Παρασκευή, Νοεμβρίου 28, 2008

20. «Και δεν θα ξεχάσω ν’ αφήσω τριαντάφυλλα στον τάφο σου»

Προηγούμενα:
1ο μέρος: Στο ξέφωτο βαδίζοντας προς την κλειστή πόρτα

2ο μέρος: "Ποτέ ξανά" έγραφε η πόρτα που δεν ήταν εκεί
13. Οι αποφάσεις που μας πήραν
14. Δωμάτιο μονοθέσιο
15. "96 δάκρυα σε 96 μάτια"
16. Ότι πας να κρατήσεις (γλιστράει μακριά)
17. Ναυαγοί σε παγωμένα κρεβάτια
18. Με τον διάβολο κρυμμένο στο τζάκετ
19. Σκούρο μπλε σχεδόν μαύρο

Ένα βουβό γυναικείο κλάμα πάνω απ΄το κεφάλι μου, για μια στιγμή νομίζω ότι παρακολουθώ την κηδεία μου από προνομιακή θέση αλλά μετά διακρίνω ότι αυτή που κλαίει είναι η μάνα μου και ηρεμώ κάπως. Αν ήμουνα πεθαμένος δεν θα το αντιμετώπιζε τόσο ψύχραιμα.

Κρατάω μισόκλειστα τα μάτια, να κόψω κίνηση πριν πάρουν χαμπάρι ότι συνήλθα. Τριγύρω μου μπεζ αχούρι, ξεφτισμένοι τοίχοι, οροί κρεμασμένοι σε σκουριασμένες βάσεις –δημόσιο νοσοκομείο, στα σίγουρα. Η μάνα μου κλαίει, παραδίπλα θα είναι σίγουρα ο γέρος μου –αλλά υπάρχουν κι άλλοι εδώ μέσα. Ποιοι είναι αυτοί οι πούστηδες; Ξεφορτώθηκα όλα τα σκατολοϊδια; Κάνω να ψαχτώ αλλά δεν παίζει τέτοια πιθανότητα –το σώμα μου κοντράρει φασκιωμένο. Μετά θυμάμαι. Ησυχάζω –όλα καλά θα πάνε.

Και τότε καταλαβαίνω οτι δεν μπορώ να σταθώ σε μια μεριά –πολύς πόνος, απροσδιόριστος. Κάτσε να το δούμε αυτό, κουνάω τα δάχτυλά μου, χέρια, πόδια –εντάξει. Ενδιάμεσα είναι το πρόβλημα, σα να τσιμέντωσε κάποιος τον κορμό του σώματός μου χώνοντας βελόνες πλεξίματος ενδιάμεσα για να δέσει το γκρο μπετό.
«Λίγο νερό γαμώ τη ζωή μου!» μουγκρίζω -για δυο λόγους. Πρώτον για να βεβαιωθώ οτι μπορώ ακόμα να μιλάω και δεύτερον για να μη μου σπάσουν τ’ αρχίδια με τις ανησυχίες τους. Πάνω που σκέφτομαι «αρχίδια» τρώω ένα ξεγυρισμένο μαχαίρωμα από εκεί κάτω, θυμάμαι τώρα τι ακριβώς έγινε. «Αρχίδια πατέρα»-«στον κώλο σου γιε μου», η κατάσταση.
«Είσαι καλά παιδί μου; Είσαι καλά;» ρίχνει μια καλομελετημένη κορώνα η μάνα μου.
«Καλά είμαι ρε μάνα –μην τσιρίζεις, να χαρείς!» απελπίζομαι προσωρινά.
Νιώθω το δωμάτιο ν΄ανακατεύεται άστατα –κίνηση, πλησιάσματα. Γυρίζω το κεφάλι, είχα δίκιο να ψυλλιάζομαι.
Ο πρώτος μπάτσος σκύβει πάνω μου, πατρικά. Ο δεύτερος παίζει νευρικά ένα πλαστικό ποτήρι.
«Πως νιώθεις παιδί μου;» ρωτάει.
«Ξέρω ΄γω;» παίζω τα μάτια. «Υπήρξα και καλύτερα».
Χαμογελάει αλλά η σκατόφατσά του δε γλυκαίνει. Κοιτάζω πίσω τους, ο πατέρας μου έχει γίνει ένα με την ξεσκισμένη πολυθρόνα του δωματίου. Θα καθαρίσουμε εύκολα, προσπαθώ να με καθησυχάσω.
«Μπορείς να μας μιλήσεις; Είσαι σε θέση;» ρωτάει ο μπάτσος.
«Κάνε παιχνίδι», βήχω ανέμελα.
«Αυτούς που σε χτύπησαν...»
«Ναι;»
«Τους ξέρεις;»
«Όχι. Κάτι ξεφτίλες κουρεμένοι με την ψιλή και πράσινα πλαστικά μπουφάν. Τρεις νομίζω ήταν», λέω.
Ο δεύτερος μπάτσος σημειώνει αμίλητος στο σημειωματάριο που εμφάνισε από το πουθενά.
«Τρεις, μάλιστα. Και πως ήταν;» χαμογελάει ο πρώτος μπάτσος.
«Τι ‘πως ήταν’; Μόλις τώρα δε σου είπα; Κουρεμένοι με την ψιλή, πράσινα μπουφάν –και αρβύλες με καρφιά, όπως βλέπεις...» κάνω νόημα με το πηγούνι τονίζοντας την κατάστασή μου.
«Τίποτα άλλο;»
«Ρε μάνα φέρε εκείνο το νερό γιατί θα αγορεύσω μου φαίνεται», μουγκρίζω πριν ξεσκιστώ στο βήχα.
Εκείνη πιάνει μια χαρτοπετσέτα και μου βρέχει τα χείλη.
«Δεν κάνει να πιεις νερό ακόμα –έτσι είπε ο γιατρός...»
Κοιτάζω το μπάτσο άγρια λες και φταίει αυτός για την κατάσταση. Και μήπως δε φταίει;
«Άκου κύριε -δεν ξέρω και πως να σε πω –αν έχεις περπατήσει ποτέ στο κέντρο θα ξέρεις ποιοι είναι αυτοί που κυκλοφορούν κουρεμένοι γουλί. Ποιοι είναι, τι πιστεύουν και τι κάνουν. Έχεις ακούσει τίποτα σχετικό;»
Χαμογελάει αμήχανα μάλλον.
«Έχεις ακούσει κι εσύ και ο συγγραφέας πίσω σου και όλοι σας. Αλλά χεστήκατε –τα λέω καλά; Τραμπούκοι πλακώνουν στο ξύλο κάποιους αληταράδες –όλα πρίμα κι εσείς καθόσαστε στην άκρη για να μετρήσετε τα πτώματα. Άσε που με τους τραμπούκους έχετε κάποια κατανόηση, καταλαβαινόσαστε ιδεολογικώς ρε παιδί μου!»
Εξακολουθεί να με κοιτάζει χαμογελαστός. Κλείνω τα μάτια επειδή τώρα ο μπάτσος παίρνει να θολώνει και να χύνεται από τα πλάγια –τι μαλακίες είναι αυτές;
Τον ακούω όμως να μιλάει με τον πατέρα μου.
«Ο γιος σας δεν θέλει να συνεργαστεί –αν αποφασίσει να βοηθήσει, εδώ είναι το τηλέφωνό μου. Πάρτε με να ξανάρθω».
Ανοίγω πάλι τα μάτια –όλα σταθεροποιούνται. Κι ο καργιόλης σκύβει πάνω μου.
«Όπως και να έχει, θα πρέπει να περάσεις από το τμήμα για να δώσεις κατάθεση. Σε τέτοιες περιπτώσεις η δίωξη ασκείται αυτεπάγγελτα», μουρμουρίζει κακόκεφα.
«Ναι εντάξει. Θα βοηθήσω όσο μπορώ για να τους συλλάβετε», χαμογελάω αλλά το κόβω απότομα. Γαμώ την πουτάνα τους μέσα, μου έχουν σπάσει κι ένα πλαϊνό δόντι!

Ξυπνάω λουσμένος στον ιδρώτα, πονάω –κάποιος έχει στρώσει πινέζες στο κρεβάτι κι εγώ κυλιέμαι πάνω τους, έτσι μου φαίνεται. Το δωμάτιο είναι μισοσκότεινο και βρωμάει, δεξιά μου κάποιος ροχαλίζει, αριστερά ακούω βογκητά. Πρέπει να την κάνω από δω μέσα και γρήγορα μάλιστα. Αλλιώς θα με κόψει κομμάτια ο Δόκτορας Κάλγκαρι και θα με ταΐσει στον Νοσφεράτου –έχω φρικάρει σου λέω! Κλείνω πάλι τα μάτια να δω τη συνέχεια της ταινίας.

Τώρα ο ήλιος κάνει διάφανα τα βλέφαρά μου, βρωμίζει τα σεντόνια με ιδρώτα –τώρα ο ήλιος πρέπει να εξαφανιστεί. Ή εγώ ή αυτός –καταλαβαίνεις;
«Πως είσαι έτσι μωρή Λουκρητία; Σα νεογέννητο σε φασκιώσανε!»
Ανοίγω τα μάτια, ο Τάκης αγκαζέ με τον Πέτρο και μια σακούλα.
«Την έχω δει ‘επιστροφή στη μήτρα’ κι έτσι», απαντάω ξεραμένα.
Κάθονται πέριξ.
«Τι έπαθες ρε μαλάκα;»
«Μου την πέσανε κάτι σκίνια. Ρίξανε μπόλικες, άρπαξαν και τις αρβύλες μου…»
«Τις Ντοκ;»
«Αυτές».
«Βρε τα μουνιά!»
Συμφωνώ.
«Και τώρα τι κάνεις εδώ μέσα;»
«Ξέρω γω; Ριστορέισον, έχουν κατεβάσει κινητήρα και αλλάζουν τσιμούχες. Είπανε ότι θα με κιτάρουν να αποδίδω καλύτερα στις χαμηλές –κάπως έτσι.»
Κοιταζόμαστε αμίλητοι. Περιμένουν.
«Από πάνω προς τα κάτω, έχω ένα σπασμένο δόντι, δυο σπασμένα πλαϊνά πλευρά, κάτι θλάσεις και τ΄αρχίδια μου έχουνε γίνει τούμπανο. Μέχρι χτες με ψάχνανε για τίποτα εσωτερική αιμορραγία, αλλά βαρεθήκανε και το παράτησαν. Αυτά τα ολίγα».
«Πότε βγαίνεις;»
«Σε μια βδομάδα, είπαν…»
Ο Τάκης πλησιάζει κοντά μου.
«Και τι δουλειά έχει η Άλεξ με όλα αυτά;» ψιθυρίζει.
«Ξέρω ‘γω; Καμιά δουλειά –αν το πιστεύεις βέβαια», λέω.
«Δεν το πιστεύω βέβαια», χαμογελάει.
«Καλά κάνεις», επικροτώ.
«Τελικά δεν μας είπες τι βρήκες στη Μπισκίνη».
Γελάω αδύναμα.
«Τι να βρω ρε κορόιδο; Με τσάκισε η κατάρα του Μπισκίνη –δε βλέπεις;»
Κουνάει το κεφάλι.
«Τελικά όλο αυτό το τρέξιμο για να εντοπίσουμε την Άλεξ, έγινε για το τίποτα;» μονολογεί ο Πέτρος.
«Όχι ρε φίλε –όχι για το τίποτα. Ανοίξαμε το κουτί με τα πυροτεχνήματα, μόνο που τα πρώτα έσκασαν στα μούτρα μου, όπως φαίνεται».
«Μήπως να την ξεχνάγαμε την όλη ιστορία; Σκατά σου πάνε όλα από τότε που την γνώρισες», σκέφτεται φωναχτά ο Τάκης.
«Σκατά θα πηγαίνανε έτσι κι αλλιώς…» μουρμουρίζω.
«Εσύ ξέρεις…»
«Ναι, εγώ ξέρω! Τέλος πάντων –εσύ τι γίνεσαι με την Ηρώ;»
«Μέγκλα! Μαλάκα, η γκόμενα με έχει στείλει, είναι θεά στο κρεβάτι…»
«Ναι, αλλά σηκώνεστε κάποτε και γάμησέ τα!» παρατηρεί ο Πέτρος.
«Ρε κοίτα τα χάλια σου!» γελάει ο Τάκης.
«Με τον πρώην της τι γίνεται;» ρωτάω.
«Όλα καλά –έχουμε πιει μέχρι και καφέ παρέα. Καλό παιδί, ήσυχο!» απαντάει ο Τάκης.
«Τόσο μαλάκας δηλαδή;» ξαναρωτάω.
«Και βάλε!» ξεκαρδίζεται. «Έχω βαρεθεί ρε φίλε –κουράστηκα», μουρμουρίζει μετά. «Τίποτα δεν αξίζει, τίποτα δεν είναι όπως θα θέλαμε –γαμήθηκα να μπω στο Πολυτεχνείο κι αναρωτιέμαι το γιατί. Ποιος ο λόγος; Δουλειά δε θα βρω, τα μαθήματα για τον πούτσο, οι καθηγητές σκέτοι κόπανοι. Τίποτα ρε φιλαράκο, τίποτα από το τίποτα μας κάνει πάλι τίποτα. Ψάχνω ένα κορίτσι να ερωτευτώ και κάνω τα στραβά μάτια. Κανονικά μιλάμε! Αλληθωρίζω για να μη δω τη μαλακία που κουβαλάνε στο κεφάλι τους –εντάξει, δε λέω… Κι εγώ μαλάκας με πατέντα, αλλά χάθηκε να βρω μια μαλακισμένη στο δικό μου μήκος κύματος; Υπήρχε εκείνη η καταπληκτική Έλλη, σου έχω μιλήσει; Δεν μπορεί –κάτι θα σου έχω πει!»
Κουνάω το κεφάλι για να συνεχίσει.
«Μεγάλος έρωτας –εποχή Λυκείου. Μάσαγα σίδερα, έφτυνα καρφίτσες! Αλλά δεν της είπα τίποτα –περίμενα. Τελειώνουμε το Λύκειο, περνάει ΤΕΙ Πάτρας. Στους τρεις μήνες μας καλεί να κατέβουμε –φιλοξενούμενοι κι έτσι για το καρναβάλι. Να η ευκαιρία! Μιλάω σωστά;»
«Ολόσωστα», μουρμουρίζω.
«Έτσι ολόσωστα πήρε τα παπάρια μου», σχολιάζει ο Πέτρος από δίπλα.
«Πάμε, πίνουμε τα πάντα, χορεύουμε, γλεντάμε. Επιστρέφουμε σπίτι –τρεις εμείς, Πέτρος, Αλέξης, εγώ –δυο οι γκόμενες, Έλλη και συγκάτοικος. Σκέφτομαι τότε ότι είναι ξεφτίλα να της την πέσω όσο είναι λιώμα. Το αφήνω λοιπόν για το πρωί –σωστός;»
«Ολόσωστος!» ξεκαρδίζεται ο Πέτρος.
«Το πρωί περνάω απ’ το δωμάτιό της και τη βλέπω αγκαλιά με τον Αλέξη!» ανοίγει τα μάτια πιατελένια ο Τάκης.
«Χοντρό πούλημα από πάρτη του», διαπιστώνω.
«Πολύ που το κατάλαβε!» σχολιάζει ο Πέτρος. «Δεν ήξερα ότι την είχε καψουρευτεί ο Τάκης, αν ήξερα θα έκανα στην άκρη –τέτοιες πίπες μας ξεφούρνισε».
«Το γεγονός είναι ότι ο Αλέξης τελικά δεν γούσταρε την Έλλη. Απλά βαριόταν να κοιμηθεί μόνος του, οπότε της την έπεσε και την πήδηξε! Σωστός;» ψιθυρίζει ο Τάκης.
«Λάθος και σκάρτος –αλλά το αποτέλεσμα μετράει», ολοκληρώνει ο Πέτρος.
«Γι΄αυτό τώρα έχω βρει κάποιο διαστημικό πήδημα με την Ηρώ και μένω εδώ αδερφέ μου. Έρωτες, μαλακίες, ρομάντσα… Άμα σου πάρει πίπα η Ηρώ τα ξεχνάς όλα με τη μία…»
«Αλλά όταν χύσεις τα ξαναθυμάσαι», παρατηρώ.
«Όταν χύσεις αρχίζεις τα γλυφό για να πάτε δεύτερο γύρο», γελάει ο Τάκης. «Κι άμα παίρνεις μάτι τις βυζάρες της Ηρώς στο υπογράφω δεν έχεις χρόνο για αναμνήσεις».
Αλλάζω πλευρό κάπως κουρασμένος.
«Γι΄αυτό λοιπόν κι εμείς θα την κάνουμε. Θα βρούμε κάποια επιδότηση καλλιέργειας και θα εξαφανιστούμε στην ύπαιθρο. Δουλειά όλη τη μέρα και το βράδυ ανάλυση!» πιάνει ο Πέτρος την κουβέντα από εκεί που είχε ξεκινήσει.
«Και ποιες θα πηδάτε ρε όρνια; Ξέρετε τι ανομβρία υπάρχει στα χωριά;» γελάω ασθενικά.
«Τουρίστριες! Θα πηδάμε τουρίστριες!» κάνουν με μια φωνή.
«Τι μου λέτε! Στη Μύκονο ή στην Ίο θα γίνετε αγρότες;»
«Όχι ηλίθιε. Απλά θα κάνουμε προγράμματα αγροτουρισμού. Θα δεχόμαστε κόσμο στο χτήμα μας να ασχοληθεί με τις καλλιέργειες…»
«Μάλιστα. Και θα σας πληρώνουν γι΄αυτό υποθέτω!»
«Σαφώς!»
«Δηλαδή θα φέρνετε κόσμο να δουλεύει στο χωράφι για πάρτη σας, θα σας πληρώνει και θα τους ρίχνετε κι έναν πούτσο πριν φύγουν!»
«Ακριβώς!»
Πνίγομαι από τα γέλια –άλλο ένα τέτοιο και θα διαλυθούν τα πλευρά μου.
«Εντάξει ρε μάγκες», λέω στο τέλος. «Όταν το στήσετε μην ξεχάσετε να με καλέσετε για μεζέ!»
«Αν έχεις να πληρώσεις…» μουρμουρίζει σκεπτικά ο Πέτρος.
Δεν παίζονται με τίποτα τα άτομα.

Ένα διστακτικό χέρι διακόπτει τον λήθαργό μου. Πετάγομαι. Που είμαι; Που διάβολο είμαι; Ανοίγω τα μάτια –ο ορίζοντας μπλοκαρισμένος από φωσφοριζέ κοκόρια. Τι σκατά; Πέθανα και βρέθηκα κατά λάθος στον παράδεισο των Μοϊκανών;
«Φιλαράκο…»
Το παιδί έχει ψιλή φωνή και χοντρή αμηχανία. Χαμογελάω μέχρι να βγάλω άκρη.
«Τι είσαστε εσείς;» μουρμουρίζω σλόου μόσιον.
«Δεν μας θυμάσαι; Εμείς σε βρήκαμε…» αρχίζει ο ένας.
«Και σε φέραμε στο νοσοκομείο», συμπληρώνει ο άλλος.
«Είσαι καλά τώρα;»
«Θες κάτι;»
Τρίβω τα μάτια μου.
«Σιγά ρε παιδιά, μη μιλάτε πινγκ πονγκ, ζαλίστηκα!»
Σωπαίνουν. Ανακάθομαι. (Πονάω).
«Ευχαριστώ πολύ πάντως. Αν δε με βρίσκατε θα ψόφαγα εκεί πέρα –έτσι μου φαίνεται».
«Χεστήκαμε πάνω μας! Σα ζόμπι ήσουνα!»
«Ναι, το ξεκίνησα να πάω σε κάποιο πάρτυ μεταμφιεσμένων, αλλά έχασα το δρόμο…» γελάω.
«Ποιοι το κάνανε αδερφέ;»
«Κάτι σκίνια –ως συνήθως».
«Ήσουνα ξυπόλητος».
«Καθότι τα σκίνια κάνανε και πλιάτσικο».
«Γαμημένοι σκινς!»
«Ξεκοίλιασμα θέλουν!»
Χαμογελάω.
«Χαλαρώστε ρε!»
«Μα το‘χουν ξεφτιλίσει! Βαράνε όπου βρουν! Και κλέβουν –σταυροκούμπωτα, αρβύλες, τα πάντα!»
«Να μαζευτούμε να τους ξεσκίσουμε!»
Κουνάω το κεφάλι.
«Πώς να μαζευτείτε ρε παιδιά; Εδώ πέρα, αν δε μας κυνηγάνε οι μπάτσοι κυνηγιόμαστε μεταξύ μας…»
Με κοιτάζουν.
«Από την πλατεία δεν είσαι;»
Κουνάω το κεφάλι.
«Περνάω καμιά φορά από κει».
«Καλά σε θυμάμαι».
Εγώ πάλι όχι. Αλλά όλοι οι πάνκηδες μοιάζουν –γι΄αυτό.
«Έχουν αλλάξει τα πράγματα. Δεν περιμένουμε τίποτα από τους μαλλιάδες, κανονίζουμε μόνοι μας πλέον».
«Μόνοι σας;»
«Ναι».
«Και ποιοι είσαστε εσείς;»
«Ινδιάνοι των πόλεων».
Ξύνω τ’ ανακατεμένα μαλλιά μου.
«Έτσι ε;» κάνω τελικά.
«Ναι. Θα τους τσακίσουμε».
«Καλά θα τους κάνετε», ξαπλώνω πάλι πίσω.
«Να φύγουμε, αρκετά σε πρήξαμε».
Τους κοιτάζω, είναι μικρότεροι από μένα –τσαμπουκαλεμένοι, ανήσυχοι. Φοράνε παραμάνες και καρφιά, καρφιά παντού, πρέπει να έχουν μπόλικα χωμένα στον κώλο τους γι’ αυτό δεν μπορούν να καθίσουν ήσυχοι σε μια μεριά. Τους γουστάρω.
«Να προσέχετε εκεί έξω ρε μάγκες», ψιθυρίζω. «Οι άλλοι είναι οργανωμένοι κανονικά –στρατιωτική ιεραρχία κι έτσι».
«Στον πούτσο μας. Θα σκάσουμε στα μούτρα τους γιατί είμαστε εντελώς απασφαλισμένοι –νο φιούτσερ φιλαράκο!»
Κουνάω το κεφάλι.
«Σου βγάλανε τίποτα σίδερα οι σκινς;» ρωτάει ο ένας τους.
«Μπα δε χρειαζόταν –ήμουνα σκέτος σάκος του μποξ», αναπολώ.
«Εμάς πάντως δε θα μας φάνε τόσο εύκολα».
Με χτυπάνε στην πλάτη και φεύγουν αγριεμένοι, μακρυκάνικα παιδιά δρασκελίζουν τις εξελίξεις. Είναι κι αυτό μια λύση –έτσι νομίζω.

«Πονάς εδώ;»
Πονάω.
«Όχι», λέω.
«Εδώ πονάς;»
Γαμιέμαι στον πόνο.
«Ούτε», ξαναλέω.
Ο γιατρός κάνει πίσω, δήθεν σκέφτεται –κοιτάζει τους γέρους μου, ξέρω τι περιμένει. Ο πατέρας μου πλησιάζει και του χώνει ένα μάτσο στην πλαϊνή τσέπη. Τώρα όλα θα πάνε καλύτερα. Ο γιατρός ξανασκύβει πάνω μου.
«Σε δυο μέρες θα φύγεις, οι εξετάσεις σου είναι καθαρές. Φοβηθήκαμε για εσωτερική αιμορραγία, αλλά τελικά είσαι εντάξει. Και το πρήξιμο στα γεννητικά όργανα υποχωρεί –δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας».
«Πες μου και τα δυσάρεστα τώρα», κάνω εγώ.
«Εντάξει –τίποτα σοβαρό! Απλά έχεις σπάσει δυο πλευρά, αυτά θα σε ταλαιπωρήσουν μέχρι να ξανακολλήσουν. Αλλά θα σου γράψω παυσίπονα…»
«Θα έχω πρόβλημα στην κίνηση;»
«Όχι… όχι! Όχι τίποτα σοβαρό!»
Κουνάω το κεφάλι, καταλαβαίνω. Με σακάτεψαν οι πούστηδες. Θα μου πάρει καιρό να ισιώσω.

«Κάνε μου μια χάρη ρε μάνα».
Τραβάει την καρέκλα πιο κοντά.
«Πήγαινε μέχρι το σπίτι που νοικιάζω να μαζέψεις τα πράγματά μου. Έχω κάτι λεφτά στο τζάκετ, πάρτα να πληρώσεις τους λογαριασμούς και τα νοίκια…»
Φωτίζεται η φάτσα της –χαίρεται που ξαναγυρίζω σπίτι. Έτσι είναι οι γονείς. Πάντα ευχαριστιούνται όταν αποτυγχάνεις να πάρεις τη ζωή στα χέρια σου. Προτιμώ να το αγνοήσω για την ώρα. Κι εκείνη δεν κάνει κίνηση να ψάξει το τζάκετ μου –καλύτερα, επειδή δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχουν ακόμα τα λεφτά.
Έχει περάσει κι ο αδερφός μου να με δει, κάθεται στην άκρη του κρεβατιού, δε λέμε κουβέντα. Τι να πούμε; Ποτέ δεν είχαμε κάτι να πούμε. Μάλλον θα τον ξεβολέψω τώρα που γυρίζω πίσω.
«Να μην ανησυχείς. Να κοιτάξεις να γίνεις γρήγορα καλά», λέει σιγανά ο γέρος μου.
«Εντάξει ρε πατέρα –δεν ανησυχώ, όλα θα φτιάξουν».
«Και όταν σηκωθείς να περάσουμε από την αστυνομία».
«Μη βιάζεσαι μωρέ! Έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να τους βρουν, αλλά και να τους βρουν δεν θα τους κάνουν τίποτα. Μαζί δουλεύουν όλοι αυτοί».
«Δεν ανησυχώ γι΄αυτούς –για σένα ανησυχώ».
«Εγώ θα τα καταφέρω. Δεν πρόκειται να με ξαναπετύχουν μπόσικο».
Κουνάει το κεφάλι του προτιμάει να μη μιλήσει. Γενικώς, αποφεύγουμε τις κόντρες τώρα τελευταία.

Κι εγώ περπατάω πλέον σε στυλ ανεμότρατα, με το ζόρι κρατιέμαι να μη βάλω τις φωνές, πονάω σε κάθε βήμα -αλλά περπατάω. Κανονικά. Οι διάδρομοι του νοσοκομείου βρωμάνε απολυμαντικό όμως αυτό δεν φαίνεται να ενοχλεί ιδιαίτερα τα ποντίκια. Ούτε καν τις κατσαρίδες. Βαδίζω στη μέση των διαδρόμων μη φάω κανένα σοβά κατακέφαλα και πάω γι΄άλλα τώρα που φαίνεται να ξεμπερδεύω. Στο κυλικείο έχουν ξεθυμασμένες πορτοκαλάδες και καφέδες ανοιχτόχρωμους σαν κάτουρο φυματικού. Δεν αντέχω ούτε μισή μέρα ακόμα εδώ μέσα. Κάνω να φύγω από το κυλικείο σιχτιρισμένος και τότε πέφτω πάνω στο Τρίο Μπελκάντο. Ο Κώστας, η Ελένη και η Φανή –κάποια αντιπροσωπεία του αγαπημένου μου βιβλιοπωλείου!
«Τι θέλετε εσείς εδώ;» αλαφιάζω.
«Ακούσαμε ότι σε τουλουμιάσανε και δεν θέλαμε να χάσουμε το θέαμα», κάνει ο Κώστας.
«Αχ καλό μου –πονάς;» νιαουρίζει η Ελένη.
Η Φανή, μούγκα.
«Τότε έχασες την ευκαιρία ρε μάπα! Έχω συνέλθει πλέον, έπρεπε να έρθετε πριν από τρεις-τέσσερις μέρες…» γελάω.
«Α, δηλαδή τώρα αυτό το πλασάρεις ότι είσαι εντάξει; Κανονικός;» ρωτάει ο Κώστας.
«Υπήρξα και χειρότερα», παραδέχομαι ταπεινά.
Καθόμαστε σε ένα άδειο τραπεζάκι που κολλάει -χυμένες πορτοκαλάδες ελπίζω.
«Ποιος το έκανε αυτό;» ρωτάει η Ελένη.
«Κάτι τύποι που μάθανε ότι ψωνίζω από το μαγαζί σας», απαντάω.
«Να λες καλά που δε σου αφήσανε καμιά μόνιμη ζημιά!» διαπιστώνει ο Κώστας.
«Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού», φιλοσοφώ.
«Και ουδείς μαλακοδέστερος του αντικρινού», συμπληρώνει ο Κώστας από απέναντί μου.
Μετά πέφτει κάποια αμηχανία. Επειδή ο Κώστας μάλλον ψήνει κατάσταση με την Ελένη, θα πεις, κακό είναι αυτό; Κακό δεν είναι –μόνο ο Κώστας είναι αρραβωνιασμένος με μια δασκάλα και ετοιμάζονται να κουφετωθούν λίαν προσεχώς. Και η Ελένη ξέμπαρκη, διαθέτει τα πιο όμορφα πράσινα μάτια της περιοχής μείζονος πρωτευούσης –κάπως αλαφρόμυαλη αλλά δε βαριέσαι; Αμηχανία σε ντο μείζονα, ο Κώστας κοιτάζει κρυφά την Ελένη, η Ελένη στήνεται κρυφά για να την κοιτάξει ο Κώστας (κρυφά) –υπάρχει και η Φανή στα πέριξ!
«Πως πάει η δουλειά;» ρίχνω θέμα στο τραπέζι.
«Σκάτα κι απόσκατα! Έχουμε γαμηθεί να κουβαλάμε ‘Φοβερό βήμα’», γκρινιάζει ο Κώστας.
«Τι εστί ‘Φοβερό βήμα’;» απορώ.
«Το καινούργιο του Ταχτσή».
«Ποιου Ταχτσή; Του σκοτωμένου;»
«Αυτού».
«Κι από πού το έβγαλε το βιβλίο; Μέσα από τον τάφο;»
«Όχι ρε κάφρε, το είχε γράψει πριν τον σκοτώσουν αλλά δεν πρόλαβε να το τελειώσει. Κι έχει μέσα διάφορα –αποκαλύψεις… μέχρι ποιος τον σκότωσε λέει!»
«Σώπα! Σοβαρά;»
«Όχι μωρέ μαλάκα. Τρίχες κατσαρές, τίποτα δε λέει, αλλά το διαφημίσανε σ΄αυτό το στυλ και έχουν πέσει τα λιγούρια να διαβάσουν κουτσομπολιά»
Κουνάω το κεφάλι. Πέρυσι που τον φάγανε είχε ακουστεί ότι έκανε πιάτσα ντυμένος γυναίκα δίπλα στα «Μπριζολάκια του Τέλη». Εγώ πάντως ποτέ δεν τον είδα, τρώγαμε στον Τέλη κάθε φορά που ματσωνόμασταν, δίπλα περπατούσαν κάτι ερείπια, καρικατούρες ανθρώπων, η Φτερού και άλλοι πολλοί. Φρικιαστικά αξιολύπητοι. Αν ήξερα ότι κυκλοφορούσε διάσημος συγγραφέας ανάμεσά τους θα κοίταζα καλύτερα –επειδή απέφευγα, καταλαβαίνεις; Ανακατευόταν το στομάχι μου.
«Κρίμα που τον φάγανε τον άνθρωπο αλλά ποτέ δεν με έψησε ότι είναι σοβαρός συγγραφέας», λέω.
«Οι νεκροί πουλάνε πάντα», φιλοσοφεί ο Κώστας. «Και οι σκοτωμένοι κάνουν μπεστ σέλερ».
Μένουμε βουβοί ξανά, τι άλλο να πούμε; Ο Κώστας κάνει ματάκια στην Ελένη, σκέφτομαι να τους διευκολύνω.
«Ρε παιδιά, δεν πάτε μέχρι το δωμάτιό μου που έχω ξεχάσει τα τσιγάρα μου; Μην τρέχω εγώ, σακάτης άνθρωπος!»
Προθυμοποιούνται στο λεπτό. Μένουμε μόνοι με τη Φανή.
«Για ότι έγινε μεταξύ μας…» ξεκινάει μπερδεμένη.
Την περιμένω, αλλά δε βρίσκει πως να συνεχίσει.
«Ότι έγινε –έγινε. Ας το ξεχάσουμε ρε Φανή. Έκανα μαλακίες, το παραδέχομαι –όμως δεν έχει σημασία. Για τόσο ήμασταν –όχι για παραπάνω».
«Δε είναι αυτό. Δε σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να ξαναγίνει τίποτα μεταξύ μας. Όμως ήθελα να ξέρω…»
«Τι πράγμα;»
«Γιατί μου φέρθηκες τόσο σκάρτα;»
Κοιταζόμαστε.
«Επειδή είμαι σκάρτος Φανή. Εντελώς καθίκι».
«Δεν το δέχομαι αυτό!»
«Πρόβλημά σου».
«Κάτι έγινε, κάτι έφταιξε… Πες μου να χαρείς! Έκανα εγώ κάτι που σε πείραξε;»
«Παράτα το ρε Φανή. Τίποτα δεν έκανες, μια χαρά ήσουνα. Απλά βαρέθηκα να σε πηδάω –αυτό είναι όλο».
Κοκκινίζει, αγριεύει κανονικά.
«Δεν ξέρω πόσο προσπαθείς, αλλά τα καταφέρνεις μια χαρά!» λέει τελικά.
«Τι καταφέρνω;»
«Να γίνεις ο μεγαλύτερος καργιόλης που γνώρισα στη ζωή μου».
Χαμογελάω.
«Χαίρομαι γι΄αυτό», λέω –ελπίζω να φαίνομαι πειστικός.
Σηκώνεται και φεύγει ως συνήθως. Φουριόζα και χωρίς να χαιρετήσει. Μπίζνες ας γιούζουαλ.
Σε λίγο φτάνει το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής αναψοκοκκινισμένο.
«Η Φανή;» ρωτάει η Ελένη.
«Θυμήθηκε ότι είχε κάποιο ραντεβού και έπρεπε να φύγει», απαντάω.
«Ααα … έτσι!» κάνει ο Κώστας και με κοιτάζει άγρια.
Ρε, δεν πάμε να γαμηθούμε όλοι μας στην τελική;

Μαζεύω τα πράγματά μου σε ένα ξεφτιλισμένο σακ βουαγιάζ, χρώματος μπεζ. Τελευταία στιγμή μπανίζω τον «Λύκο της Στέπας» που έχει σφηνωθεί δίπλα στο στρώμα του σιδερένιου κρεβατιού. Μου το έφερε η μάνα μου από το σπίτι –σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να το ξεχάσω εδώ πέρα και φρικάρω. Ευτυχώς δηλαδή που ο Χάρυ Χάλερ είναι κάπως θορυβώδης παλιόγερος –φωλιασμένος στον λόφο με την καραμπίνα παραμάσχαλα, πώς να αγνοήσεις έναν άντρα με καραμπίνα; Μαζεύω βιαστικά το βιβλίο –ξέρεις κάτι; Αν καίγονταν όλα τα βιβλία του κόσμου θα ήταν τρομερό φίλε μου. Ανυπόφορο. Αλλά θα μπορούσα να το αντέξω αν έσωζα τον «Λύκο της Στέπας», τον «Ξένο», τον «Φύλακα της Σίκαλης», το «Πλέιμπακ», τον «Τρυποκάρυδο» και τον «Οργισμένο Βαλκάνιο». Αν είχα στην παρέα μου τον Χάρυ Χέλερ, τον Μερσώ, τον παλιόφιλο Χόλντεν Κόλφιλντ, τον μυθικό Φίλιπ Μάρλοου, τον αληταρά Μπέρναρντ Μίκυ Ρανγκλ και φυσικά τον μονίμως τσιταρισμένο Φάνη δεν θα κώλωνα μπροστά σε τίποτα. Έτσι πάει –δώσμου αυτά τα παλικάρια και θα σου γαμήσω τον κόσμο όλο. Άνετα φίλε μου! Επειδή αυτοί τα έχουν πει όλα, θυμάμαι αποσπάσματα απέξω, όπως ας πούμε:

«Πάρτε μια κάποια νύχτα τον Αύγουστο. Η Πριγκίπισσα Λη-Τσέρι αγνάντευε απ’ το παράθυρο της σοφίτας της. Ήτανε πανσέληνος. Το φεγγάρι είχε στρογγυλέψει τόσο πολύ που κόντευε να κατρακυλήσει. Φαντάσου να ξυπνάς και να βρίσκεις το φεγγάρι τάβλα στο πάτωμα του λουτρού, σαν το μακαρίτη τον Έλβις Πρίσλεϋ, δηλητηριασμένο από παγωτό μπανάνα. Ήταν ένα φεγγάρι που μπορούσε να ξυπνήσει άγρια πάθη σε μια κοιμισμένη αγελάδα. Ένα φεγγάρι που μπορούσε να διαολέψει το κάθε κουνελάκι. Ένα φεγγάρι που μπορούσε να κάνει τις κοτρώνες να μοιάζουν σεληνόλιθοι, να μεταμορφώσει την Κοκκινοσκουφίτσα σε μεγάλο κακό λύκο. Πάνω από μια ώρα, η Λη-Τσέρι αγνάντευε το άπειρο τ’ ουρανού. ‘Έχει λόγο να υπάρχει το φεγγάρι;’ ρώτησε η Πριγκίπισσα το Μαγεμένο Βασιλόπουλο.
Το Μαγεμένο Βασιλόπουλο έκανε σα να του ’χαν κάνει μια χαζή ερώτηση. Ίσως και να ’ταν έτσι. Το ίδιο ερώτημα στη Ρέμινγκτον SL3 έδωσε την εξής απάντηση:
Ο Αλμπέρ Καμύ έγραψε πως το μόνο σοβαρό ερώτημα είναι αν πρέπει ν’ αυτοκτονείς ή όχι.
Ο Τομ Ρόμπινς έγραψε πως το μόνο σοβαρό ερώτημα είναι αν ο χρόνος έχει αρχή και τέλος.
Σίγουρα όταν το ’γραψε ο Καμύ θα ’χε στραβοκοιμηθεί κι ο Ρόμπινς θα ’χε ξεχάσει να βάλει το ξυπνητήρι.
Ένα είναι το σοβαρό ερώτημα. Κι αυτό είναι:
Ποιος ξέρει να κάνει την αγάπη παντοτινή;
Απάντησέ μου σ’ αυτό και θα σου πω αν πρέπει ν’ αυτοκτονείς ή όχι.
Απάντησέ μου σ’ αυτό και θα σε καθησυχάσω για την αρχή και το τέλος του χρόνου.
Απάντησέ μου σ’ αυτό και θα σου αποκαλύψω αν έχει λόγο να υπάρχει το φεγγάρι.»

Κατάλαβες μαλάκα μου; Τα έχουν πει όλα κι εμείς πάνω τους πορευόμαστε. Ερωτήσεις που δεν έχουν απαντήσεις αλλά δε μας νοιάζει καθόλου –αλήθεια σου λέω. «Ποιος ξέρει να κάνει την αγάπη παντοτινή;» Εγώ πάντως, όχι. Ρώτα τη Φανή αν δε με πιστεύεις, μόνο βιάσου επειδή φεύγει τρέχοντας –με το ζόρι την προλαβαίνεις. Ρώτα την Άλεξ αν την πετύχεις πουθενά. Εκείνη μάλλον θα σου απαντήσει. Επειδή ξέρει –η αγάπη και η απουσία ξεκινάνε από το ίδιο γράμμα, τι να σημαίνει άραγε αυτό; Κουμπώνω ζοχαδιασμένος το σακ βουαγιάζ –μεγάλε Τομ γυρίζω σπίτι νικημένος και η αγάπη είναι το ίδιο άπιαστη με το ολοστρόγγυλο φεγγάρι –αλλά τα ξέρεις τώρα…. Να μη σε κουράζω τζάμπα.

Το ταξί σταματάει αγκομαχώντας έξω από την ασπρόμαυρη καγκελόπορτα, το πατρικό μου είναι μίζερο όπως συνήθως. Κεφάλια προβάλλουν πίσω από κουρτινάκια, μετράω το χρόνο που χρειάζονται οι γειτόνισσες να πεταχτούν έξω, να ρωτήσουν, να ενδιαφερθούν, να μάθουν, να σκυλέψουν τη στιγμή. Δεν τους παίρνει πολύ –ως συνήθως. Ο ήλιος μού γαμάει το κεφάλι –μάτια, μέτωπο, ημικρανία –σκύβω αλλά δεν είναι εύκολο να γλιτώσω. Περπατάω ανάμεσα στις αλαφιασμένες γκιόσες, επιστρέφω σπίτι και η διαπόμπευση πρέπει να είναι πλήρης. Αγκαλιές, σαλιωμένα φιλιά, χτυπήματα στην πλάτη –υπομένω.

Το σαλόνι είναι ζεστό, οι πολυθρόνες άβολες, ξύλινες, αφιλόξενες. Έρχεται κάποια στιγμή στη ζωή που πρέπει να κάνεις την ποινή σου, κάθεσαι λοιπόν και περιμένεις. Το πρόβλημα είναι ότι ποτέ δεν σου λένε τη διάρκεια της ποινής, ποτέ δεν είσαι σίγουρος για τον χρόνο που σου μένει. Ξέρεις γιατί; Επειδή η επιστροφή στο σπίτι είναι ισόβια –μόνο με απόδραση μπορείς να γλιτώσεις.
«Θέλεις να σου κάνω μια σούπα γιε μου;»
Την κοιτάζω. Σκαμμένο το πρόσωπό της από έγνοιες, τις δικές μας έγνοιες που τις οικειοποιείται. Κουνάω το κεφάλι μου αόριστα –άλλωστε, ότι και να πω, αυτή θα κάνει το δικό της.

Πρέπει να την κάνω γρήγορα από δω μέσα, δε με βλέπω να αντέχω.

36 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:

Ανώνυμος είπε...

"Επειδή η επιστροφή στο σπίτι είναι ισόβια –μόνο με απόδραση μπορείς να γλιτώσεις."

oh so right.

Ανώνυμος είπε...

Απ' ό,τι φαίνεται κ παρόλο που δεν είναι αυτοβιογραφική, έστω κομμάτια της ιστορίας όπως είπες είναι αληθινα...

κ εδώ έρχεται το ερώτημα (από Πέτρο μέχρι Τάκη, Κώστα, τον ήρωα κ δεν ξέρω ποιον άλλο) ΚΑΝΕΝΑΣ ΤΟΥΣ, μα ΚΑΝΕΝΑΣ τους δεν ήταν ΠΟΤΕ με γυναίκα που να γουστάρει;;;;
αν θυμαμαί καλά αυτό είναι κλασσικό στις ιστορίες σου ε;

γιατί φυσικά αμα την βρουνε γινεται ο,τιδήποτε για να μην την έχουν... δεν ξέρω είναι αυτό που σου έλεγα μάλλον, συνεχής πόλεμος για να νιώθουν ότι είναι πολεμιστές κ πασχίζουν για κάτι γιατί μολις το κατακτήσουν;!... πάει μετά τι θα έχουν... :)))

είναι στην αντρική φύση αυτό, δεν νομιζω, γιατί έχω γνωρίσει κ άντρες που δεν είναι καθόλου έτσι

ωραίο το κομμάτι με τα πλάγια γράμματα που μπαίνει

αυτά που μας αρέσουν "Κατάλαβες μαλάκα μου; Τα έχουν πει όλα κι εμείς πάνω τους πορευόμαστε." πιστεύω δεν είναι επειδή ξαφνικά βρήκαμε το φως το αληθινό κ πορευόμαστε μ' αυτά, είναι γιατί ήταν μεσα μας κ τα είδαμε να τα έχει νιώσει κ άλλος

αρχίζει η πολύ μαύρη περίοδος της ιστορίας τωρα;
τι γίνεται ρε Μότορσάικλ Μπόι; πάντα πίστευα ότι πρέπει να περνάς πολύ τέλεια για να γράφεις τέτοιες ιστορίες, οπότε σου έβγαινε αυτό (το μαύρο) για ισορροπία... :)

The Motorcycle boy είπε...

Καλιφόρνια (της ΔΕΛΤΑ ή της ΕΒΓΑ ήταν αυτό το παγωτό;) τα σπίτια των γονιών μας υπήρξαν ανέκαθεν παγίδες πιο μοιραίες κι από τις λάμπες για τις νυχτοπεταλούδες.

Ell, για να ξεκαθαρίσω την απορία σου μεταξύ αυτοβιογραφίας και πραγματικών καταστάσεων θα σου πω το εξής παράδειγμα: έχουμε, ας πούμε, ένα περιστατικό όπου κάποιος ετοιμάζεται να δει τη γκόμενά του και κάποιος άλλος του πετάει ένα γιαούρτι. Στην πραγματικότητα το γιαούρτι δεν τον βρίσκει, αλλά για χάρη της μυθιστορίας, το τρώει το γιαούρτι κατάφατσα και γίνει κώλος το πουκάμισό του -προκειμένου να προωθηθεί η δραματικότητα του γεγονότος. Κάπως έτσι πάει η αναλογία.

Ρε φιλενάδα, όταν κάποιος τους (κάποιος μας) βρει μια γυναίκα που τη γουστάρει κάθεται μαζί της και δεν ψάχνει άλλο. Εδώ όμως η ιστορία αφορά την εποχή του ψαξίματος.
Αυτά για πολεμιστές και αντρικές φύσεις δεν τα πιστεύω, ούτε τα έχω δει πουθενά. Μάλλον δικαιολογίες είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη. "Αγάπη μου δεν είναι οτι σε βαρέθηκα -σε κεράτωσα γιατί έτσι είναι η φύση μου, είμαι κυνηγός τι να κάνω!" Κάτι τέτοιο τέλος πάντων.

Το κομμάτι με τα πλάγια είναι από τον Τρυποκάρυδο του Τομ Ρόμπινς και αν δεν το έχεις διαβάσει το βιβλίο, τρέχα πάρτο. Εγγυημένα.

Και στο "μέσα μας ήταν όλα αυτά..." συμφωνώ 1.000% Απλά κάποιος τα τακτοποίησε-κωδικοποίησε.

Ναι, αυτή είναι η δεύτερη φάση της ιστορίας, το 1989, και είναι όντως μαύρη.

Καλά περνάω πλέον αλλά μην ξεχνάς οτι μιλάμε για καταστάσεις 20 χρόνια πίσω. Τότε κανένας μας δεν πέρναγε καλά, ή μάλλον ... Τέλος πάντων, να μη σου αποκαλύψω και το τέλος -το κόβω εδώ.

Ανώνυμος είπε...

Κοίτα να δεις... κάπου το είχα ξανακούσει κ το υποψιαζόμουν

"...καταστάσεις 20 χρόνια πίσω. Τότε κανένας μας δεν πέρναγε καλά, ή μάλλον ... "

ναι έτσι δείχνουν, όμως ρε γαμώτο ΔΕΝ το βάζανε με τίποτα κάτω! τι να πω, καμιά παραίτηση καμιά καταθλιψη...

γι αυτο έλεγα, όταν πήγαινε να συμβεί κάτι τέτοιο (όπως για το "Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα") που τα λέγαμε, μολις πήγε προς τα κει η δουλειά, κάνανε αυτό που κάνανε, αυτό που έπρεπε, για να μη σιχαθούνε τον εαυτό τους, να μη συμβιβαστούνε ή να φύγουν όρθιοι όπως είπες εσύ (σιγουρα το εκφράζουμε διαφορετικά)...

ναι, ρε συ το άλλο για το αυτοβιογραφικό εννοείται απλά στο θέμα με τις γυναικες λέω

κ φυσικά κ γω είπα "...στην αντρική φύση αυτό, δεν νομιζω, γιατί έχω γνωρίσει κ άντρες που δεν είναι καθόλου έτσι"

εννοείται ότι δεν πιστεύω σε φυσεις κ τέτοιες μαλακίες, εξάλλου αν θέλει κάποιος να το δεί από θέμα φυσης καθαρά, οι γυναίκες μόνο μπορούν να είναι πολυγαμικές, κ από θέμα αντοχής/οργανισμού κ ευχαρίστησης (εξάλλου ο οργασμός στη γυναίκα δεν είναι θέμα αναπαραγωγής, μπορεί να γονιμοποιηθεί κ χωρίς οργασμό) αρα είναι καθαρα θέμα ευχαρίστησης όπως επίσης κ οργανικά μια γυναίκα μπορεί να έχει κ πιο πολλους εραστες/οργασμους σε μια μέρα κ φυσικά να ικανοποιηθεί κ να ικανοποιήσει πιο πολλούς απ ότι ένας άντρας

όποτε φυσικά κ είναι μουφα κ μεγάλη ΜΑΛΑΚΙΑ περι πολυγαμικοτητας (κ χαρεμιών :Ρ)των αντρών
απλά ήταν εξυπνος κοινωνικοπολιτικός χειρισμός από την μεριά των αντρων προσπαθώντας να χαλιναγωγήσουν κ να εξουσιάσουν
βλέπε χωρες όπως Αφγανιστάν κ.α.
που μέχρι κ κλειτοριδεκτομή κάνουν (σε χώρες της Αφρικής)όπως κ poundering στα στήθη των έφηβων κοριτσιών με καυτό βαρύ ξύλο

φαντάστηκα ότι ήταν από βιβλίο του Τομ Ρόμπινς (κ είχα μια υποψία ότι μπορεί να είναι από το μοναδικό του που δε θυμαμαι τίποτα)
το είχα διαβάσει γύρω στα 18 (το έχω ακόμα, αλλά του δυστηχώς τα έχω δωσει δανεικά αλλά αγύριστα)

παιζει ρόλο την εποχη που διαβάζεις κάτι πώς είσαι... εγώ δεν το θυμάμαι καθόλου αυτό το βιβλίο του, ούτε το στόρι ούτε τίποτα, εκτός από το εξώφυλλο κ έναν τύπο με μηχανή, ΑΝ δεν κάνω λάθος. ενώ από άλλα (παρόλο την αδύναμη μνήμη μου) θυμάμαι πολλά

Ανώνυμος είπε...

Επίσης να συμπληρώσω οτι ο Τρυποκάρυδος και το Άρωμα του Ονείρου έχουν ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΕΣ μεταφράσεις, αν δηλαδή κάποιος είναι στο δίλημμα να διαβάσει το ελληνικό ή το πρωτότυπο, δαγκωτό το μεταφρασμένο. Το αντίθετο ισχύει για το Skinny Legs and All και το Half Asleep in Frog Pajamas.

1989 wow. a long long time ago in a galaxy far far away.

The Motorcycle boy είπε...

Ell, ξέρω 'γω; Η κατάθλιψη είναι σύμπτωμα των χορτάτων, εκείνη την εποχή έπεφτε πολλή πείνα -διαφόρων ειδών. Δεν είχαμε λοιπόν την πολυτέλεια να καταθλιπτούμε.

Περί πολλυγαμικότητας κ.λ.π. έχω την εντύπωση οτι η σεξουαλική συμπεριφόρα, εν γένει, είναι κοινωνικό ζήτημα πλέον και όχι φυσικό (από τη φύση δηλαδή). Ανατομικά όλοι μπορούν να κάνουν τα πάντα -αλλά στην πράξη οι επιλογές καθορίζονται από τις κοινωνικές συνθήκες.

Τα χαρέμια είναι μια ωραία μαλακία των Ευρωπαίων οι οποίοι δεν μπόρεσαν ποτέ να κατανοήσουν (ή δεν θέλησαν) την πλευρά εκείνη του μωαμεθανισμού που επιβάλλει στον άντρα να παντρεύεται τη γυναίκα του πεθαμένου του αδελφού, προκειμένου να την προστατεύσει και να φροντίσει την επιβίωσή της. Σεξ μεταξύ τους απαγορεύεται.
Τώρα θα πεις, αυτό δεν είναι φαλλοκρατικό; Ναι αμέ! Αλλά για το 1200τόσο που εμφανίστηκε ήταν μια χαρά.

Αυτό που έχεις με τη μηχανή είναι μάλλον το "Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν" -κατά την άποψή μου, ένα από τα κατώτερα βιβλία του Ρόμπινς. Ο Τρυποκάρυδος είναι αυτός με το πακέτο των τσιγάρων Κάμελ απέξω.

Αϊ-Ο-Βα, αν λες για τις παλιές μεταφράσεις θα συμφωνήσω. Οι καινούργιες είναι ΟΛΕΣ μπάζα.

Ανώνυμος είπε...

Υπάρχουν και καινούργιες; Μάλλον τις παλιές λεω, όταν τα πρωτοδιάβασα είχαμε δραχμές. Το cowgirls όπως και το another roadside attraction ούτε που κατάφερα να τα τελειώσω. btw άλλο ένα βιβλίο που ασχολείται (sort of and among other things) με το αιώνιο ερώτημα who can make love stay είναι το Only Forward του Michael Marshall Smith. το συστήνω ανεπιφύλακτα.

Ανώνυμος είπε...

Ναι Μοτορσάικλ, πώς γινεται να συμφωνούμε κ να μην καταλαβαινόμαστε....

Αυτό είπα κ γω "εννοείται ότι δεν πιστεύω σε φυσεις κ τέτοιες μαλακίες"
κ απλα σου είπα από οργανική/βιολογική άποψη τι γίνεται

όχι δεν είναι το "ακόμα κ οι καουμπόισσες μελαγχολούν" αυτό είναι από τα βιβλία του Τομ Ρομπινς που μου άρεσε ΠΑΡΑ πολύ κ κάτι θυμάμαι... όπως επίσης το "Αμάντα" κ "Οχορός των 7 πέπλων" αλλά όλα τα παραπάνω τα διάβασα σε ηλικία 19-20 εκτός από το "άρωμα του ονείρου" στα 17 κ 1 τελευταίο τωρα το καλοκαίρι

οπότε δε θυμάμαι πολλά. Όμως τον τρυποκάριδο δεν τον θυμάμαι καθόλου

γούστα ειναι αυτά κ παίζει σίγουρα ρόλο η κατάσταση που βρίσκεσαι όταν διαβάζεις 1 βιβλίο.
Ας πουμε είπα ότι θα διαβάσω ξανα κάρλος καστανέντα μόνο αν είμαι σε σχέση με κάποιον... αλλά που να εξηγώ τώρα

Mr.Fixit είπε...

@ell: kamia paraithsh, kamia kata8lipsh? fysika, 8ymasai tous punkhdes sto noskomeio? No future, pws na paraith8eis apo ta hdh parathmena? Na sou milhsw egw san neolaia tou shmera, romantzaroume oloi san ton kourkoulo me th na8anahl kai kanoume to toso TOSO, eksou kai h kata8lipsh. Otan den exeis kati de fovasai mhn to xaseis. Ki otan den se noiazei pou pas den prokeitai na xa8eis pote.

@motorcycle boy: me olh thn epoxh pou perigrafeis me kaneis na niw8w poly grafikos pou molis perasa konkarda black flag sto mpoufan mou. Parel8ontolagnos, nai, me oti th vriskei o ka8enas. To sex me to shmera einai vareto. Me to mellon, anyparkto.

Ανώνυμος είπε...

Mr Fixit αυτά είναι σχετικά
θυμάμαι ας πούμε κάποιον που είχε πει "δωσε μου κάτι να ζήσω ή να πεθάνω γι αυτό"

οπότε αυτό που λες "Otan den exeis kati de fovasai mhn to xaseis" pws na paraith8eis, νομίζω ότι δεν το βλέπουν όλοι έτσι

αν ήταν έτσι τότε οι δούλοι θα ξεσηκωνόντουσαν κ θα γαμούσαν, δεν αρκεί αυτό που λες

χρειάζονται κ άλλα (π.χ. για να γαμήσεις κάποια πραγμ. χρειάζεσαι κ συνεργό ας πούμε, π.χ. ληστεία)ή ακόμα κ για να γαμήσεις τα αφεντικά που δεν σε πληρώνουνε πάλι μόνος σου δεν μπορείς να κάνεις κ πολλά
οπότε δεν έχει με το τι έχεις ή δεν έχεις να χάσεις, είναι γενικό το προβλημα της δουλοπρέπειας ας πουμε, κ αποτέλεσμα πλύσης εγκεφάλου
όπως κ της κατάθλιψης που λες. Φτάνει να δεις άνα έτη τι γίνεται σε όλες τις χωρες από καταναλωση αντικαταθλιπτικών

είναι όλο το μανιπιουλάρισμα που τρώνε οι άνθρωποι από τα μέσα π.χ. για το λάιφ στάιλ που πρεπει να έχουνε κ πάει λεγοντας

Ήταν ένας λογιστής γυρω στα 45-50, τον οποίο τον χρειαζόντουσαν σίγουρα γιατί ήταν γυρώ στα 20 χρονια σε τεράστια εταιρία, αν έβλεπες πώς του μιλούσε ο μαλάκας ο επιχειρ. κ κάποιοι μέτοχοι
αυτός λοιπόν ετσι κ απλα τους προειδοποιούσε ότι θα παραιτηθεί θα κατουριώντουσαν πανω τους! Πιστεψε με

το άτομο αυτό από το φόβο του (σιγά μην έχανε το κελεπουρι, που ούτε τις αυξήσεις που δικαιούνταν δεν του δίνανε) αυτός λοιπόν από την καμπόυρα που είχε αποκτήσει λογω δουλοπρέπειας, είχε ξεχάσει τι χρώμα έχει ο ουρανος!

όταν λοιπόν εσένα ή άλλα ατομάκια σας έχουν μάθει έτσι ωστε να μην μπορείτε να κάνετε 1-2 μήνες χωρίς κινητο, αμαξάκι, πιστωτικες, γαμάτα ρουχαλακια κ δεν ξέρω τι, δεχεστε ό,τι σκατα σας δινουνε κ το κάνετε μόκο, τοτε ναι, μαλλον νομίζετε ότι έχετε να χάσετε, αυτά που σας/μας έχουν περάσει ως σημαντικά

είναι το μανιπιουλαρισμα της επιτυχίας κ του λάιφ στάιλ που προωθείται ωστε όλοι να είναι πειθήνια δουλάκια, αλλιώς είναι παρίες

μόνο να ήξερες τι διδάσκονται οι μάνατζερ!

εγώ έτσι λειτουργώ, αλλά τώρα ας πούμε παλι άνεργη είμαι κ στο παρελθον που δουλευα με τοσα άτομα που τα εβλεπες σε υστερικες καταστασεις κ σε πρηζανε από τη μαυρίλα, όταν τους έλεγες, ξέρεις μπορούμε να κάνουμε αυτό κ αυτό, αλλά μαζί! ήτανε κότες! Η μαγκιά τους κ η επανασταση ξεθύμαινε με τα λόγια

τι να σου πω αν θεωρείς ότι οι σημερινοί έχουν να χάσουν (κινητα, πιστωτικές κ ρουχαλακια)γι αυτό είναι κότες, τότε μπράβο τους!

The Motorcycle boy είπε...

Αριζόνα Τζούνιορ θα το ψάξω το βιβλίο. Ναι, δυστυχώς υπάρχουν καινούργιες μεταφράσεις.

ell, καταλαβαινόμαστε -απλά επισημαίνω κάποια πράγματα με βάση αυτά που είπες.

Fixit, μια που μίλησες για τη Μαύρη Σημαία, να σου στείλω μέιλ ένα λινκ να κατεβάσεις το Decline of the Western Civilization. Υλικό για προσκύνημα! Κατά τα άλλα που λες, είμαι μαζί σου 1000%.

Ο Καλος Λυκος είπε...

Black Flag, Conflict, Crass, Flux of Pink Indiand, Jello Biafra, Let them eat Jellybeans, Stiff Little Fingers, Subhumans, Redskins έχω... διαλέχτεεεε...

(rapidshare έχετε;)

Ο Καλος Λυκος είπε...

ξέχασα... και το last performance στο Winterland Ballroom έχω... και μόνο γιά το πώς κλείνει μία σελίδα ιστορίας, αξίζει να το ακούσει κανείς...

αν πάλι βαριέστε να ψάχνετε στο internet, ετοιμάστε σκληρό δίσκο και όταν έρθω το ξανασυζητάμε.

Mr.Fixit είπε...

A ksexasa na sou pw, katevasa to let them eat jellybeans kai spernei arxidia gia na 8eriseis testosteronh. Gamaei, eksoxos. Periexei mia kommatara twn DOA kiolas.

Steile mou, i'll gladly check.

The Motorcycle boy είπε...

Λύκε και Fixit, στείλτε ΑΜΕΣΑ λινκ για Τζέλιμπινς! Σκοτώνω άνθρωπο για το συγκεκριμένο δίσκο! "Jesus entered from the rare -fuckin you in the ass" να το ξανακούσω κι ας πεθάνω!

Mr.Fixit είπε...

Egw to katevasa mesw DC++, an to xei o allos hdh se link se voleuei. alliws 8a sto anevasw egw apo vdomada kai 8a sto steilw.

Ο Καλος Λυκος είπε...

λάβετε υμέτερε τα δέοντα, προς λήψην πρωτοβουλίας...

https://www.yousendit.com/download/TTZrek9vQTZlaFIzZUE9PQ

και μήν πεθάνεις ακόμα, έχουμε και άλλους δίσκους...

The Motorcycle boy είπε...

Fixit, μου το σήκωσε (με το συμπάθειο κιόλας) ο Λύκος. Έστειλα το λινκ για την ταινία που σου έλεγα -αλλά δεν ξέρω αν το έστειλα σε σένα ή στον άλλο. Βρείτε τα.

Λύκε, με φτιάχνεις άσχημα!

Σας ευχαριστώ και τους δυο ρεμάλια -ψάχνω πάνω από 10ετία το δίσκο.

Ο Καλος Λυκος είπε...

στόν fixit το 'στειλες γιατί εγώ δεν έλαβα τίποτα - αλλά την έχω την ταινία (και το soundtrack)

ρε moto, ολόκληρο computer έχεις, κάνε και κανένα search - όλο και θα βρείς καλούδια στο ιντερνέτι. κάντο πρίν ψηφίσουν τον νόμο που θα απαγορεύει να κάνουμε download...

επειδή είμαι και σε giving mood, πάρτε ένα blog να ασχοληθείτε :

http://downunderground.blogspot.com/

έχει και το jellybeans, αν ποτέ χάσεις τα mp3 που σου έστειλα

και να ρωτάμε, κύριος, όχι να περιμένουμε δέκα χρόνια...

Ανώνυμος είπε...

Πάντα υπάρχει κάποιος που τακτοποιεί και κωδικοποιεί τα μέσα μας για καλό η για κακό. Το θέμα είναι, ξέρουμε σίγουρα τι έχουμε μέσα μας;

Μου αρέσει που μπήκε ξανά στο παιχνίδι η ell! Μάλλον μόνη είναι πάλι... εγώ της στέλνω πολλά φιλιά για παρέα...

Ανώνυμος είπε...

... και καλό σας μήνα... πάει άλλος ένας χρόνος κι' ακόμα ψαχνόμαστε, από που μας ήρθε η σφαλιάρα.

Ανώνυμος είπε...

Ναι χαίρομαι που ξαναμπήκε στο παιγνίδι η ell, φαίνεται ξανάπιασε δουλειά στο αντικείμενο της και της αρέσει.
Δε νομίζω όμως να έμεινε ποτέ μόνη, σίγουρα έχει κάποια σχέση που κρύβει επιμελώς και σίγουρα πάρα πολλούς φίλους .

Ένα φιλί και από εμένα.

The Motorcycle boy είπε...

Ρώταγα Λύκε αλλά δεν με άκουγες.

Καλό μήνα σε όλους -κσι μην ξεχνάμε οτι τίποτα δεν μπορεί να είναι χειρότερο από αυτό που μας περιμένει.

Ανώνυμος είπε...

Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα.

The Motorcycle boy είπε...

Για να το λες κάτι θα ξέρεις...

Ανώνυμος είπε...

Τελικά ήταν ο πιο κακός μαθητής.
Αλλά άμα περιμέναμε από τον Θωμά, τον Πέτρο και τους άλλους τους καλούς που γράφανε, δεν θα βλέπαμε ποτέ Ανάσταση.

Ανώνυμος είπε...

Γεια σου ρε Ανώνυμε, αν κ με 'χεις μπερδέψει, δεν ξέρω ποιος Ανώνυμος είναι ποιος

όχι άνεργη είμαι κ οι αντοχές μου γενικότερα εξαντλούνται, από πολλές απόψεις
δεν είμαι σχετική με το χώρο, οπουδήποτε δουλευω, προς το παρόν δουλευω τον εαυτο μου (όχι επιτυχώς) μπας κ ηρεμήσω

The Motorcycle boy είπε...

Ούτε εγώ ξέρω ποιος Ανώνυμος είναι ell, άρα γινόμαστε δύο σε αυτό.

Ανώνυμος είπε...

Είμαστε όλοι... :)))

με τον πόνο του ο καθένας :)))

τουλαχιστον εγώ το βρίσκω διασκεδαστικό

"Καλό μήνα σε όλους -κσι μην ξεχνάμε οτι τίποτα δεν μπορεί να είναι χειρότερο από αυτό που μας περιμένει."

τι ωραία
δεν το λέω ειρωνικα, απλά έχουν γουστο όλα αυτά τα σχόλια :)))

μας κοπάνησες κ την ελπίδα κατακέφαλα Μοτορσάικλ :))))

The Motorcycle boy είπε...

Είμαι κάποιος αισιόδοξος τύπος!

Ανώνυμος είπε...

Χαχαχα
Πάντως γέλασα πολύ μ αυτό το σχόλιο

Ανώνυμος είπε...

Ρε μάγκα είναι ξυράφι το διήγημα. Δεν πολυγράφω τελευταία γιατί θα σε επαινώ και δεν το γουστάρω ούτε εγώ ούτε εσύ. Αφού ο μάγκας μας πάει πατρικό για ανάρωση του στέλνω αυτά:
http://video.google.com/videoplay?docid=-7679195992315425236(cultιλίκι αλλά καλό)

http://www.poiein.gr/archives/207/index.html

Ρίξε αν μπορείς μια γνώμη!
The Outsider

The Motorcycle boy είπε...

Χαχα, "Η πόλη ποτέ δεν κοιμάται" ε; Είχαμε γελάσει πολύ με αυτήν την ταινία του Τσιλιφώνη -ειδικά στην σκηνή που ο τύπος επιστρέφει μετά από 100 χρόνια από το εξωτερικό, σηκώνει τη μηχανή από την κρυψώνα, κάνει ένα τσακ και η μηχανή παίρνει μπροστά με τη μία! Μεγάλε Καλαβρούζο! Είχε σηκωθεί η αίθουσα στο πόδι σε κάτι φάσεις ανάλογες.
Όταν τη γυρίζανε την ταινία, μας είχαν πετύχει Γαλατσίου, στα Τουρκοβούνια, και λέγανε αν θέλουμε να κάνουμε κομπαρσιλίκι σε κάποιες σκηνές. Αλλά είχαμε κάτι φίλους που είχαν κάνει το ίδιο σε κάποιες σαχλαμάρες του Δαλιανίδη και ακόμα ψάχνανε τα λεφτά που τους είχαν υποσχεθεί -οπότε δεν δεχτήκαμε, αλλιώς θα με έβλεπες κι εμένα μέσα στο μπούγιο της ταινίας, χαχαχα.

Το άλλο που βάζεις από Τέο Ρόμβο είναι απλώς ανατριχιαστικό. Κάπου γινόταν μια εκδήλωση παρουσίασης του τελευταίου του βιβλίου νομίζω. Ας είναι καλά ο άνθρωπωος.

Ανώνυμος είπε...

V for Vendetta

The Motorcycle boy είπε...

Ότι θυμάται χαίρεται ο καθένας.

Ανώνυμος είπε...

Γεια σου ρε Ανώνυμε V for Vendetta, γεια σου Ανώνυμε σκέτε

ευχαριστώ για τα φιλιά

Δημοσίευση σχολίου

Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Tomboy | Υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων: Αυτοί που χωρίζουν τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες και οι άλλοι