Προηγούμενα:
Αρουραίοι των Εύπορων Προαστείων
«Το πρωινό ήταν κρύο και μοναχικό/
τα φώτα της πόλης παλιά και γκρίζα/ ο ήλιος βγήκε προσπαθώντας να σκάσει ένα
χαμόγελο/ αλλά σύντομα τα παράτησε/ το κωλόμπαρο προσκάλεσε έναν ξένο/ ο ξένος
δεν είχε να πληρώσει/ κοντοστάθηκε, σήκωσε τα χέρια του/ τραγούδησε ένα
τραγούδι, δεν είχε ώρα για χάσιμο»[1].
Σηκώθηκα βαριά από τον καναπέ όπου
με είχε πάρει ο ύπνος χτες βράδυ, τι διάολο μού κόλλησε αυτό το παλιοτράγουδο;
Έπαιζε στο μυαλό μου κι ας είχα να το ακούσω πάνω από 30 χρόνια… Γαμώ τον Άγιο
Πέτρο και τον Αβραάμ Πάπα δηλαδή.
Το κεφάλι μου πονούσε
ελεγχόμενα κι αυτό γρήγορα θα διορθωνόταν με κάνα δυο παυσίπονα συν άλλους
τόσους καφέδες, είχα τελειώσει με τη Δήμητρα, είχα ξεκαθαρίσει με τον Αργύρη,
δεν είχα καμιά υποχρέωση στον εκδοτικό οίκο -ένιωσα υπέροχα. Βάλθηκα λοιπόν να
καταστρώνω το ημερήσιο πρόγραμμα -όχι οτι θα το ακολουθούσα, αλλά είναι ωραίο
να παραβαίνεις το πρόγραμμά σου και για να γίνει αυτό, χρειάζεσαι πρόγραμμα.
Έχουμε και λέμε…
Καφές με αθλητικά.
Κωλοβάρεμα στο λάπτοπ μπας και
γράψω καμιά γραμμή.
Ενδελεχής παρακολούθηση
κάποιας καινούργιας και συναρπαστικής σειράς (όλες τέτοιες είναι) στις
πλατφόρμες.
Παραγγελία φαγητό.
Μεσημεριανός ύπνος στον
καναπέ, όσο η προαναφερθείσα σειρά θα κάνει κοιλιά στα μεσαία επεισόδια.
Απογευματινός καφές.
Επιλογή ταινίας.
Παρακολούθηση δύο ή τριών
ταινιών (γιατί δεν είμαι πολύ αποφασιστικός στις επιλογές μου).
Καληνύχτα κόσμε…
Άνοιξα το παράθυρο, έξω φύσαγε
κι ο ήλιος βγήκε προσπαθώντας να σκάσει ένα χαμόγελο, ξανάκλεισα
βιαστικά το παράθυρο, το τραγούδι μού ξανακόλλησε. Κατά τα άλλα, μια χαρά.
Έφτιαξα καφέ, κάπνισα ένα τσιγάρο όταν ήπια τον μισό κι ένα ακόμα όταν τον
τελείωσα, έφτιαξα δεύτερο καφέ, έτοιμος να ακολουθήσω την ίδια διαδικασία ενώ χάζευα
τίτλους άρθρων μιας αθλητικής ιστοσελίδας από εκείνες που στον τίτλο έχουν όλη
την είδηση -σιχαίνομαι κάτι σελίδες που βάζουν τίτλο «δε φαντάζεστε τι έκανε
στην προπόνηση ο Μέσι» (έφερε τη μπάλα που είχε βγει πίσω από το τέρμα),
«έξαλλος ο Πεπ» (είπε στους παίκτες να κάνουν πιο γρήγορα μια άσκηση), «τα
πέταξε όλα η Σκορδά» (πρώτον, τι δουλειά έχει αυτό σε αθλητικές ιστοσελίδες και
δεύτερον ποτέ, καμιά, δεν τα πετάει όλα -πού να τα πετάξει δηλαδή; τόσα λεφτά κοστίζουν
-τι; έτσι;)
Βέβαια, εκείνη τη στιγμή
χτύπησε το κινητό. Το άρπαξα χωρίς να κοιτάξω.
«Ναι;»
«Εγώ είμαι», είπε η Λίνα
Βερούτη.
Τι διάολο; Είχα κάποια
υποχρέωση για σήμερα και την ξέχασα;
«Το ξέρω», είπα ψέματα, «έχω
αναγνώριση κλήσεων».
«Χαίρομαι για σένα», έκανε
συγκαταβατικά. «Δε χαίρομαι όμως καθόλου με αυτά που διάβασα».
«Για μένα;»
«Ε τι, για κάποιον άλλο; Αν
ήταν έτσι θα έπαιρνα τον άλλο, όχι εσένα», αγανάκτησε.
Κάποια μαλακία σχετικά με τα
χτεσινά, με τον Αργύρη, σκέφτηκα.
«Πάμε παρακάτω», είπα
κουμπωμένα.
«Μια γυναίκα σε καταγγέλλει
οτι τη βίασες», είπε ξερά.
Μου ΄φυγε το τηλέφωνο από το
αυτί, το έπιασα πριν σκάσει στο πάτωμα.
«Εγώ;» απόρησα.
«Ε, τι -εγώ;» μούγκρισε.
«Ποιο πιθανό θα μου φαινόταν
γιατί είσαι και κομματάκι αυταρχική», διαπίστωσα.
«Άσε τις μαλακίες και έλα
αμέσως από δω», διέταξε.
«Πού είναι το εδώ;»
«Στον εκδοτικό».
«Κακή ιδέα», διαπίστωσα.
«Μπορεί να μας δει κανένα μάτι κι άντε μετά να εξηγήσεις τι δουλειά έχεις με τον
Παπαχρόνη…»
«Με ποιον;»
«Το Τζακ τον Αντεροβγάλτη
τέλος πάντων…» έκανα ανυπόμονα.
«Τέλος πάντων, έλα από το
σπίτι μου», είπε αφού το σκέφτηκε λιγάκι.
«Δε φοβάσαι μη σε βιάσω και
σένα;» ρώτησα.
Ξεκαρδίστηκε.
«Σε περιμένω σε μισή ώρα»,
είπε μετά.
«Πού μένεις;»
Μου έδωσε τη διεύθυνση κι
έκλεισε.
Πίνοντας τον τρίτο καφέ μου,
γκουγκλίζω «Καστρινός βιασμός». Τίποτα. «Καστρινός με βίασε». Επίσης τίποτα. «Καστρινός»
σκέτο. Τα γνωστά -επανέκδοση βιβλίων, παρουσιάσεις, περασμένα ρεπορτάζ για
επαφές με αιμοσταγή τρομοκράτη. Ανάβω τσιγάρο με την καύτρα του προηγούμενου, ποια
βίασα, πότε τη βίασα και πού το βρήκε η Βερούτη;
Τελευταία προσπάθεια,
«καταγγελία για βιασμό». Και βγαίνει μπροστά στα μάτια μου ολόφρεσκο -χτεσινό,
ποστ στο φέισμπουκ που το αναπαράγουν καμιά δεκαριά σελίδες («δε φαντάζεστε
ποια κατήγγειλε βιασμό»).
Πατάω το λινκ από το ποστ και
μεταφέρομαι στο φέισμπουκ της γυναίκας που έκανε την καταγγελία. Διαβάζω.
«Συνέβη πριν κάποια χρόνια,
αλλά με έχει στιγματίσει. Από τότε δεν μπόρεσα να κάνω κανονική σχέση, παντρεύτηκα,
χώρισα, όλο αυτό μου κατέστρεψε τη ζωή. Φοβόμουν να μιλήσω αλλά τώρα δεν αντέχω
άλλο. Εκείνος ήταν τότε πολύ γνωστός στον αντιεξουσιαστικό χώρο, εγώ πήγαινα
ακόμα Λύκειο. Είχαν ένα μέρος που έμεναν πολλοί μαζί, με είχε εντυπωσιάσει. Πήγαινα
συχνά. Κάποια από τις φορές εκείνες, μου έδωσε ναρκωτικά, με πίεσε να τα πάρω
για να είμαι μέσα στη φάση. Στη φάση τους. Ξύπνησα το επόμενο πρωί γυμνή και
τον βρήκα να κοιμάται δίπλα μου. Όταν ξύπνησε κι εκείνος, έκανε τον άσχετο, εγώ
όμως ήξερα… Έφυγα τρέχοντας, ντύθηκα σχεδόν στο δρόμο. Από τότε δεν μπορώ να
συνέλθω ενώ εκείνος έφτιαξε τη ζωή του, έγινε διάσημος συγγραφέας. Τον είδα τις
προάλλες στην τηλεόραση και τρελάθηκα -δεν άντεξα».
Άνοιξα τη φωτογραφία της
γυναίκας, αλλά δε μου έλεγε τίποτα -το όνομά της επίσης δε μου θύμιζε κάτι. Gianna Κ., Γιάννα δηλαδή
-ποια ήταν αυτή; Εγώ την ήξερα; Έψαξα στις φωτογραφίες της -τζίφος. Κοντά στην
ηλικία μου φαινόταν, περιποιημένη, θα μπορούσε να είναι και όμορφη, στα νιάτα
της (στα νιάτα μας) ίσως να ήταν και καλλονή, εμένα όμως με απωθούσε γιατί είχε
πολύ μακριά το ένα μάτι από το άλλο και κάτι τέτοια με φρικάρουν. Έψαξα για
παλιότερες φωτογραφίες της, αλλά δε βρήκα -αυτή είχα βιάσει λοιπόν; Μαθήτρια
Λυκείου, μάλλον αναφερόταν στην εποχή που ζούσαμε κοινοβιακά -εντάξει, μέχρι
εδώ καλά. Έρχονταν διάφοροι και διάφορες να μείνουν στο σπίτι -σίγουρα και
μαθήτριες Λυκείου… Εκεί που σκάλωνα ήταν στην ιστορία με τα ναρκωτικά. Ποτέ δεν
είχα πιέσει κανέναν ή καμιά να πάρει -για την ακρίβεια, υπήρχε μια εποχή που
πίεζα να μην πάρουν ώστε να μείνουν περισσότερα για μένα. Ήταν όμως κάτι
γλίτσηδες που εμφανίζονταν πολλές φορές -λιγούρια που ανακάτευαν υπολείμματα
φούντας με ασπιρίνη και την πλάσαραν μπας και τους κάτσει κάποια κοπέλα, ή ντηλέρια
με διάθεση να φτιάξουν νέα πελατεία, αυτούς τους πετάγαμε έξω όταν τους
παίρναμε είδηση -μήπως με μπερδεύει με κάποιον τέτοιο; Μήπως εννοεί κάποιον από
αυτούς; Ήταν 2-3 που σπούδαζαν όσο έσπρωχναν -έξυπνα παιδιά με προοπτικές,
άλλος κυνηγούσε την εύκολη μπάζα, άλλος τη δόση του, τέλος πάντων, δεν ήταν όλα
τα ντηλέρια λούμπεν. Μήπως κάποιος έγινε συγγραφέας;
Σηκώθηκα απότομα -τι μαλακίες
είναι αυτές τώρα; Δεν ήμουν εγώ, αποκλείεται να ήμουν εγώ. Δεν ξέρω ποιος ήταν,
δεν ξέρω αν εννοεί καν εμάς ή κάποιο άλλο κοινόβιο, δεν…
Πρόσεξέ με. Στο σεξ είμαι μαλάκας.
Δεν τη βρίσκω από μόνος μου, τη βρίσκω αυτοθαυμαζόμενος ναρκισσιστικά όταν τη
βρίσκει η παρτενέρ μου. Έτσι είμαι -το παραδέχομαι. Μαλάκας. Αν τελειώσω πριν
την άλλη μπορεί και να πάθω ανικανότητα, δεν κάνω πλάκα, μια φορά το είχα πάθει
σε μια σχέση που είχε πέσει στη ρουτίνα -τελικά χωρίσαμε. Αν τώρα η άλλη ήταν
ντάγκλα, μέσα στη μαστούρα, απλώς δεν θα μπορούσα να κάνω σεξ μαζί της -λίγα
πράγματα ξέρω με σιγουριά στη ζωή μου, ένα είναι αυτό. Ξανακοίταξα τη
φωτογραφία της -εξακολουθούσε να παραμένει άγνωστη.
Κι αν ήμουν και εγώ
φτιαγμένος; Αν τη βίασα χωρίς να έχω συναίσθηση του τι κάνω;
Ξανακάθισα. Άναψα τσιγάρο.
Άνοιξα τον αόρατο κατάλογο των ναρκωτικών που παίρναμε τότε.
Φούντα-λιβάνι: δεν χάνεις
επαφή με την πραγματικότητα.
Πρέζα: εντάξει, χάνεις ίσως
επαφή, όμως δε γαμάς (αλλά πρέζα είχα πάρει 2 φορές σε παρέες με φίλους, ποτέ
στο μέρος που μέναμε όλοι μαζί -πιο πιθανό θα ήταν να με είχε πηδήξει ο ντήλερ,
παρά εγώ κάποια κοπέλα).
Τριπάκια: χάνεις επαφή με την
πραγματικότητα, δεν ξέρω αν γαμάς (αλλά όσες φορές τριπαρίστηκα, ήμουν σε
εξωτερικό χώρο μέχρι να έρθω στα ίσα μου).
Σιρόπια: ΄νταξει, γελάσαμε
τώρα…
Ποτά: είχα μεθύσει κάμποσες
φορές, είχα φτάσει μέχρι λιποθυμία κι ακόμα με πονούσε το κεφάλι από τα
προχτεσινά, αλλά γαμάς λιπόθυμος; κι αν είχα κάνει κάτι πριν λιποθυμήσω θα το
θυμόμουν, μέσες-άκρες αλλά θα θυμόμουν.
Άλλωστε η κοπέλα δεν μίλησε
για ποτά. Ούτε έγραψε οτι αυτός που τη βίασε, είχε πάρει κάτι. Αλλά τότε
ξαναγυρνάμε στην αρχή και, γαμώ το στανιό μου, αν είχα πηδήξει μαστουρωμένη θα
το θυμόμουν. Κι αν δεν το ήξερα; Αν απλώς θεωρούσα οτι η κοπέλα δεν είναι πολύ
ενεργή; Έξυσα το κεφάλι μου -εδώ κόλλησα. Ναι, αλλά είχε πει οτι αυτός που τη
βίασε, της είχε δώσει ναρκωτικά.
Σταμάτησα να βολτάρω γιατί
είχε αρχίσει να με πονάει το δεξί γόνατο, έφυγα σφαίρα να ντυθώ.
Το σπίτι της Λίνας Βερούτη
ήταν μονοκατοικία με κήπο στα Βόρεια Προάστεια. Χτύπησα το κουδούνι
περιμένοντας ν΄ακούσω λυκόσκυλα ν’ αλυχτάνε πίσω από τη σιδερένια μασίφ πόρτα,
αλλά δεν ακούστηκε τίποτα. Ούτε καν ο ήχος του κουδουνιού -μόνο που φωτίστηκε
το καντράν και ενεργοποιήθηκε μια κάμερα, χαμογέλασα, ήμουν κι αξύριστος…
Η μασίφ πόρτα άνοιξε μετά από
ένα σιγανό βούισμα, περπάτησα στις πλάκες που έκοβαν στη μέση ένα περιποιημένο
γκαζόν, κοίταξα τριγύρω, αν έβγαζες τις πλάκες και κάρφωνες δυο τέρματα, άνετα
έστηνες ένα γήπεδο προπονήσεων ομάδας ποδοσφαίρου Α΄κατηγορίας.
Η Βερούτη βγήκε από μια ξύλινη
ρουστίκ πόρτα και σταύρωσε τα χέρια στο στήθος περιμένοντάς με -δεν έκανε ούτε
μισό βήμα για να με υποδεχτεί όσο διέσχιζα το γκαζόν. Μπορούσα να δω λίγη από
την πίσω πλευρά του σπιτιού -δέντρα, κάποια τραπεζαρία κήπου, πήγαινα στοίχημα
πως υπήρχε και πισίνα.
«Άργησες», είπε χωρίς να με
κοιτάζει.
Φορούσε μια ολόσωμη φόρμα
τύπου Kill Bill και μακριά σκουλαρίκια, είχε πιάσει αλογοουρά τα μαλλιά της κι
έμοιαζε πιο άκαμπτη από πτώμα 2 ημερών.
«Άργησα», παραδέχτηκα κι ας
μην το πίστευα.
«Πέρνα μέσα», συνέχισε
γυρίζοντάς μου την πλάτη.
Πέρασα.
Το καθιστικό ήταν έτοιμο να
φιλοξενηθεί σε σαλόνι περιοδικού από εκείνα που δείχνουν σπίτια πλουσίων για να
φαντασιώνονται οι πτωχάλες. Σκέφτηκα να βγάλω τα παπούτσια μου μη λερώσω το
πέτρινο πάτωμα, αλλά μετά είδα πως κι εκείνη φορούσε κάτι αθλητικά, οπότε δεν
έκανα τίποτα. Απλώς κάθισα σε μια κρεμ πολυθρόνα που είχε σχήμα χούφτας. Η
Βερούτη κάθισε σταυροπόδι απέναντί μου σε έναν εκρού καναπέ.
«Αυτό είναι πολύ χοντρό»,
μουρμούρισε.
Έψαξα γύρω μου για τασάκι,
αλλά μάταια.
«Αν μιλάμε για το ίδιο
πράγμα…» ξεκίνησα.
«Την ανάρτηση στο φέισμπουκ
της Γιάννας Κοντού», με διέκοψε.
«Αυτό ήταν λοιπόν το Κ…»
μουρμούρισα.
«Οτι δηλαδή και καλά δεν την
ξέρεις…» ειρωνεύτηκε.
Ακούμπησα τους αγκώνες στα
γόνατα και έσκυψα προς το μέρος της, δεν κούνησε ούτε βλέφαρο.
«Δεν την θυμάμαι. Μπορεί να
την ήξερα κάποτε, μπορεί και όχι», παραδέχτηκα.
«Ούτε πως την πήδηξες
θυμάσαι;» μου χώθηκε.
«Πώς είσαι σίγουρη οτι
αναφέρεται σε μένα;» ζήτησα να μάθω.
Γέλασε άγαρμπα.
«Γιατί με πήρε αξημέρωτα
κατουρημένος από τη χαρά του ο Λαπαδιώτης να μου τα προφτάσει», είπε.
«Ο Λαπαδιώτης μάλιστα…» έκανα
σκεπτικός.
«Αυτός την κούνησε την
ιστορία, η Κοντού είναι παλιά συνεργάτης του καναλιού στη μεσημεριανή ζώνη».
«Είναι διάσημη δηλαδή;»
απόρησα.
«Όπως το πάρεις… Είναι γνωστή
πάντως στο καλλιτεχνικό ρεπορτάζ».
«Θεατρικές παραστάσεις,
εικαστικά δρώμενα κι έτσι;» ενδιαφέρθηκα να μάθω.
«Κουτσομπολιό διασήμων ρε
ηλίθε…» εκνευρίστηκε.
«Όμορφα. Λοιπόν, άκουσε κυρία
Αφεντικό για να ξεμπερδεύουμε. Δεν θυμάμαι να έχω πηδηχτεί με τη συγκεκριμένη,
αλλά δεν το αποκλείω κιόλας -έχουν περάσει 30 χρόνια και οι άνθρωποι αλλάζουν,
εξωτερικά τουλάχιστον…»
«Δηλαδή είσαι τόσο γαμίκουλας
που δε θυμάσαι ποιες έχεις πηδήξει -αυτό μου λες;» με διέκοψε.
«Πάμε πάλι…» έκανα,
διατηρώντας την ψυχραιμία μου. «Δεν θυμάμαι να έχω κάνει κάτι μαζί της, δύσκολο
μου φαίνεται, αλλά όλα γίνονται κι όλα μπορεί να έχουν γίνει. Το σίγουρο είναι πως
δεν τη βίασα. Ούτε αυτή, ούτε καμιά άλλη. Και το ακόμα πιο σίγουρο είναι πώς η
ιστορία που περιγράφει δεν έχει καμιά σχέση με μένα. Ποτέ δεν έσπρωξα
ναρκωτικά, ποτέ δεν έκανα σεξ με γυναίκα που ήταν νταγκλαρισμένη, μεθυσμένη,
κοιμισμένη, λιπόθυμη ή κολυμβήτρια -σε αυτό το τελευταίο επιμένω γιατί οι
φαρδιοί ώμοι των κολυμβητριών με τρομάζουν. Κατανοητά όλα αυτά;»
Έκανε μια έτσι με το αριστερό
της χέρι κι εμφάνισε ένα πακέτο τσιγάρα, αναπτήρα και τασάκι. Την
παρακολουθούσα να ανάβει. Το τσιγάρο της.
Έβγαλα κι εγώ τα δικά μου,
αλλά έμεινα να παίζω με το ζίπο στο χέρι γιατί δεν φιλοτιμήθηκε να μου δώσει
τασάκι.
«Ωραία», είπε τελικά. «Αν
είναι έτσι όπως τα λες, θα βγάλουμε μια ανακοίνωση και θα την κατηγορούμε για
δυσφήμιση -αν δεν ανακαλέσει θα το πάμε δικαστικά».
«Πολύ σωστά, αλλά εντελώς
λάθος», είπα.
Και δεν άντεξα άλλο, σηκώθηκα,
στήθηκα από πάνω της, το άναψα το γαμημένο το τσιγάρο, έβγαλα ίσα μ΄ένα φουγάρο
καπνό πάνω από το κεφάλι της.
«Πρόσεξε κάτι κυρία Αφεντικό
-θα σου κάνω μια ερώτηση… Ας υποθέσουμε πως η κυρία έχει δίκιο και όντως τη
βίασα πριν 30 χρόνια, με παρακολουθείς;» σταμάτησα λίγο, την είδα οτι παρακολουθούσε
και συνέχισα. «Αν λοιπόν την είχα βιάσει, υπήρχε πιθανότητα να το αποδείξει
σήμερα σε δικαστήριο;»
«Δεν καταλαβαίνω πού το πας»,
έκανε.
«Καταλαβαίνεις και η απάντηση
είναι πώς δεν υπήρχε πιθανότητα. Άρα λοιπόν ο βιαστής θα την έβγαζε καθαρή και
η γυναίκα θα έμπλεκε άσχημα».
«Ναι ρε μανάρι μου, αλλά λες πως
δεν τη βίασες…» διαμαρτυρήθηκε.
«Το λέω -ναι. Εσύ το
πιστεύεις;» την κοίταξα κατάματα.
«Αφού το λες…» έκανε κάπως
μπερδεμένη.
«Δηλαδή βασίζεσαι στο λόγο
μου», χαμογέλασα.
Ένευσε καταφατικά.
«Το ίδιο θα κάνουν και οι
δικαστές. Θα βγει ο δικηγόρος που θα μου πληρώσετε να πει οτι ήθελε να τραβήξει
τα φώτα της δημοσιότητας πάνω της, μπορεί να το μπαλαμουτιάσουν λίγο για να
φανεί και κάποια απόπειρα εκβιασμού…»
Πετάχτηκε με τη σειρά της
όρθια και στάθηκε μπροστά μου -ευτυχώς πρόλαβα να τινάξω τη στάχτη μου στο
τασάκι.
«Τι συζητάμε τώρα ρε Καστρινέ;
Αν δεν τη βίασες είναι σαφώς προσπάθεια να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας…
Με την αβάντα του Λαπαδιώτη που στη φυλάει από εκείνη τη συνέντευξη»,
συμπλήρωσε.
Βρήκα την ευκαιρία και την
πλεύρισα, χώθηκα στη θέση που καθόταν εκείνη πριν στον καναπέ -να έχω και το
τασάκι εύκαιρο.
«Μπράβο το βρήκες και μάλλον
έτσι είναι τα πράγματα. Αλλά αυτό δε σημαίνει πως θέλω φασαρίες… Το είπε, έγινε
διάσημη, με γεια της με χαρά της», είπα.
«Ρε ηλίθιε, αύριο θα δώσουν το
όνομά σου στεγνά -το καταλαβαίνεις;»
«Ας το δώσουν -τι να γίνει;»
έκανα στωικά.
Πήγε πέρα-δώθε το δωμάτιο πριν
καθίσει δίπλα μου.
«Άκου Νίκο», είπε ήρεμα. «Δεν
ξέρω πώς την έχεις δει αλλά εμείς είμαστε εκδοτικός οίκος. Δεν μπορούμε να
έχουμε έναν βιαστή και να πουλάμε τα βιβλία του».
«Εντάξει -μην τα πουλάτε»,
είπα.
«Και τι θα τα κάνουμε δηλαδή;»
«Κάψτε τα στην πλατεία Συντάγματος
-τι με νοιάζει;»
«Ναι, αλλά μαζί μ΄αυτά θα
κάψουμε κι εσένα -έχεις συμβόλαιο, το ξέχασες;»
Ανασήκωσα τους ώμους.
«Λέει κάτι το συμβόλαιό μου
για βιασμούς προ τριακονταετίας;» απόρησα.
Δεν ήμουν χτεσινός -ήξερα πως
υπήρχαν ρήτρες για αντιεπαγγελματική ή αναξιοπρεπή συμπεριφορά, αλλά έτρεχαν
από την υπογραφή και μετά, κανένας δεν μπορούσε να βάλει αναδρομική ρήτρα.
«Ρε παιδάκι μου, εντάξει, να
μην το πάμε δικαστικά… Αλλά μια ανακοίνωση πρέπει να τη βγάλουμε», μουρμούρισε
η Βερούτη.
«Βγάλτε τη».
«Όπου θα λέμε οτι πρόκειται
περί ψευδών…»
«Δεν πρόκειται εγώ να πω κάτι
τέτοιο», της ξεκαθάρισα.
Κόλλησε. Πήγε ν΄ανάψει
καινούργιο τσιγάρο, θυμήθηκε πως ήταν μακριά από το τασάκι, μετάνιωσε.
«Λίνα, θα τα πω αργά και ήρεμα
για να ξεμπερδεύουμε», την προειδοποίησα. «Εντάξει, αυτή τη γυναίκα δεν τη
βίασα, πάμε παρακάτω. Αν τη βγάλουμε φόρα παρτίδα, αυτό θα πάρει μπάλα και όλες
τις υπόλοιπες που έχουν όντως βιαστεί -με πιάνεις;»
Με κοίταξε αμίλητη.
«Εγώ λοιπόν δεν είμαι πρόθυμος
να κάνω κάτι που θα εμποδίσει αυτές τις γυναίκες να μιλάνε», κατέληξα.
«Είσαι με τα καλά σου;»
φώναξε.
«Μπα όχι -πρόχειρα ντύθηκα για
να έρθω, επειδή ήταν βιαστικό», δικαιολογήθηκα.
«Θες να μου πεις πως, από
συμπαράσταση στο κίνημα των κακοποιημένων γυναικών, θα αφήσεις την Κοντού να
διαδίδει ψέματα για σένα;» απόρησε.
«Ας κάνει ότι θέλει»,
αποφάνθηκα, σβήνοντας το τσιγάρο μου.
«Κι όταν σε ρωτήσουν;»
«Ποιοι θα με ρωτήσουν;»
«Ρε μανάρι μου, θα στην πέσουν
οι δημοσιογράφοι…»
«Εντάξει»
«Τι εντάξει; Τι θα τους πεις;»
«Την αλήθεια»
«Οτι δηλαδή, δεν τη βίασες…»
«Όχι. Οτι λυπάμαι πολύ που η
συγκεκριμένη γυναίκα νιώθει έτσι και είμαι στη διάθεσή της για όποια βοήθεια
μπορώ να προσφέρω», είπα εγώ.
Σταύρωσε πάλι τα χέρια στο
στήθος και με κοίταξε.
«Ξέρεις τι καταλαβαίνω εγώ;»
είπε σφυριχτά. «Ότι όντως τη βίασες και τώρα το παίζεις υπεράνω».
Χαμογέλασα.
«Πριν λίγο ήσουν σίγουρη πως
δεν τη βίασα…» παρατήρησα.
«Απ΄όσα μου είπες. Αλλά η
συμπεριφορά σου δείχνει…»
Της γύρισα την πλάτη και πήγα
προς την πόρτα. Άνοιξα και κοντοστάθηκα.
«Ήσουν σίγουρη πώς η
καταγγελία της γυναίκας δεν μπορεί να σταθεί -άρα δεν υπήρχε βιασμός. Κι έτσι,
στα παπάρια σου τι είχε γίνει πριν 30 χρόνια. Τώρα όμως βλέπεις πώς η ιστορία
μπορεί να τραβήξει. Και πάλι στα παπάρια σου τι είχε γίνει πριν 30 χρόνια. Δε
σε νοιάζει η αλήθεια κυρία Αφεντικό -αυτό που σε νοιάζει είναι το θέαμα. Αλλά
εγώ δε δουλεύω στο τσίρκο».
Έκλεισα την πόρτα με δύναμη
πίσω μου -βέβαια δεν ακούστηκε κανένας θόρυβος. Περπάτησα βιαστικά στην αυλή και
βρέθηκα στο δρόμο χωρίς να το καταλάβω. Κοίταξα τον ήλιο που προσπαθούσε να
σκάσει χαμόγελο (όχι πάλι ρε γαμώτο…) κι ο ήλιος σύντομα τα παράτησε. Πήγα
μέχρι τη Τζούλια και κάθισα πίσω από το τιμόνι.
Νίκος Καστρινός, τρομοκράτης
παύλα βιαστής. Ευτυχώς που δεν κόλλησα καμιά αρρώστια με τέτοια καριέρα…
[1] Hey, St. Peter, Flash and the Pan
0 γκολ αυτοί, σέντρα εμείς.:
Δημοσίευση σχολίου
Άσε κάτι για το γκαρσόνι ρε!