Προηγούμενα:Τα φώτα χαμηλώνουν, Όττο Ο κύριος ΑλέκοςΣαμουράιΟ ΑργύρηςΟ ΣπήλιοςΗ ΔήμητραΗ τρομοκρατική οργάνωση Η εφημερίδαΜπόρις δε σπάιντερΞύλοΟ εκδοτικός οίκοςΤο δελτίο ειδήσεωνΗ ΤζούλιαΠροωθητική εκδήλωσηΑρουραίοι των Εύπορων ΠροαστείωνΟ ΛουκάςΗ μέρα μετάGianna K.Δημόσιες σχέσειςΓείτονας ΚαστρινούΚόντευε απόγευμα κι έβρεχε
διακοπτόμενα από το πρωί. Σήκωσα τους γιακάδες του μπουφάν πριν βγω από την
εξώπορτα της πολυκατοικίας μου -στον τοίχο που ακούμπαγαν χτες τα συνεργεία των
καναλιών, σήμερα ήταν γραμμένο ένα «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΒΙΑΣΤΕΣ» με μαύρη μπογιά. Σύντομα
θα είχα προβλήματα με τη γειτονιά αν συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση -την έβλεπα
τη δουλειά να πηγαίνει σε συλλογή υπογραφών. Είχα περάσει το πρωινό
ψάχνοντάς τον, ήξερα τις ώρες που βρισκόταν στο κανάλι για εκπομπές, άρα δεν
είχα παρά να στηθώ έξω από τα στούντιο και να τον περιμένω. Και μετά; Αυτό θα
το σκεφτόμουν όταν ερχόταν η ώρα… Ήξερα επίσης και το αυτοκίνητό του, χρώματος
μαύρου, μάρκας Πόρσε Καγιέν -τι άλλο; Τον είχα βρει σε διάφορες φωτογραφίες να
ποζάρει μπαίνοντας (ή βγαίνοντας), κατάφερα μέχρι να γράψω τον μισό αριθμό του
-ένιωθα σίγουρος. Πάρκαρα απέναντι από την είσοδο του καναλιού, πίσω από ένα
φορτηγάκι κι έσβησα τα φώτα. Ώρα για περισυλλογή…«Πώς την έχεις δει τελικά την
υπόθεση; Ο Σιωπηλός Τιμωρός;» γέλασε δίπλα μου ο Μαλτέζος.«Για την ώρα πάντως εγώ είμαι
τιμωρία, περιμένοντάς τον», απάντησα.«Και μετά;»«Πρόκειται περί κοψίματος
κίνησης -να σταμπάρω το σπίτι του, τα στέκια του, τέτοια φάση…»«Με προοπτική;»«Με ζάλισες Μαλτέζο», στράβωσα
και ψάχτηκα να βάλω καμιά μουσική.Μετά από λίγο η τρομακτική αιθέρια
φωνή του Κρόκους γέμισε την καμπίνα του αυτοκινήτου –«Δεν έχει φάση να σε
κυνηγάνε συνέχεια;/ Δεν έχει φάση όταν οι φίλοι σου σιχαίνονται το πώς
κατάντησες;/ Δεν έχει φάση να είσαι τόσο φτιαγμένος που να μη μπορείς να
τελειώσεις;/ Δεν έχει φάση όταν ξέρεις οτι θα πεθάνεις νέος;»[1]«Καλά το πας πάντως από κάλυψη-απόκρυψη,
όταν βγει ο μαλάκας θα έρθει κατευθείαν στο αμάξι σου να χορέψετε», είπε ο
Μαλτέζος.«Άντε γαμήσου, Μαλτέζο»,
ευχήθηκα κλείνοντας τη μουσική.Η ησυχία με πλάκωσε -εμένα
πλάκωσε γιατί το αρχίδι ο Μαλτέζος την κοπάνησε ως συνήθως. Άναψα τσιγάρο. Ένα
αυτοκίνητο βγήκε από το κανάλι και πλατσούρισε στις, γεμάτες βροχή, λακκούβες.
Όχι ο δικός μου.Ψάχτηκα, στην εσωτερική τσέπη
του μπουφάν πέτυχα ένα μεταλλικό πλακέ φλασκί -το ξεβίδωσα, τράβηξα μια τζούρα
και ρούφηξα σκέτο αέρα.«Άντε γαμήσου, Μαλτέζο»,
επανέλαβα.Από κάπου μακριά άκουσα το
πνιχτό του γέλιο. Πέρασε μια ώρα ή κάπου τόσο,
όταν είδα το αυτοκίνητό του να βγαίνει αργά. Περίμενα για λίγο πριν ξεκινήσω
-τον άφησα να περάσει δίπλα μου όσο ήμουν ακόμα με τα φώτα σβηστά. Και τότε γύρισα
το κλειδί στη μίζα αλλά ένας μαλάκας με πράσινο λαδί Χιουντάι ήρθε και κόλλησε
δίπλα μου. Δεν ήθελα να κορνάρω οπότε κατέβασα το τζάμι κι εκείνος έκανε το
ίδιο.«Κάνε πίσω να φύγω», του είπα.«Κάτσε εκεί που είσαι», είπε
εκείνος. Ήταν ένας γεροδεμένος τύπος με γκριζαρισμένο μούσι.Έμεινα να τον κοιτάζω, ο καργιόλης
είχε...