμα με τίποτα, η μάνα του όσο κ αν το είχε αγκαλιά όσο κ αν ψαχνόντανε να δεί τι φταίει, δεν καταλαβαίνε ότι έφταιγε ή ίδια! κ ή ένταση κ ή κακή διάθεση που είχε μέσα της. Στο μωρό μιλούσε γλυκά κ ήρεμα κ το είχε αγκαλιά όμως δεν γινόντανε τίποτα! το συγκεκριμένο παιδάκι όποτε το έπερνα αγκαλιά όχι απλά σταματούσε αλλά μετά από λίγο κοιμόντανε σαν αγγελούδι

τα μωρά λοιπον που δε γνωρίζουνε από γλωσσα κ διατυπώση, απλά νιώθουνε! ακόμα κ αν τους πεις τα πιο γλυκά λόγια κ φορέσεις κ ένα ψευτικό χαμογελο ή τα χαίδεψεις, δε λεει τίποτα...

The Motorcycle boy είπε...

Ρε παιδί μου, το παράδειγμα του Βαγγέλακα στο έγραψα από την αρχή για να σου εξηγήσω οτι μπορεί να θεωρώ κάποιες απόψεις ΑΙΣΧΡΕΣ, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται απαραίτητα οτι θεωρώ αισχρά και τα άτομα που τις εκφράζουν. Διαχωρίζω άποψη από άτομο και κρίνω αυτόνομα. Αυτό ήθελα να πω.

Τα του Έβερτ δεν τα θυμάσαι γιατί είσαι μικρή κι εγώ ακουσμένα τα έχω από τους παλιότερους, δεν τα πρόλαβα (Κένταυρους και τέτοια).

Τι να μας πούνε μωρέ οι Γεωργιάδηδες, οι φασίστες όσο και να φτιασιδώνονται φασίστες παραμένουν. Αυτοί δεν βγήκαν στη βουλή και είπαν οτι δε συμφωνούν να περιλαμβάνονται στο σύμφωνο συμβίωσης οι ομοφυλόφιλοι γιατί αν είναι έτσι να περιληφθεί στο σύμφωνο και η συμβίωση ανθρώπου-κατσίκας ας πούμε! Δηλαδή η σχέση δυο ανθρώπων, αν είναι διαφορετικού φύλου είναι συνειδητοποιημένη και ορθή, αλλά αν είναι μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου είναι παράλογη και ασυνείδητη σαν τη σχέση ανθρώπου-κατσίκας! Και δεν τους βάζουν φυλακή αυτούς τους ανθρώπους για περιύβριση της ανθρώπινης υπόστασης, δεν τους πλακώνουν στα γιαούρτια! Αν κάποιος θεωρεί τέτοιες απόψεις λογικές, έχει πρόβλημα ψυχιατρικής φύσης -τι να πω;

Ανώνυμος είπε...

"Τι να μας πούνε μωρέ οι Γεωργιάδηδες, οι φασίστες όσο και να φτιασιδώνονται φασίστες παραμένουν."

ναι όμως υπάρχει κόσμος που παραπλανάτε λόγω αυτόυ φκιασιδώματος!!!

η τυπισσα που σου έλεγα ήταν αναποφάσιστη (εγώ δεν ψηφιζα) κ στη δουλεια την άκουγα τι μαλακίες έλεγε με την άλλη την Ισμήνη, τα λόγια έβρισκε ωραία! κ τα φκαισιδώματα

ρε συ εγώ στις εκλογές έπεσα από τα συννεφα που είδα να έχει ανέβει τοσο το συγκεκριμένο κομμα. Τι μου λες τι να μας πει. Αφού απ αυτά τα φκιασιδώματα μασάει ο κόσμος.

"Αν κάποιος θεωρεί τέτοιες απόψεις λογικές, έχει πρόβλημα ψυχιατρικής φύσης -τι να πω;"

:) ελπίζω μόνο να μιλάτε συχνα με τον Βαγγέλακα...

Ανώνυμος είπε...

Πάντως (κ δυστηχώς) κ το ΚΚΕ δε συμφωνεί με το συμφωνο συμβείωσης...
δεν ξέρω, μου έπεσε κάπως αυτό, όσο κ αν μάλωνα με αριστέρους, με φιλούς που δεν ήταν αριστεροί πάντα έλεγα για τον κομμουνισμό

δεν ξέρω αλλά δεν το περίμενα από το ΚΚΕ, αλλά τώρα πια δεν μου κάνει εντυπωση ό,τι κ ν ακούσω από οποιοδήποτε κόμμα

The Motorcycle boy είπε...

Μιλάμε ναι -μια χαρά δείχνει, χαχαχα.

Απλά υπάρχει το εξής ζήτημα, στους ας τους πούμε "συνειδητοποιημένους" οπαδούς τέτοιων κομμάτων. Έχουν φάει πολύ αγγούρι εκεί έξω και νομίζουν οτι το φως το αληθινό κρύβεται πίσω από τις ευθύνες των άλλων.

Οι υπόλοιποι που ψηφίζουν έτσι στο ξεκούδουνο το ΛΑΟΣ έχουν επιχερήματα ανάξια λόγου (συγνώμη κιόλας που τα γράφω έτσι, αλλά βαριέμαι να κουβεντιάζω κάτι απόψεις του στυλ 'ο Καρατζαφέρης τα λέει χύμα και δεν φοβάται κανέναν').

The Motorcycle boy είπε...

Περί ΚΚΕ και συμφώνου συμβίωσης πολύ το χάρηκα -ειλικρινά μιλάω! Έτσι για να φαίνονται οι βασικές γραμμές πάνω στις οποίες βασίζουν τις πολιτικές τους πρακτικές.
Μόνο να βγάλουν το "Κομμουνιστικό" από την ονομασία του κόμματός τους, για να μη μαγαρίζουν τη συγκεκριμένη ιδέα. Ας βάλουν "Παλαιολιθικό" ή "Σταλινικό" ή "Αρτηριοσκληρωτικό" -το ίδιο μου κάνει.

Ανώνυμος είπε...

Ναι ρε συ κ γω έτσι έλεγα κ μάλωνα με πολλους, όταν έφαγα μεγάλη απόγοητευση (όχι ότι ήμουν ποτέ σε κάποιο κόμμα)αλλά είχα γνωρίσει πανεμορφους ανθρώπους που στην πορεία κ τελειώς τυχαία εμαθα μετά οτι ήταν ΚΚΕ π.χ. ένας καταπληκτικός καθηγητής (δεν το ήξερα) που είχε 1 εργαστήρι ζωγραφ. κ παρόλο που αυτός ήταν 40 κάτι κ γω 17 κ αλλοι μέχρι 20 το πολύ, ΤΟΝ ΖΗΛΕΥΑΜΕ, τη ζωή του κ τι στάση του ως ΑΝΘΡΩΠΟΣ παρόλο που δεν μας είχε πει τίποτα για ΚΚΕ κλπ
κ άλλους που γνώρισα στην πορεία

παρόλο που παλιοι φίλοι μου λέγανε (άντε μωρε που δικαιολογούν τον Στάλιν κ τέτοια, κ μάλωνα μαζί τους κ έκανα κ κύρηγμα)
πλέον δεν ξέρω, αλλά ειλικρινα δεν το περίμενα ρε συ αυτό από το ΚΚΕ, δεν ξέρω με έχουν κουφάνει κ.α. κατα καιρούς από αυτούς, δεν ψηφίζω κ κατά καιρούς τους βρίζω, αλλά δεν ξέρω μου πέφτουνε κάπως κάποια πράγματα από αυτούς

The Motorcycle boy είπε...

Κατά την ταπεινή μου γνώμη δεν θα πρέπει να μπερδεύεις το κόμμα ΚΚΕ με τους υποστηρικτές του. Οι δεύτεροι μπορεί να είναι τα πάντα, το Κόμμα όμως είναι αισχρά σκοταδιστικό, αντιδραστικό και στηρίζει κάθετα το κατεστημένο. Κι επειδή πουλάει φούμαρα επανάσταση μπορεί να σε μπερδέψει κάποιες φορές, αλλά καμιά σχέση. Για το Κόμμα μιλάμε πάντα.

Ανώνυμος είπε...

Δεν ξέρω τι να πω.
Γι αυτό από τότε που άρχισα να δίνω σημασία στην πολιτική γουσταρα τους αναρχικούς

γιατί κ από ανθρώπους υποστηρικτές του ΚΚΕ ή οποιουδήποτε άλλου κομμάτος πολλές μαλακίες άκουγα, κ έβλεπα στην ζωη μου

Madame de la Luna είπε...

Ελπίζω να ξεκολλήσει απ' τη φρίκη του ο δικός σου, στα επόμενα επεισόδια, αλλά εντάξει μωρέ, συμβαίνουν κι αυτά.

Βλέπεις τον πάτο σε απόσταση αναπνοής και μοιραία νομίζω, ανεβαίνεις. Σχεδόν μονόδρομος για τους ζωντανούς...

The Motorcycle boy είπε...

Πως ξεκολλάς από κάτι σύμφυτο με την ύπαρξή σου; Καλή ερώτηση -μηδέν απάντηση.

Δημοσίευση σχολίου

Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Tomboy | Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες και οι άλλοι